Γιατί ο κατώτατος μισθός των 15 δολαρίων την ώρα στις ΗΠΑ είναι μια ριψοκίνδυνη ιδέα

Γιατί ο κατώτατος μισθός των 15 δολαρίων την ώρα στις ΗΠΑ είναι μια ριψοκίνδυνη ιδέα

Τι είναι ο λαϊκισμός; Ένας τρόπος ορισμού του, είναι μέσω των διάφορων πολιτικών απόψεων που συχνά σχετίζονται με αυτόν, όπως η αντίθεση στη μετανάστευση και στο ελεύθερο εμπόριο. Μια βαθύτερη και πιο φιλοσοφική προσέγγιση μπορεί να ορίσει τον λαϊκισμό ως μια πολιτική που απορρίπτει τους περιορισμούς και τις σταθμίσεις στην πολιτική.

Οι οικονομολόγοι Rudiger Dornbusch και Sebastian Edwards στο άρθρο τους με τίτλο “The Macroeconomics of Populism” (Η μακροοικονομική του λαϊκισμού), εντόπισαν το 1991 διάφορα κοινά στοιχεία μεταξύ των λατινοαμερικανικών χωρών που κυβερνώνται από λαϊκιστές, μεταξύ των οποίων και την ύπαρξη ενός ηγέτη με χαρακτηριστικά σωτήρα, που παραβλέπει την ύπαρξη κάθε είδους περιορισμών στην οικονομική πολιτική.

Κι αυτό βγάζει νόημα. Ο λαϊκισμός συνήθως αναδύεται σε χώρες όπου υπάρχει απογοήτευση ως προς τις οικονομικές επιδόσεις. Γιατί λοιπόν οι πολίτες ή η νέα λαϊκιστική κυβέρνηση να ακούσουν τις ελίτ που γκρινιάζουν, για παράδειγμα, για την επίπτωση που θα έχουν οι ανεξέλεγκτες δαπάνες στο εθνικό νόμισμα, την ώρα που η ίδια αυτή ομάδα απέτυχε να παραγάγει ευημερία όταν βρέθηκε στην εξουσία;

Σύμφωνα με αυτόν τον βαθύτερο ορισμό, τόσο οι Δημοκράτες όσο και οι Ρεπουμπλικανοί βρίσκονται σήμερα σε μια λαϊκιστική φάση. Πάρτε για παράδειγμα το ζήτημα του εθνικού κατώτατου μισθού των 15 δολαρίων την ώρα, μια πολιτική την οποία υποστηρίζει ο Δημοκρατικός υποψήφιος Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και, όπως φαίνεται, και όλοι οι προοδευτικοί σχολιαστές στα κοινωνικά μέσα. Η πολιτική αυτή φαίνεται τόσο αυτονόητη σε πολλούς ανήκοντες στην αριστερά που απλώς και μόνο η αναφορά σε πιθανές αρνητικές της συνέπειες προκαλεί δυσαρέσκεια και στη χειρότερη περίπτωση κακόβουλες αντιδράσεις. 

Αυτή όμως η ισχυρή πεποίθηση δεν δικαιολογείται. Σε μια πρόσφατη εκδήλωση του ΑΕΙ, το ζήτημα του κατώτατου μισθού εξετάστηκε με έναν τρόπο που μπορεί να εκπλήξει τους ανθρώπους που γνωρίζουν μόνο όσα έχουν να πουν για το θέμα αυτό οι Δημοκρατικοί πολιτικοί, σχολιαστές και ακτιβιστές. Η εκδήλωση αυτή είχε ως θέμα ένα νέο βιβλίο των ερευνητών του Brookings, Richard Reeves και Isabel Sawhill με τίτλο A New Contract with the Middle Class (Ένα νέο συμβόλαιο για τη μεσαία τάξη). Και μια από τις προτάσεις τους είναι ο ορισμός ενός κατώτατου ορίου μισθού ύψους 12 και όχι 15 δολαρίων σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

Ζήτησα από τον Reeves να εξηγήσει γιατί η δική τους πρόταση ζητά έναν χαμηλότερο κατώτατο μισθό απ’ ό,τι φαίνεται να θέλουν πολλοί ανήκοντες στην αριστερά. Μου απάντησε: “Είναι σαφές ότι πολλοί στην αριστερά θα πουν ότι σε πολλά σημεία δεν προχωράμε αρκετά μακριά, αλλά ο κατώτατος μισθός είναι ένα παράδειγμα όπου βλέποντας την αγορά εργασίας μπορούμε να πούμε ότι τα 12 δολάρια είναι εντάξει ως εθνικό κατώτατο όριο, αλλά θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Εμείς λέμε μάλιστα ότι κάποιες χώρες και περιοχές μπορεί να θέλουν να πάνε ψηλότερα, αλλά τα 15 δολάρια είναι κατά την άποψή μας, υπερβολικά πολλά”.

Και το σχόλιο του συναδέλφου μου στο ΑΕΙ Michael Strain, που συμμετείχε επίσης στην εκδήλωση: “Υπάρχει μια στάθμιση που αφορά αφενός την ενίσχυση της μεσαίας τάξης και αφετέρου την ενίσχυση των Αμερικανών που δεν ανήκουν σ’ αυτή. Για παράδειγμα, ένας κατώτατος μισθός 12 δολαρίων σίγουρα θα απέβαινε προς όφελος της μεσαίας τάξης, αλλά πιστεύω ότι ταυτόχρονα θα απέβαινε εις βάρος των εργαζόμενων με λιγότερη πείρα και λιγότερες δεξιότητες στην αγορά εργασίας καθώς θα μείωνε τις διαθέσιμες σε αυτούς ευκαιρίες απασχόλησης. Υπάρχει βεβαίως η δυνατότητα να κάνουμε αυτή την επιλογή. Δεν είναι παράλογο να το υποστηρίξει αυτό κανείς, αλλά καλούμαστε να επιλέξουμε ανάμεσα σε δύο πράγματα. Κι εγώ δεν θα επέλεγα αυτό”.

Αυτή η επιφυλακτική στάση έναντι του κατώτατου μισθού των 15 δολαρίων δεν πρέπει να μας εκπλήσσει, ιδίως αν λάβουμε υπόψη ότι λίγες πολιτείες ή πόλεις έχουν δοκιμάσει έναν τόσο υψηλό κατώτατο μισθό. Είναι γελοίο να απορρίπτουμε με μια απλή χειρονομία τις όποιες πιθανές αρνητικές συνέπειες στην απασχόληση. Μάλιστα το μη κομματικό Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου εκτιμά ότι ένας κατώτατος μισθός στα 15 δολάρια θα εξάλειφε 1,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Και περισσότερα δεδομένα από ένα πρόσφατο άρθρο του Michael Strain στο Bloomberg:

“Σύμφωνα με τα δεδομένα του Γραφείου Εργασιακών Στατιστικών, οι μισοί από τους εργαζόμενους σε 20 πολιτείες κέρδισαν το 2019 λιγότερα από 18 δολάρια την ώρα. Σε 35 πολιτείες, ο διάμεσος ωριαίος μισθός ήταν μικρότερος από 20 δολάρια. Ο ορισμός του κατώτατου μισθού σε επίπεδα τόσο κοντά στον διάμεσο μισθό θα αποκλείσει πολλούς εργαζόμενους από την αγορά εργασίας. Σε 47 πολιτείες μάλιστα, το 25% των εργαζομένων αμείφθηκε με λιγότερα από 15 δολάρια την ώρα.

Μια ομάδα οικονομολόγων, μεταξύ των οποίων και ο Jacob Vigdor από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, μελετούν τα αποτελέσματα που είχε στην απασχόληση η κίνηση του Σηάτλ να αυξήσει τον κατώτατο μισθό στα 15 δολάρια. Το 2016, το Σηάτλ, μια πόλη με υψηλούς μισθούς, είχε ορίσει τον κατώτατο μισθό στα 13 δολάρια, οδεύοντας προς τα 15. Οι οικονομολόγοι βρήκαν ότι αυτό οδήγησε σε μια μείωση της τάξης του 9% στις θέσεις εργασίας χαμηλής αμοιβής.

Η παραγόμενη αύξηση στις αμοιβές δεν ισοστάθμισε τη μείωση της απασχόλησης, και τα συνολικά κέρδη για τους εργαζόμενους με χαμηλούς μισθούς μειώθηκαν. Οι μετέπειτα έρευνες των οικονομολόγων κατέληξαν ότι τα οφέλη από την αύξηση του κατώτατου μισθού τα καρπώθηκαν οι πιο έμπειροι εργαζόμενοι”.

Αυτήν ακριβώς την εμπεριστατωμένη και υποστηριζόμενη από δεδομένα ανάλυση χρειαζόμαστε στους πολιτικές μας συζητήσεις - ακόμη και στα κοινωνικά μέσα.

--

Ο James Pethokoukis είναι αρθρογράφος και μπλόγκερ στο American Enterprise Institute (ΑΕΙ).

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 26 Οκτωβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.