Πώς μπορούν να βοηθήσουν οι οικονομολόγοι;

Πώς μπορούν να βοηθήσουν οι οικονομολόγοι;

Του Michael L. Davis

Ο Russ Roberts ισχυρίζεται ότι αν κάποιος τον ρωτήσει αν είναι “doctor” (στα αγγλικά: γιατρός αλλά και διδάκτωρ), απαντά “ναι, αλλά όχι από αυτούς που βοηθούν τους ανθρώπους”

Αυτό δεν ισχύει. Ο Ρας με έχει βοηθήσει εμένα πολύ. Είμαι τακτικός ακροατής του Econtalk εδώ και πολλά χρόνια. Δεν μπορώ να σας πω πόσα πολλά βιβλία έχω διαβάσει μετά από τις συνεντεύξεις του με συγγραφείς, αλλά κατά μέσο όρο είναι τουλάχιστον δύο τον χρόνο. Μπορώ να σας πω ότι το βιβλίο του Ρας How Adam Smith Can Change Your Life (Πώς ο Άνταμ Σμιθ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σας) άλλαξε τελείως τον τρόπο με τον οποίο σκέφτομαι τον Άνταμ Σμιθ και τα οικονομικά.

Ίσως βρίσκω τον Ρας ιδιαίτερα βοηθητικό γιατί οι δυο μας κάνουμε την ίδια δουλειά. Αλλά το πόντκαστ του έχει πολλά εκατομμύρια ακροάσεις ετησίως. Πρέπει να έχει βοηθήσει κάθε λογής ανθρώπους.

Το ερώτημα αν οι οικονομολόγοι βοηθούν τους ανθρώπους τριγυρίζει στην σκέψη μου πολύ τελευταία. Ζούμε σε μη κανονικές εποχές. Οι άνθρωποι χρειάζονται βοήθεια και, όπως συχνά μας θυμίζει ο Ρας, μια από τις πιο σημαντικές ιδέες του Άνταμ Σμιθ είναι ότι “ο άνθρωπος εκ φύσεως επιθυμεί όχι μόνο να αγαπιέται αλλά και να είναι αγαπητός”. Οι περισσότεροι από μας όντως θέλουμε να βοηθήσουμε. Αλλά δεν ξέρουμε πώς να συνδέσουμε μια συσκευή υποβοηθούμενης αναπνοής, δεν έχουμε την αναγκαία τοπική γνώση για να παραδίδουμε φρέσκο γάλα στα μαγαζιά και οι περισσότεροι από μας δεν θα ήμασταν καν ιδιαίτερα καλοί στο να γεμίζουμε τα ψυγεία των μαγαζιών μόλις φτάνει το γάλα. Έχουμε λοιπόν οι οικονομολόγοι τίποτα να προσφέρουμε;

Νομίζω πως ναι. Να οι εννέα μου προτάσεις.

Εστιάστε στη διδασκαλία, όχι στην επίλυση προβλημάτων. Οι καλοί οικονομολόγοι περνούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους είτε διδάσκοντας είτε διδασκόμενοι. Και δεν εννοώ απλώς τη διδασκαλία στην τάξη. Ένας καλός δάσκαλος παίρνει πληροφορίες από πολλές διαφορετικές πηγές, βρίσκει τι είναι σχετικό, ανακαλύπτει πώς τα διάφορα κομμάτια πληροφορίας συνδέονται μεταξύ τους και στη συνέχεια τα παρουσιάζει με τρόπο που θα κατανοήσουν και οι υπόλοιποι. Ένας καλός δάσκαλος βοηθά τους άλλους να κατανοήσουν το πώς τα οικονομικά δεδομένα και ο οικονομικός τρόπος σκέψεις μπορούν να συμβάλλουν στην επίλυση των προβλημάτων που έχουν μπροστά τους οι φοιτητές.

Στον ακαδημαϊκό κόσμο υποκρινόμαστε ότι υπάρχει μια ξεκάθαρη γραμμή που χωρίζει τη διδασκαλία και την έρευνα, και συχνά αποδίδουμε μεγαλύτερο κύρος στην έρευνα. Αλλά στην πραγματικότητα αυτό το όριο δεν υφίσταται ιδιαίτερα. Σκεφτείτε κάποια ιδέα που να άσκησε πάνω σας μεγάλη επίδραση. Το δικό μου παράδειγμα είναι η θεωρία της εταιρίας του Ronald Coase. Το επιδραστικό αυτό άρθρο του δεν επέλυσε κάποιο πρόβλημα, ούτε ανακάλυψε κάποιο νέο δεδομένο. Οι εταιρίες και τα συναλλακτικά κόστη υπήρχαν πολύ πριν τον Coase. Όμως εκείνος εξήγησε τον τρόπο που αυτά τα δύο συνδέονται έτσι ώστε να ικανοποιήσει τα φιλοπερίεργα μυαλά μας και, κρίνοντας από την επίμονη στον χρόνο επιτυχία του άρθρου, κατά τρόπο που οι άνθρωποι βρίσκουν χρήσιμο. Η Θεωρία της Εταιρίας είναι ένα μάθημα. Μπορεί να απαντά σε ένα ερώτημα, αλλά δεν επιλύει κάποιο πρακτικό πρόβλημα.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι οικονομολόγοι δεν πρέπει να προσπαθούν να επιλύσουν τα προβλήματα που δημιούργησε η τρέχουσα πανδημία. Πολλοί από μας είμαστε καλοί στη μοντελοποίηση και την ανάλυση δεδομένων. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι τα οικονομικά μας διδάσκουν να καταλαβαίνουμε τις σταθμίσεις και να αναζητούμε απρόθετες συνέπειες. Αυτές είναι χρήσιμες δεξιότητες. Ακόμη κι αν δεν μπορούμε να επιλύσουμε κάποιο πρόβλημα, το να διδάξουμε τα μαθήματα των οικονομικών στους ανθρώπους είναι ιδιαίτερα χρήσιμο.

Διδάξτε σαν Αυστριακός. Δεν εννοώ να διδάσκετε τα κλασικά κείμενα και τους στοχαστές που χαρακτηρίζονται “Αυστριακά Οικονομικά” - αυτό εναπόκειται σε σας. Εννοώ να τιμάτε το διάσημο απόφθεγμα του Φρίντριχ Χάγιεκ: “Το περίεργο καθήκον των οικονομικών είναι να καταδεικνύουν στους ανθρώπους πόσα λίγα γνωρίζουν στην πραγματικότητα για τα πράγματα που φαντάζονται ότι μπορούν να σχεδιάσουν”. 

Δεν έχει σημασία αν είστε μαρξιστής ή αναρχοφιλελεύθερος - εφόσον είστε οικονομολόγος, κατανοείτε την τεράστια πολυπλοκότητα της κοινωνικής οργάνωσης. Υπάρχουν 7,8 δις άνθρωποι στον κόσμο. Ο καθένας μας έχει μια οικονομική σχέση με αμέτρητα εκατομμύρια από αυτούς τους ανθρώπους.

Πολλές φορές οι οικονομολόγοι είμαστε αποδέκτες ειρωνικών σχολίων για την απλουστευτική φύση των μοντέλων μας τύπου “ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα ανοιχτήρι”. Τι άλλη επιλογή όμως έχουμε; Δεν φταίμε εμείς που ο μέσος άνθρωπος έχει 85 δις νευρώνες και δεν ενδιαφέρεται απολύτως καθόλου να συμπεριφερθεί σαν ένα μυρμήγκι ή μια μέλισσα. Κάποιοι από μας θα μπορούσαμε να γίνουμε πολύ καλοί εντομολόγοι και να μελετάμε εύτακτα και προβλέψιμα κοινωνικά έντομα. Πιστέψαμε όμως ότι τα οικονομικά θα έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Εγώ ακόμη το πιστεύω, αλλά καταλαβαίνω ότι μαζί με το ενδιαφέρον αυτό έρχεται και ένα μεγάλο άγχος. Υπάρχουν πολλά, πολλά πράγματα που δεν κατανοώ. Χρειάζεται λοιπόν να υπενθυμίζουμε στους πολιτικούς ότι ούτε αυτοί τα κατανοούν.

Ταυτόχρονα όμως, μην υπερβάλλετε με αυτή τη χαγιεκιανή ταπεινότητα. Άλλωστε, το περίφημο αυτό απόφθεγμά του, προειδοποιεί έναντι της υπερβολικής αυτοπεποίθησης ως προς το τι μπορούμε να σχεδιάσουμε. Καλό είναι να το γνωρίζουμε αυτό, αλλά στο τέλος της ημέρας κάποιος θα πρέπει να σχεδιάσει κάτι. Τα οικονομικά μπορούν να προσφέρουν καλές συμβουλές στους σχεδιαστές. Πράγμα που με φέρνει στις επόμενες σκέψεις μου.

Διδάξτε τους ανθρώπους ότι δεν μπορούν να αποφύγουν τις σταθμίσεις. Όταν χειροτέρευε η κρίση του κορονοϊού στην πόλη της Νέας Υόρκης, ο Κυβερνήτης Andrew Cuomo είπε “Η μητέρα μου δεν είναι αναλώσιμη… Δεν πρόκειται να αποδεχθούμε την υπόθεση ότι η ανθρώπινη ζωή είναι αναλώσιμη. Δεν θα βάλουμε τιμή σε δολάρια στην ανθρώπινη ζωή. Θα πολεμήσουμε με κάθε τρόπο μπορούμε για να σώσουμε όλες τις ζωές που μπορούμε. Γιατί αυτό πιστεύω ότι σημαίνει να είναι κανείς Αμερικανός”.

Όσο οι πολιτικοί θα πιστεύουν ότι υποχρεούνται να λένε τέτοια πράγματα, οι οικονομολόγοι υποχρεούνται να τους λένε ότι κάνουν λάθος. Είναι φυσικά ανήθικο να πετάμε κορίτσια στο ηφαίστειο. Αλλά το να κατευνάζουμε τους θεσμούς με ανθρωποθυσίες δεν έχει καμία ομοιότητα με τις πραγματικές σταθμίσεις που πρέπει να κάνουμε. Οι πραγματικές σταθμίσεις αφορούν διάφορα είδη ρίσκου, μεταξύ των οποίων και για τη ζωή. Όλοι διασχίζουν τον δρόμο, αλλά δεν σκέφτονται όλοι το πώς η απόφαση να διασχίσουν τον δρόμο αφορά μια στάθμιση με υπαρξιακό κίνδυνο από τη μία πλευρά της ζυγαριάς. Σε κανονικές περιόδους αυτό δεν είναι προβληματικό. Συχνά κάνουμε λογικές σταθμίσεις βασιζόμενοι σε συνήθειες και στο παράδειγμα των άλλων. Σ’ αυτή την έκτακτη εποχή όμως, χρειάζεται να σκεφτόμαστε προσεκτικά για τα κόστη και τις συνέπειες των αποφάσεών μας. Αυτό ακριβώς το είδος σκέψης κάνουμε οι οικονομολόγοι καθημερινά.

Διδάξτε τους ανθρώπους ότι οι σταθμίσεις ποτέ δεν αφορούν χρήματα. Δεν μπορούμε να κάνουμε οικονομικά χωρίς χρήματα. Χωρίς κάποια μονάδα λογιστικής είναι αδύνατο να σκεφτούμε το φαινόμενο των σταθμίσεων. Αλλά χρειάζεται να εξηγήσουμε ότι πίσω από το πέπλο των χρημάτων υπάρχουν πραγματικοί άνθρωποι με πραγματικές ανάγκες, ελπίδες και επιθυμίες. Ο Κυβερνήτης Κουόμο είπε “δεν θα βάλουμε τιμή σε δολάρια στην ανθρώπινη ζωή”. Είναι εύκολο να καταλάβουμε γιατί ένας πολιτικός το λέει αυτό. Αν επρόκειτο όντως για μια στάθμιση με ανθρώπους που υποφέρουν από τη μία πλευρά και με πακέτα μετρητών από την άλλη, όλοι οι αξιοπρεπείς άνθρωποι θα στοιχίζονταν με τους ανθρώπους. Αλλά δεν είναι αυτή η πραγματική στάθμιση. Αυτό που μοιάζει με δολάρια, είναι στην πραγματικότητα άλλοι άνθρωποι. Ο τρόπος με τον οποίο η Νέα Υόρκη ιεράρχησε τα μέτρα για τον κορονοϊό σήμαινε ότι τα παιδιά δεν μπορούσαν να πάνε στο σχολείο, και ότι οι γυναίκες με ύποπτες μαστογραφίες δεν μπορούσαν να κάνουν βιοψίες. Αυτά τα πράγματα μπορεί να αξίζει να τα εγκαταλείψουμε προς όφελος άλλων, αλλά είναι πραγματικά και σημαντικά. Δεν είναι χαρτονομίσματα δολαρίων.

Διδάξτε τους ανθρώπους τι μπορούν και τι δεν μπορούν να κάνουν οι αγορές. Οι οικονομολόγοι βλέπουν τις αγορές ως τον καλύτερο υπερυπολογιστή που εφευρέθηκε ποτέ. Οι αγορές συλλέγουν πληροφορίες από κάθε γωνιά του κόσμου και στη συνέχεια τη συνοψίζουν σε μια γλώσσα που όλοι μπορούν να καταλάβουν. Οι υψηλότερες τιμές αγοράς είναι ένα σημάδι ότι κάπου στον κόσμο κάποιος χρειάζεται λίγη παραπάνω βοήθεια. Οι χαμηλότερες τιμές αγοράς σημαίνουν ότι κάπου στον κόσμο κάποιος σπαταλά πολύτιμους πόρους. Και ακόμη καλύτερα, οι τιμές σπρώχνουν εκείνους που πιθανότατα θα βοηθήσουν περισσότερο στη σωστή κατεύθυνση. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι αυτό είναι εκπληκτικό. 

Οι περισσότεροι άνθρωποι όμως σκέφτονται τις αγορές μόνο όταν αυτές τους λένε κάτι που δεν θέλουν να ακούσουν. Κάθε κρίση φέρνει μαζί της μαζικές μεταβολές στην προσφορά και τη ζήτηση, που ακολουθούνται από προβλέψιμα δραματικές αλλαγές στις τιμές. Κάποιες τιμές ανεβαίνουν (όπως οι μάσκες Ν95) και κάποιες άλλες βυθίζονται (αργό πετρέλαιο). Και ομοίως προβλέψιμα, αυτές οι αλλαγές στις τιμές θα προκαλέσουν ενάρετες εκκλήσεις για βοήθεια. Οι άνθρωποι καταγγέλλουν την “αισχροκέρδεια” για εβδομάδες, και καθώς γράφω αυτό το άρθρο η Επιτροπή Σιδηροδρόμων του Τέξας εξετάζει το αν θα διατάξει τους πετρελαιοπαραγωγούς να περιορίσουν την παραγωγή τους για να ενισχυθούν οι τιμές. Χρειάζεται να διδάξουμε στους ανθρώπους ότι η παρέμβαση στην αγορά διαταράσσει τη ροή κρίσιμων σημάτων. Δουλειά μας ως οικονομολόγοι είναι να πούμε στους ανθρώπους ότι ενώ μπορεί να μισούν το μήνυμα, δεν πρέπει να πυροβολούν τον αγγελιοφόρο. 

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι οικονομολόγοι θα πρέπει να γίνουν ανόητοι χειροκροτητές των ελεύθερων αγορών. Κατανοούμε ότι οι αποτυχίες της αγοράς προκαλούνται από ανεπαρκώς ορισμένα ιδιοκτησιακά δικαιώματα, κόστη συναλλαγής, ασύμμετρη πληροφόρηση, πολιτική παρέμβαση και τα λοιπά. Πρέπει να αναγνωρίζουμε αυτές τις πιθανότητες και ταυτόχρονα να εξηγούμε ότι μερικές φορές ακόμη και οι ατελείς αγορές είναι καλύτερες από την εναλλακτική. Θα πρέπει ακόμη να αναγνωρίζουμε ότι το ενδιαφέρον μας για την αυτονομία των ανθρώπων, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και άλλες θεμελιώδεις αξίες μπορεί να υπερνικούν την αγορά.

Διδάξτε τους ανθρώπους να εμπιστεύονται τις ηθικές αλλά όχι τις οικονομικές τους διαισθήσεις. Αυτό είναι μια κάποια παραλλαγή της συμβουλής του Χάγιεκ για ταπεινότητα. Αλλά αν προσπαθήσουμε σοβαρά να διδάξουμε αυτό το μάθημα, μπορεί να ωθήσουμε τον δημόσιο διάλογο σε μια χρήσιμη κατεύθυνση. Πάρτε για παράδειγμα το ζήτημα της αξίας ενός κατώτατου μισθού 15 δολαρίων. Σίγουρα μπορεί να βρει κανείς καλούς οικονομολόγους και στις δύο πλευρές του διαλόγου. Δεν μπορεί όμως να βρει καλούς οικονομολόγους που ξεκινούν από την αφετηρία ότι οι ίδιοι είναι ηθικώς ανώτεροι από εκείνους που προτιμούν μια διαφορετική πολιτική. Πρώτα απ’ όλα, αυτό πιθανότατα δεν ισχύει. Οι άνθρωποι είναι πολύ πιο πιθανό να μοιράζονται τις ίδιες ηθικές διαισθήσεις απ’ ό,τι να φτάνουν στα ίδια συμπεράσματα για περίπλοκα οικονομικά ζητήματα. Ακόμη, το να επιτίθεται κανείς στα ηθικά θεμέλια κάποιου δεν είναι ένας καλός τρόπος να τον κάνει να συμφωνήσει μαζί του. Η λογική και η τεκμηρίωση - τα στοιχεία στα οποία οι καλοί οικονομολόγοι βασίζονται για να πείσουν - είναι πολύ πιθανότερο να επιλύσουν διαφορές. Οι οικονομολόγοι το ξέρουμε. Θα πρέπει και να το δείχνουμε όταν διδάσκουμε/

Διδάξτε τους ανθρώπους να εμπιστεύονται την επιστήμη αλλά να δυσπιστούν έναντι των ερευνών. Στις 11 Απριλίου μια ομάδα ερευνητών, κυρίως από το Στάνφορντ, παρουσίασαν τα αποτελέσματα μιας μελέτης “οροεπιπολασμού αντισωμάτων” ενός δείγματος ανθρώπων από την κομητεία της Σάντα Κλάρα στην Καλιφόρνια. Συμπέραναν ότι “ο επιπολασμός αντισωμάτων SARS-CoV-2 στον πληθυσμό της κομητείας Σάντα Κλάρα υποδεικνύει ότι η μόλυνση είναι πολύ πιο ευρεία απ’ ό,τι καταδεικνύει ο αριθμός των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων”. Αν αυτό ισχύει, τότε αυτά είναι πολύ πολύ καλά νέα. Αυτό σημαίνει ότι ο παρονομαστής στο ανησυχητικά υψηλό ποσοστό θνησιμότητας (CFR) των περιστατικών του COVID-19 είναι πολύ μεγαλύτερος απ’ ό,τι πιστευόταν στο παρελθόν και άρα ο CFR είναι πολύ χαμηλότερος.

Σε μια κρίση, οι άνθρωποι θέλουν καλά νέα. Η μελέτη του Στάνφορντ συζητήθηκε πολύ τόσο στα κοινωνικά, όσο και στα παραδοσιακά μέσα. Στις 17 Απριλίου η Wall Street Journal δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο “Νέα δεδομένα καταδεικνύουν ότι ο κορονοϊός δεν είναι όσο θανατηφόρος νομίζαμε: Μια μελέτη βρίσκει 50 με 85 φορές περισσότερες μολύνσεις από γνωστά περιστατικά - που σημαίνει πολύ χαμηλότερο ποσοστό θνησιμότητας”. Η μελέτη είχε τεράστιες συνέπειες στο διάλογο για το αν θα πρέπει να χαλαρώσουν τα ακραία μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης. 

Δυστυχώς, η μελέτη είχε και τεράστια προβλήματα. Περίπου ταυτόχρονα με τη δημοσίευση αυτών των καλών νέων από τη Wall Street Journal, άλλοι ειδικοί στην επιστήμη και την στατιστική ανακάλυπταν τεράστια σφάλματα στη μελέτη της Σάντα Κλάρα. Κανείς δεν είπε ότι οι αριθμοί που δημοσιεύονταν ήταν λανθασμένοι. Όμως οι ερωτήσεις για την αξιοπιστία του τεστ αντισωμάτων σε συνδυασμό με ερωτήσεις για την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος καταδεικνύουν ότι δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε τα αποτελέσματα.

Παρά τη σαγήνη της “επιστήμης που καθοδηγείται από δεδομένα”, τα δεδομένα σπάνια επιλύουν οριστικά ένα ζήτημα. Τα οικονομικά και τα ιατρικά δεδομένα έχουν κάτι κοινό: και τα δύο μετρούν ένα μικρό σύνολο χαρακτηριστικών ενός περίπλοκου συστήματος. Ακόμη κι αν η μέτρηση είναι ακριβής - που ποτέ δεν είναι - μια χούφτα αριθμοί δεν μπορούν να συλλάβουν πλήρως την πολυπλοκότητα. Και γι’ αυτό μεγάλο μέρος των ερευνών είναι απλώς λάθος, και όλες οι έρευνες είναι ατελείς.

Διδάξτε τους ανθρώπους να παραβλέπουν (ως επί το πλείστον) τις σημειακές εκτιμήσεις. Μια σημειακή εκτίμηση είναι σχεδόν πάντα μια απλή απάντηση σε μια πολύπλοκη ερώτηση. Αν η ερώτηση είναι σημαντική, αυτο δεν επαρκεί. Ιδανικά, η απάντηση στην ερώτησή μας θα περιλαμβάνει κατανομές πιθανοτήτων και διαστήματα εμπιστοσύνης. Αυτό είναι διαφορετικό παρεμπιπτόντως από την καταγραφή μιας σειράς σημειακών εκτιμήσεων. Ξανά, είναι αδύνατον να παραγάγει κανείς αξιόπιστες σημειακές εκτιμήσεις χωρίς μια αξιόπιστη κατανόηση των υποκείμενων κατανομών. Βεβαίως, συχνά δεν ξέρουμε πολλά πράγματα για τις υποκείμενες κατανομές. Αυτό είναι κακό, και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να παραδεχθούμε την άγνοιά μας. Αλλά πρέπει να προσπαθούμε με όλες μας τις δυνάμεις να αποφεύγουμε να γίνεται τίτλος η σημειακή εκτίμηση.

Διδάξτε τους εαυτούς σας να γίνετε κάτι περισσότερο από επιστήμονας. Οι οικονομολόγοι μπορούμε με ασφάλεια να αποφεύγουμε τις κατηγορίες ότι υποφέρουμε όλοι μας από “φθόνο της φυσικής”. Αυτό το κουραστικό κλισέ ποτέ δεν είχε ιδιαίτερο περιεχόμενο. Χρειάζεται να ανησυχούμε για τον φθόνο των επιστημών. Είναι αλήθεια ότι μεγάλο μέρος των όσων κάνουμε μπορεί όντως να χαρακτηριστεί επιστήμη. Διατυπώνουμε και στη συνέχεια δοκιμάζουμε υποθέσεις χρησιμοποιώντας τους ίδιους κανόνες της λογικής και τα πρότυπα απόδειξης των περισσότερων άλλων επιστημών. Αυτό είναι καλό. Όλοι παλεύουμε να κατανοήσουμε την πραγματικότητα, και η επιστημονική μέθοδος μας υποχρεώνει να είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας και ακόμη πιο σημαντικό, ειλικρινείς με τον εαυτό μας.

Αλλά δεν μελετάμε άτομα, μόρια ή κύτταρα. Μελετάμε ανθρώπους. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε να παλέψουμε με την ανθρώπινη φύση. Μπορεί τώρα να πιστεύετε ότι η ανθρώπινη φύση είναι απλώς ένα ακόμη είδος της φύσης, και ότι η φύση ακολουθεί συγκεκριμένους νόμους που μόνο η επιστήμη μπορεί να περιγράψει - ότι αν καταλάβουμε τους νόμους της φύσης θα καταλάβουμε και την ανθρώπινη φύση. Ποιος ξέρει, μπορεί να έχετε δίκιο. Ίσως κάποια μέρα οι επιστήμονες να έχουν τον τελευταίο λόγο για το ποιοι είμαστε.

Πολύ πριν όμως οι άνθρωποι εφεύρουν την επιστήμη, πάλευαν να κατανοήσουν τον εαυτό τους. Η κληρονομιά αυτής της πάλης είναι εμφανής παντού - στην ιστορία, την τέχνη, τη θρησκεία, και τις λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής. Αν παραβλέψετε αυτή την κληρονομιά, αποκόπτεστε από μια απίστευτη πηγή ιδεών και έμπνευσης.

Αυτή είναι σίγουρα η σημαντικότερη κρίση που ζήσαμε. Όλοι μας είμαστε μπερδεμένοι αλλά αντιδρούμε διαφορετικά. Κάποιοι αναζητούν καταφύγιο στα ίδια διανοητικά μέρη όπου πάντα ζούσαν. Αν πιστεύουν στη δύναμη του κράτους να μετριάζει τα σοκ, θέλουν περισσότερο κράτος. Αν πιστεύουν στις αγορές, την ελευθερία και την ατομική αυτονομία, θέλουν περισσότερο από αυτά. Άλλοι όμως μελετούν νέα πράγματα και σκέφτονται τον κόσμο διαφορετικά. Με εντυπωσιάζει το πόσο γρήγορα κάποια από τα λαμπρότερα μυαλά στον κλάδο μας - άνθρωποι όπως οι Daron Acemoglu, Paul Romer, Glen Wyle, John Cochrane και οι συνεργάτες τους - έχουν ενσωματώσει τις ιδέες της επιδημιολογίας, της ιολογίας και άλλων κλάδων στην οικονομική τους ανάλυση.

Γιατί όμως να σταματήσουμε εδώ; Γιατί να μην κοιτάξουμε έξω από την επιστήμη για να βοήθεια στην απάντηση των οικονομικών ερωτήσεων; Οι ιστορικοί μελετούν την ισπανική γρίπη εδώ και 100 χρόνια. Πόσοι από μας κοίταξαν αυτή τη βιβλιογραφία; Για να αποτιμήσουμε ως οικονομολόγοι ανταγωνιστικές πολιτικές, πρέπει να σκεφτούμε την αξία της ανθρώπινης ζωής και το χρέος που οφείλουμε σε άλλους. Οι θεολόγοι αναλογίζονται αυτά τα ζητήματα εδώ και πολύ καιρό. Πόσοι από μας όμως έχουν διαβάσει τα σπουδαία θρησκευτικά κείμενα;

Αυτός είναι ο κατάλογός μου. Νομίζω ότι πρόκειται για καλές συμβουλές για μένα. Θα δούμε πόσο καλά θα μπορέσω να τις ακολουθήσω. Πείτε μου αν δουλέψουν για σας.

--

Ο Michael L. Davis είναι καθηγητής επιχειρηματικών οικονομικών στο O’Neil Center for Global Markets and Freedom της σχολής διοίκησης επιχειρήσεων του Southern Methodist University.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 6 Ιουλίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.