Πώς το ελεύθερο εμπόριο απελευθέρωσε τις γυναίκες από την οικιακή εργασία

Πώς το ελεύθερο εμπόριο απελευθέρωσε τις γυναίκες από την οικιακή εργασία

Της Chelsea Follet

Δεν αναφέρεται συχνά το γεγονός ότι οι γυναίκες πλήττονται ιδιαίτερα σφοδρά από τους ολοένα και αυξανόμενους δεσμούς επί των εισαγωγών στις ΗΠΑ και τον μαινόμενο εμπορικό πόλεμο με την Κίνα (και πιθανότατα και με άλλες χώρες).

Πρόσφατα τέθηκε σε εφαρμογή μια ακόμη ομάδα δασμών, που αυξάνει τις τιμές σε εκατοντάδες αγαθά με ιδιαίτερη σημασία για τις γυναίκες, μεταξύ των οποίων τρόφιμα και συσκευές. Μπορεί να ακούγεται τετριμμένο - ή κάτι ακόμη χειρότερο - να συσχετίζονται αυτά τα αγαθά πρωτίστως με τις γυναίκες.

Όμως η οικονομική ιστορία καταδεικνύει ξεκάθαρα ότι οι συσκευές εξοικονόμησης εργασίας και τα έτοιμα προς κατανάλωση τρόφιμα εξοικονομούν χρόνο για τις γυναίκες, διευρύνοντας έτσι τις ευκαιρίες τους και επιτρέποντάς τους να βελτιώσουν την εκπαίδευση και τις δεξιότητές τους, να διεκδικήσουν απασχόληση έξω από το σπίτι και να κάνουν άλλα πράγματα στα οποία αποδίδουν αξία.

Η αγορά απελευθέρωσε χρόνο για τις γυναίκες

Αναλογιστείτε μια μόνο συσκευή που πλήττεται με ιδιαίτερη σφοδρότητα από τους δασμούς που επιβάλλει η κυβέρνηση: το πλυντήριο. Πριν από μόλις έναν αιώνα, οι γυναίκες αφιέρωναν τουλάχιστον μία ολόκληρη ημέρα της ήδη υπερφορτωμένης εβδομάδας τους στο μούλιασμα, το ανακάτεμα, το βράσιμο, το στίψιμο, το κρέμασμα για στέγνωμα, την απόσμηση, το κολλάρισμα, και στη συνέχεια στο δίπλωμα και το σιδέρωμα της μπουγάδας του νοικοκυριού τους.

Σήμερα, το πλυντήριο μειώνει το χρόνο της εβδομαδιαίας ενεργής εργασίας για την μπουγάδα σε περίπου μία ώρα. Όπως επισημαίνει ο οικονομολόγος του πανεπιστημίου του Κέμπριτζ Ha-Joon Chang, «χωρίς το πλυντήριο, η κλίμακα της αλλαγής στον ρόλο των γυναικών στην κοινωνία και τη δυναμική της οικογένειας δεν θα ήταν το ίδιο δραματική».

Και όμως, οι ΗΠΑ πρόσφατα επέβαλαν δασμούς 25% στ πλυντήρια της Samsung και της LG από τη Νότια Κορέα και έχουν ήδη επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου, υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή πλυντηρίων στην Αμερική. Έτσι, η τιμή αυτών των συσκευών έχει ήδη αυξηθεί κατά 17%.

Οι νέοι δασμοί θα έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους σε αμέτρητα αγαθά που απελευθέρωσαν χρόνο για τις γυναίκες και ενίσχυσαν δραματικά την ισότητα μεταξύ των φύλων, καθιστώντας εφικτό το νοικοκυριό με δύο εργαζόμενα μέλη. Οι καταναλωτές θα δουν ψηλότερες τιμές στις ηλεκτρικές σκούπες, τις ραπτομηχανές, τα ψυγεία, τα πλυντήρια πιάτων, τους σκουπιδοφάγους, τα μπλέντερ, τους επεξεργαστές τροφών, τους φούρνους - απλούς και μικροκυμάτων - τους βραστήρες, και σχεδόν όλες τις υπόλοιπες συσκευές.

(Ο πλήρης κατάλογος των προϊόντων που βρίσκονται στο στόχαστρο των τελευταίων δασμών μετά 194 σελίδες). Η αύξηση του κόστους θα σηματοδοτήσει μια απότομη αλλαγή προς το χειρότερο σε σχέση με την μείωση του κόστους για πολλά από αυτά τα αγαθά τις τελευταίες δεκαετίες.

Η μείωση του βάρους της οικιακής εργασίας

Έτσι, οι δασμοί θα βάλουν στο στόχαστρο και θα αυξήσουν το κόστος συσκευών που ιστορικά συνέβαλαν καθοριστικά στη χειραφέτηση των γυναικών. Χάρη ως έναν βαθμό στις προσιτές τιμές των καθημερινών οικιακών συσκευών, το μαγείρεμα μετατράπηκε από μια αναγκαία, απαιτητική εργασία σε μια ως επί το πλείστον προαιρετική δραστηριότητα στις ΗΠΑ. Στις εποχές που οι άνθρωποι έφτιαχναν το δικό τους βούτυρο και ζύμωναν το ψωμί τους, η προετοιμασία του φαγητού απαιτούσε τον ίδιο χρόνο με μια δουλειά πλήρους απασχόλησης.

Το 2008 όμως, ο μέσος Αμερικανός αφιέρωνε περίπου μία ώρα για να προετοιμάσει το φαγητό του τη μέρα, και από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 μέχρι το 2008 οι γυναίκες στο μισό και ακόμη περισσότερο το χρόνο που αφιερώνουν στην προετοιμασία του φαγητού. Παρ' όλα αυτά, οι γυναίκες συνεχίζουν να μαγειρεύουν περισσότερο από τους άνδρες στις ΗΠΑ και έτσι η οποιαδήποτε αύξηση του κόστους των συσκευών κουζίνας είναι φόρος επί αντικειμένων που χρησιμοποιούν περισσότερο γυναίκες.

Καθώς ο ανταγωνισμός της παγκοσμιοποιημένης αγοράς έκανε τις οικιακές συσκευές ολοένα και πιο προσιτές, το βάρος της οικιακής εργασίας μειώθηκε επιτρέποντας έτσι σε περισσότερες γυναίκες να συμμετάσχουν στο εργατικό δυναμικό και να αποκτήσουν οικονομική ανεξαρτησία. Το 1990, η μέση Αμερικανίδα αφιέρωνε σχεδόν 47 ώρες εβδομαδιαίως σε οικιακές εργασίες. Το 2011 ο αριθμός αυτός είχε πέσει στις 26 ώρες.

Ενώ η αλλαγή αυτή μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από την πιο ισότιμη κατανομή της οικιακής εργασίας, ο ρυθμός μείωσης των ωρών οικιακής εργασίας των γυναικών είναι μεγαλύτερος από τον αύξησης αυτών των ωρών για τους άνδρες. Με άλλα λόγια, η απελευθέρωση του χρόνου των γυναικών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις τεχνολογίες εξοικονόμησης εργασίας - και εντέλει στην καινοτομία της αγοράς και τον παγκόσμιο ανταγωνισμό που καθιστά τις συσκευές εξοικονόμησης χρόνου διαθέσιμες και προσιτές. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που, όπως υποστηρίζω σε ένα άρθρο μου, οι αγορές έχουν βελτιώσει τις ζωές των γυναικών πολύ περισσότερο απ' ό,τι των ανδρών.

Οι δασμοί υπονομεύουν αυτή τη διαδικασία.

Βεβαίως, οι γυναίκες δεν είναι τα μόνα θύματα των δασμών. Οι εμπορικοί πόλεμοι αυξάνουν τα κόστη για όλους τους Αμερικανούς και ο τελευταίος γύρος δασμών πιθανότατα θα επιβραδύνει συνολικά την αύξηση της αμερικανικής οικονομίας φέτος κατά 0.1%. Αυτό σημαίνει λιγότερες θέσεις εργασίας, χαμηλότεροι μισθοί και υψηλότερες τιμές.

Παρ' όλα αυτά, οι γυναίκες έχουν έναν ιδιαίτερα ισχυρό λόγο να αντιτάσσονται στις υφιστάμενες εμπορικές πολιτικές των ΗΠΑ. Η κυβέρνηση πρέπει αμέσως να αποκλιμακώσει τον εμπορικό πόλεμο και αν επιστρέψει στους στόχους του ελεύθερου εμπορίου τους οποίους υιοθέτησε ο Πρόεδρος αυτό το καλοκαίρι.

«Κανένας δασμός, κανένα εμπόδιο - έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα» υποστήριξε τότε. Μια τέτοια πολιτική θα είναι όντως πολύ καλύτερη τόσο για την οικονομική ανάπτυξη και τα πορτοφόλια των καταναλωτών, όσο και για τις γυναίκες της χώρας.

--

Η Chelsea Follet εργάζεται στο Cato Institute ως ερευνήτρια και υπεύθυνη έκδοσης του HumanProgress.org.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά την 1η Νοεμβρίου Μαρτίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ «Μάρκος Δραγούμης».