Η Τουρκία του Ερντογάν δεν είναι σύμμαχος της Αμερικής

Η Τουρκία του Ερντογάν δεν είναι σύμμαχος της Αμερικής

Του Michael Rubin

Η στροφή 180 μοιρών του Προέδρου Τραμπ προς τον Τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι τόσο απότομη που μπορεί να προκαλέσει αυχενικό πόνο. Πριν από μόλις πέντε μήνες, ο Τραμπ επέκρινε την Τουρκία και στοχοποιούσε την οικονομία της για να γονατίσει τον Ερντογάν ως αντίποινο έναντι της κράτησης του πάστορα Άντριου Μπράνσον. Στο παρασκήνιο, Αμερικανοί αξιωματούχοι και η αντικατασκοπεία των ΗΠΑ ενοχλούνταν ολοένα και περισσότερο με την στάση του Ερντογάν να ενισχύει το Ισλαμικό Κράτος καθώς και τρομοκρατικές ομάδες από τη Χαμάς μέχρι τη Μπόκο Χαράμ. Τώρα, βεβαίως, ο Ερντογάν είναι ο έμπιστος φίλος του Τραμπ.

Το ειρωνικό σ' αυτή την στροφή είναι ότι ο ευερέθιστος Τραμπ δεν έχει απολύτως καμία ιδέα της περιφρόνησης με την οποία τον βλέπει ο Ερντογάν και ο τουρκικός τύπος. Ο Ερντογάν μπορεί να είναι ένα αίνιγμα για πολλούς διπλωμάτες και αναλυτές που δεν θέλουν να πιστέψουν το χειρότερο σενάριο γι' αυτόν, αλλά κάποιες τουρκικές εφημερίδες που επιτρέπεται να κυκλοφορούν και που έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του Ερντογάν δίνουν μια εικόνα του μυαλού του. Ο λόγος είναι απλός: κάθε δημοσιογράφος που τολμά να αμφισβητήσει το τι λέει ή σκέφτεται ο Ερντογάν απολύεται, φυλακίζεται ή παθαίνει ακόμη χειρότερα. Όπως επισημαίνει η αρθρογράφος Ζεϊνέπ Γκουρτζανλί σε μια από τις τελευταίες κοσμικές εφημερίδες της Τουρκίας, “Οι δημοσιογράφοι που είπαν ότι 'η πολιτική του ΑΚΡ στη Συρία είναι λάθος', αποστασιοποιήθηκαν, περιθωριοποιήθηκαν και απολύθηκαν”. Αντιθέτως, οι χειροκροτητές του Ερντογάν όπως ο Ιμπραήμ Καραγκιούλ στη Γενί Σαφάκ έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή και μάλιστα βρήκαν τις πύλες του πλούτου και των ιδιαίτερα περιορισμένων τουρκικών ηλεκτρικών μέσων ανοιχτές γι' αυτούς.

Τι λένε λοιπόν αυτοί οι δημοσιογράφοι για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Τραμπ; Ενώ η Ουάσινγκτον μπορεί να ομφαλοσκοπεί και να υποθέτει πως το αντιαμερικανικό αίσθημα σχετίζεται εξ ολοκλήρου με τον Τραμπ, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι ο Τραμπ δεν είναι η αιτία του αντιαμερικανισμού στην Τουρκία, καθώς η τάση αυτή προηγείται κατά πολύ. Σύμφωνα με τις ετήσιες έρευνες του Pew Research Center για τον αντιαμερικανισμό, οι θετικές γνώμες των Τούρκων προς τις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκαν από περίπου 50% το 1999 σε μόλις 30% αμέσω μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου - και αυτό πριν τον πόλεμο των ΗΠΑ με το Ιράκ. Έκτοτε, τα σχετικά ποσοστά έχουν καταβυθιστεί.

Όταν ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα διέταξε την επίθεση με drones στην Υεμένη που είχε ως αποτέλεσμα τη θανάτωση του ιεροκήρυκα της Αλ Κάιντα Ανγουάρ αλ Αουλάκι, ο οποίος κήρυξε σε τρεις από τους αεροπειρατές της 11ης Σεπτεμβρίου και υπήρξε μέντορας του εκτελεστή του Ford Hoot Νιντάλ Χασάν, η Γενί Σαφάκ συνέκρινε τον Αμερικανό πρόεδρο με τον Χίτλερ. Όταν στη συνέχεια ο Ομπάμα διακήρυξε ότι οι ΗΠΑ δεν βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με το Ισλάμ, η Γενί Σαφάκ χαρακτήρισε αυτή τη δήλωση ως κατάφωρο ψέμα, και υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ επεδίωκαν να διεξάγουν πόλεμο εναντίον του Ισλάμ  καθώς ενορχήστρωσαν τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου και στη συνέχεια δημιούργησαν το Ισλαμικό Κράτος. Το 2017, ο Καραγκιούλ, ο οποίος χάρη στις συνωμοσίες του προήχθη σε αρχισυντάκτης της Γενί Σαφάκ, διατύπωσε μια νέα, σύμφωνα με την οποία κάθε εξέλιξη στη Μέση Ανατολή από τον Πόλεμο του Κόλπου το 1991 και έκτοτε, ήταν στην πραγματικότητα μια δολοπλοκία από τις ΗΠΑ για να καταστρέψουν το Ισλαμ.

Ως προς την άποψη του Ερντογάν για τον Τραμπ, μόλις πριν από έναν χρόνο, ο Καραγκιούλ δήλωνε ότι “Οι ΗΠΑ δεν αποτελούν πλέον αξιόπιστη χώρα για την Τουρκία. Δεν είναι ούτε εταίρος, ούτε σύμμαχος - δεν μπορεί να είναι, και δεν θα είναι”.  Καθώς ο Ερντογάν υπόσχεται να νικήσει το Ισλαμικό Κράτος, είναι αναγκαίο να το θεωρεί υποχείριο των ΗΠΑ ή, όπως η Γενί Σαφάκ το ονομάζει “το νόθο παιδί” της Αμερικής. Αυτή η ρητορική δεν είναι περιστασιακή, ούτε απλώς μια επινόηση των τουρκικών εφημερίδων - αντιθέτως αντανακλά τις θέσεις του ίδιου του Ερντογάν. Στο αποκορύφωμα του πολέμου εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, για παράδειγμα, ο ίδιος ο Ερντογάν διατύπωσε στους οπαδούς του την υπόθεση ότι οι ΗΠΑ δημιούργησαν το Ισλαμικό Κράτος ώστε να έχουν την αφορμή αφενός να παρεμβαίνουν στην περιοχή και αφετέρου να προωθήσουν την ισλαμοφοβία.

Στο εμπύρετο μυαλό του Ερντογάν, η νίκη εναντίον του Ισλαμικού Κράτους συνεπάγεται νίκη εναντίον των ΗΠΑ. Ακόμη κι αν ο ίδιος πιστεύει ότι η μεταστροφή του Ερντογάν στη Συρία είναι ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα, όσοι συμμερίζονται το όραμα του Ερντογάν οικτίρουν τον Τραμπ για την αδυναμία του. “Ο Ερντογάν έχει καλύτερο χέρι… καθώς ο Τραμπ δεν έχει ακόμη τον έλεγχο επί του κατεστημένου συστήματος”, έγραψε ο Καραγκιούλ την επομένη της συνόδου μεταξύ των δύο ηγετών το 2017. Για το σημερινό τουρκικό καθεστώς συνεπώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι αξιόπιστες καθώς είναι δημοκρατικές. Ούτε ο Ερντογάν θα πρέπει να δίνει σημασία σε μια χώρα που, σε αντίθεση με τις δηλώσεις του Ερντογάν, οι οπαδοί του Ερντογάν βλέπουν να βρίσκεται σε παρακμή. “Οι ΗΠΑ και η Δύση βρίσκονται σε μια περίοδο οπισθοδρόμησης. Η οικονομική τάξη την οποία ελέγχουν βρίσκεται σε αδιέξοδο και μπορεί πλέον να κινηθεί” διακήρυξε η Γενί Σαφάκ.

Ο Τραμπ μπορεί να κάνει παραχωρήσεις, και ο Ερντογάν να τις καρπώνεται, αλλά τίποτε δεν αλλάζει το γεγονός ότι, κατά την κοσμοθεωρία του Ερντογάν και της ομάδας του οι ΗΠΑ είναι “η πρωταρχική απειλή για την Τουρκία”. Όπως εξηγεί ο Καραγκιούλ, η σύγκρουση ανάμεσα στα αμερικανικά και τα τουρκικά συμφέροντα είναι μέρος μιας “εκατονταετούς διαμάχης”. Το γεγονός ότι η Τουρκία δεν έχει ακόμη συμπληρώσει εκατό χρόνια ζωής υπογραμμίζει το πω΄ς ο Ερντογάν βλέπει τον εαυτό του ως εκπρόσωπο του παγκόσμιου ισλαμισμού στη μάχη εναντίον του δυτικού φιλελευθερισμού. Ο ίδιος ο Τραμπ δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα αλλάξει το μυαλό των Τούρκων: όταν μίλησε ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ο τύπος που υποστηρίζει τον Ερντογάν χαρακτήρισε τις ιδέες του ως την επιτομή της “εσωστρέφειας” και της “ξεροκεφαλιάς”.

Ο Τραμπ δεν θα είναι ο πρώτος ηγέτης που βάζει όλα τα αυγά του στο καλάθι του Ερντογάν. Το 2012, ο Ομπάμα δήλωσε ότι ο Ερντογάν είναι ανάμεσα στους πέντε διεθνείς ηγέτες με τους οποίους ο ίδιος αισθάνεται εγγύτερα, μιλώντας μάλιστα για τις συμβουλές που του έδωσε ο Τούρκος ηγέτης για την ανατροφή των κορών του. Κατά τη δεύτερη θητεία του όμως, ο Ομπάμα έμαθε ότι είναι ανόητο να εμπιστεύεται τον Ερντογάν. Τον είδε όπως στην πραγματικότητα είναι: ένας βαθιά διεφθαρμένος ιδεολόγος, αποφασισμένος να καταστρέψει τη φιλελεύθερη τάξη που οικοδομήθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ένας υποστηρικτής της τρομοκρατίας και αντισημίτης.

Ο Τραμπ μπορεί να πιστεύει ότι η ηγεσία σημαίνει να αψηφά την κοινή λογική στην Ουάσινγκτον. Έχει βεβαίως δίκιο να αμφισβητεί μεγάλο μέρος της. Αλλά υιοθετώντας τον Ερντογάν, όχι μόνο εκχωρεί ισχύ σε έναν άνθρωπο που ενέχεται στην ανάδυση και την επιβίωση του Ισλαμικού Κράτους, αλλά και σε κάποιον του οποίου ο στενότατος κύκλος γελοιοποιεί τον Τραμπ αν όχι καταπρόσωπα, πάντως πίσω από την πλάτη του προς τον τουρκικό λαό. Στην Ουάσινγκτον, ο Τραμπ μπορεί να πιστεύει ότι η στάση του αυτή είναι μια δημιουργική αναταραχή. Στην Άγκυρα όμως θα χαρακτηριστεί ως εξευτελισμός της Αμερικής και του προέδρου της.


--

Ο Michael Rubin είναι πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου, με κύρια ερευνητικά ενδιαφέροντα τη Μέση Ανατολή, την Τουρκία, το Ιράν και τη διπλωματία.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 8 Ιανουαρίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute (ΑΕΙ) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.