Η συμφωνία ΕΕ-Mercosur είναι αιτία πανηγυρισμού, αλλά με μέτρο

Η συμφωνία ΕΕ-Mercosur είναι αιτία πανηγυρισμού, αλλά με μέτρο

Των Dr Radomir Tylecote και Felix Hathaway

Η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην ΕΕ και τη Mercosur (το εμπορικό μπλοκ της Νότιας Αμερικής που περιλαμβάνει τη Βραζιλία, την Παραγουάη, την Αργεντινή και την Ουρουγουάη, με τη Βενεζουέλα να βρίσκεται σε αναστολή) προκάλεσε έντονους πανηγυρισμούς. Ενώ πρέπει να καλωσορίσουμε τη συμφωνία καθ'' αυτή, το βάθος της μπορεί να μην είναι αντίστοιχο του μεγάλου της εύρους. Ακόμη, αν δούμε τις λεπτομέρειες, η συμφωνία φαίνεται να έχει ως στόχο περισσότερο να σηματοδοτήσει το άνοιγμα του εμπορίου και να απορρίψει την έννοια του προστατευτισμού - στόχοι βεβαίως καλοδεχούμενοι - παρά να εφαρμόσει μια σοβαρή και προκλητική απελευθέρωση, και στην πλευρά της ΕΕ.

Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Όπως αποσαφηνίζουν τα έγγραφα της ΕΕ, οι σκοποί της συμφωνίας είναι τόσο «να βοηθήσουν την ΕΕ και τη Mercosur να διαμορφώσουν κανόνες παγκόσμιου εμπορίου που ανταποκρίνονται στις υψηλότερες προδιαγραφές της ΕΕ» και «να στείλουν ένα ισχυρό σήμα στον κόσμο… ό,τι δυο από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες οικονομίες απορρίπτουν τον προστατευτισμό» όσο και να βοηθήσουν πραγματικά τους καταναλωτές στις δύο περιοχές.

Πρώτον τα θετικά. Η συμφωνία απελευθερώνει από τους δασμούς και τις ποσοστώσεις επί των βιομηχανικών αγαθών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που επιβάλλει η ΕΕ καθώς και πάνω από το 90% των αγαθών που απελευθερώνονται από τη Mercosur. Αυτό περιλαμβάνει κομβικούς αμυντικούς κλάδους όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η κατασκευή εξαρτημάτων μηχανών και τα χημικά. Η απελευθέρωση θα συμβεί σταδιακά σε μια περίοδο 10-15 ετών (όπως συνήθως συμβαίνει) και είναι καλοδεχούμενη καθώς θα μειώσει τις τιμές για τους καταναλωτές της ΕΕ και για τη βιομηχανική παραγωγή. Επίσης, προβλέπεται να επωφεληθούν οι Ευρωπαίοι εξαγωγείς, μολονότι πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και εκεί όπου το 93% των εμπορικών συναλλαγών απελευθερώνεται στα εξαρτήματα μηχανών, αυτό θα καλύπτει μόλις το 67% των εξαγωγών μηχανών της ΕΕ.

Πιο προβληματικές είναι οι προβλέψεις για την πρόσβαση των αγροτικών προϊόντων στις αγορές. Ενώ η Mercosur απελευθερώνει συναλλαγές που αντιστοιχούν στο 95% της αξίας των εξαγωγών της ΕΕ, μεγάλα αμυντικά συμφέροντα της ΕΕ διατηρούνται σε τομείς όπως το βοδινό κρέας, τα πουλερικά, το ρύζι και η ζάχαρη. Για παράδειγμα, η συμφωνία επιτρέπει μόνο μια ποσοστωμένη εισαγωγή 180.000 τόνων ζάχαρης στην ΕΕ (η οποία θα πρέπει να είναι επίσης ζάχαρη προς επεξεργασία προκειμένου να προστατεύεται η ευρωπαϊκή βιομηχανία. Επίσης, η ποσόστωση 99.000 τόνων βοδινού κρέατος είναι χαμηλή συγκρινόμενη με την παραγωγή των κρατών-μελών. Ενώ αυτά τα βήματα της συμφωνίας συνιστούν ένα βήμα προς τα εμπρός, ιδίως στην κατεύθυνση της εξάλειψης των εξαγωγικών τελών από τη Mercosur, αυτό το βήμα είναι μικρό και δεν αναμένεται να έχει σημαντικά αποτελέσματα για τους Ευρωπαίους καταναλωτές.

Η μεγαλύτερη απογοήτευση όμως αφορά τις προβλέψεις της συμφωνίας για τα ρυθμιστικά εμπόδια στο εμπόριο. Η «απόρριψη του προστατευτισμού» και η προώθηση της τήρησης των προδιαγραφών της ΕΕ εντέλει δεν είναι συμβατοί μεταξύ τους στόχοι. Πιο συγκεκριμένα, όπως αποσαφηνίζει το κείμενο της Συμφωνίας επί της Αρχής «οι προδιαγραφές υγειονομικής και φυτοϋγειονομικής προστασίας (SPS) είναι και θα παραμείνουν μη διαπραγματεύσιμες». Αυτό είναι ένα πρόβλημα. Ο προστατευτισμός ολοένα και περισσότερο μετακινείται από τους δασμούς και τις ποσοστώσεις προς τη μεταμφίεσή του υπό τον μανδύα των ρυθμιστικών προδιαγραφών, οι οποίες υπερβαίνουν τις αναγκαίες προβλέψεις για την προστασία της υγείας ανθρώπων και ζώων και παραβλέπουν τα επιστημονικά δεδομένα. Αυτό σημαίνει ότι, μολονότι θα υπάρξει μια κάποια μείωση στους δασμούς, οι εισαγωγές στην ΕΕ θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις αυστηρές προδιαγραφές SPS της ΕΕ «από τη φάρμα στο πιάτο», που εμποδίζουν την καινοτομία και δεν επιτρέπουν στους Ευρωπαίους να εκμεταλλευτούν πλήρως την υψηλότερη αγροτική παραγωγικότητα των χωρών της Mercosur. Το αποτέλεσμα αυτού του καθεστώτος, που ολοένα και περισσότερο εξάγεται από την ΕΕ μέσω τέτοιων συμφωνιών, πιθανότατα θα αποβεί εναντίον της δημιουργίας πλούτου.

Αυτή η ιστορία κατ' ουσίαν επαναλαμβάνεται σε ό,τι αφορά τα Τεχνολογικά Εμπόδια στο Εμπόριο και τις Υπηρεσίες και την Εγκατάσταση Επιχειρήσεων. Τίποτα απ' όσα συμφωνήθηκαν δεν υπερβαίνει μια βασική δέσμευση περί μη διακριτικής αντιμετώπισης και περί της θεμελίωσης των ρυθμίσεων επί των διεθνών προτύπων. Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι η συζήτηση για τη ρυθμιστική σύγκλιση σε κάποια από αυτά τα πεδία, και ενώ κάποια πρότυπα θα προκύψουν από τα αντίστοιχα διεθνή, αυτά φαίνονται να προκύπτουν από τον ορισμό που δίνει η ΕΕ σ' αυτά. Οι αποφάσεις της επιτροπής των Τεχνολογικών Εμποδίων στο Εμπόριο (TBT) του ΠΟΕ δεν είναι αναγκαστικά τελικές και αφήνουν ανοιχτό τον δρόμο για τη διαρκή επέκταση της ρυθμιστικής σφαίρας της ΕΕ στις χώρες της Mercosur.

Πέρα από αυτά τα πεδία, η συμφωνία περιέχει καλοδεχούμενες, σχετικά συνήθεις προβλέψεις για τις δημόσιες συμβάσεις, τον έλεγχο συμμόρφωσης, τον ανταγωνισμό και τη βιώσιμη ανάπτυξη, και τα περιορισμένα μέτρα στις κρατικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεις στο ομοσπονδιακό επίπεδο. Συνολικά όμως, η συμφωνία έχει εξίσου ως στόχο την προβολή της εικόνας του ανοίγματος ενώ ταυτόχρονα επεκτείνεται η ρυθμιστική επιρροή της ΕΕ, όσο και την πραγματική απελευθέρωση από πλευράς ΕΕ.

--

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 16 Ιουλίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Epicenter Network και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.