Μία ιδιαίτερα μυωπική κριτική της πολιτικής Τραμπ για τη Βόρεια Κορέα

Μία ιδιαίτερα μυωπική κριτική της πολιτικής Τραμπ για τη Βόρεια Κορέα

Του Ted Galen Carpenter

Το βίντεο της χειραψίας του Προέδρου Τραμπ με τον Βορειοκορεάτη ηγέτη Κιμ Τζονγκ-Ουν, όπου γίνεται ο πρώτος διατελών πρόεδρος των ΗΠΑ που διέσχισε την Αποστρατικοποιημένη Ζώνη (DMZ) για να περάσει στη Βόρειο Κορέα θα έπρεπε να γίνει αποδεκτό θετικά τόσο από την Ανατολική Ασία όσο και από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ήταν ένα ισχυρό σύμβολο της θέρμανσης των σχέσεων μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Πιονγιάνκγκ - μια διαδικασία που ανεκόπη τον Φεβρουάριο όταν μια σύνοδος κορυφής έπεσε απότομα σε αδιέξοδο.

Οι εγχώριοι επικριτές του Τραμπ όμως, φαίνονται απρόθυμοι να του πιστώσουν αυτή τη διπλωματική πρόοδο με τη Βόρεια Κορέα και τη χαλάρωση της επικίνδυνης έντασης που πλήττει την κορεατική χερσόνησο εδώ και επτά δεκαετίες. Από τις πολλές κριτικές που απευθύνονται στον Τραμπ, η πιο ενοχλητική και μη ρεαλιστική είναι πως ακόμη και η επιλογή του διαλόγου με τον Κιμ αντανακλά αμφισβητήσιμη κρίση.

Πολλοί αντίπαλοι του προέδρου τον καταγγέλλουν που συναντιέται με έναν τόσο απεχθή τύραννο υπό τις οποιεσδήποτε συνθήκες. Άλλοι επιμένουν ότι ο Τραμπ θα έπρεπε τουλάχιστον να το αρνηθεί αυτό μέχρι η Πιονγκγιανγκ να κάνει σημαντικά, μη αναστρέψιμα βήματα για την εγκατάλειψη του προγράμματος πυρηνικών της όπλων. Και οι δύο κριτικές καταδεικνύουν μια ανησυχητική έλλειψη ρεαλισμού ως προς το πώς θα πρέπει να διεξάγεται η διπλωματία και το ποιοι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν.

Ένα δημοφιλές κλισέ στην αμερικανική εξωτερική πολιτική και τους δημοσιογραφικούς κύκλους είναι πως ακόμη και η απλή συνάντηση με τον Κιμ αποδίδει στον τύραννο αχρείαστη «νομιμοποίηση». Πράγματι, αυτή η κατηγορία κυριάρχησε κατά τις προηγούμενες συνόδους στη Σιγκαπούρη και το Ανόι. Ο γερουσιαστής Chuck Schumer για παράδειγμα, εξέδωσε μια ανακοίνωση μετά τη σύνοδο της Συγκαπούρης όπου ανέφερε πως ο Τραμπ είχε δώσει «σε μια βάναυση και καταπιεστική δικτατορία τη διεθνή νομιμοποίηση που εδώ και καιρό επιζητούσε». Αυτού του είδους οι καταγγελίες αυξήθηκαν μετά τη συνάντηση στην αποστρατικοποιημένη ζώνη.

Οι ενστάσεις αυτές είναι εντυπωσιακά αφελείς. Η αποτελεσματική διπλωματία προϋποθέτει μια προθυμία διαλόγου με δυσάρεστα καθεστώτα και ηγέτες. Πράγματα, οι Πρόεδροι των ΗΠΑ συστηματικά το κάνουν αυτό καθ' όλη την ιστορία της αμερικανικής δημοκρατίας. Διάφορες σύνοδοι με τους Σοβιετικούς δικτάτορες έλαβαν χώρα κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, και η κανονικοποίηση των σχέσεων των ΗΠΑ με την κομμουνιστική Κίνα συνέβη γιατί ο Ρίτσαρντ Νίξον ήταν πρόθυμος όχι μόνο να ανοίξει διάλογο με τον Μάο Τσε Τουνγκ και τον Ζου Εν Λάι, αλλά και ταξίδεψε στην Κίνα για να εκκινήσει τη διαδικασία. Η οποιαδήποτε πρόοδος με τη Βόρεια Κορέα δεν θα ήταν ιδιαίτερα πιθανή αν ο Πρόεδρος Τραμπ ακολουθούσε τη συμβουλή των επικριτών του και αρνούταν ακόμη και να συναντήσει τον Κιμ Τζονγκ Ουν.

Η ελάχιστα πιο εξευγενισμένη κριτική ότι δεν θα έπρεπε να γίνει σύνοδος μέχρι η Πυονγκγιάνγκ να κάνει προληπτικές υποχωρήσεις στο ζήτημα των πυρηνικών είναι σχεδόν εξίσου μη ρεαλιστική. Όπως εξετάζω σε ένα πρόσφατο άρθρο μου στο National Interest Online, είναι αβέβαιο το αν η Βόρειος Κορέα εγκαταλείψει ποτέ το μικρό της πυρηνικό οπλοστάσιο. Αν όμως η Πυονγκγιάνγκ κάνει τελικά αυτό το βήμα, αυτό θα συμβεί μόνο μετά από παρατεταμένες, δύσκολες διαπραγματεύσεις με σημαντικές παραχωρήσεις και από τις δύο πλευρές. 

Αυτό που επιδιώκουν οι επικριτές του Τραμπ είναι η συνθηκολόγηση της Βόρειας Κορέας και όχι διαπραγματεύσεις. Ένα τέτοιο όμως, τόσο ανισοβαρές αποτέλεσμα δεν συμβαίνει σχεδόν ποτέ, πέρα από τις περιπτώσεις όπου μια χώρα χάνει αποφασιστικά έναν πόλεμο. Ελπίζει κανείς ότι οι πολιτικοί και οι δημοσιολογούντες που απαιτούν τη συνθηκολόγηση της Βόρειας Κορέας δεν υποστηρίζουν υπόρρητα τον πόλεμο εναντίον της. Αν όμως αποκλείσουμε αυτό το σενάριο, τότε η επιμονή τους σε μαζικές και προληπτικές παραχωρήσεις δεν βγάζει νόημα.

Ο Πρόεδρος Τραμπ όντως έχει την τάση να υπερτονίζει τις επιτυχίες του, και το ίδιο έκανε και με την προσωπική του διπλωματία με τον Κιμ. Σημαντικές εντάσεις παραμένουν στην κορεατική χερσόνησο, και λόγω της ανόητης επιμονής της Ουάσινγκτον να διατηρεί αμερικανικές δυνάμεις στη Νότια Κορέα ως συσκευές παγίδευσης, η χώρα συνεχίζει να διατρέχει αχρείαστους κινδύνους.

Ακόμη και η μετριοπαθής μείωση των εντάσεων όμως συνιστά μια καλή εξέλιξη, και οι ηγέτες των ΗΠΑ και της Βόρειας Κορέας χαμογελούν αντί να δείχνουν τα δόντια τους ο ένας στον άλλο. Διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις αρνήθηκαν να συνομιλήσουν με τη Βόρεια Κορέα ακόμη και ενώ οι τοξικές διμερείς σχέσεις επιδεινώνονταν. Ο Πρόεδρος Τραμπ φαίνεται να έχει εγκαταλείψει αυτόν τον μάταιο δρόμο, και για την απόφασή του αυτή αξίζει αναγνώριση και υποστήριξη και όχι μικρόψυχη κριτική.

--

Ο Ted Galen Carpenter είναι στέλεχος για τη μελέτη ζητημάτων άμυνας και εξωτερικής πολιτικής στο Cato Institute. 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 2 Ιουλίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.