Π. Ρουμελιώτης: Η Ελλάδα υπέστη βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή

Π. Ρουμελιώτης: Η Ελλάδα υπέστη βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή

Τις κοινωνικές και οικονομικές, συνέπειες εκείνων των αποφάσεων που οδήγησαν σε ένα βίαιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. περιγράφει σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο τότε αν. Εκτελεστικός Διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Μάρτιος 2010 - Δεκέμβριος 2011), Παναγιώτης Ρουμελιώτης

«Η Ελλάδα οδηγήθηκε "ως πρόβατο επί σφαγήν" και αποδέχτηκε ένα βίαιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, δηλαδή αυστηρής λιτότητας», επισημαίνει ο Π. Ρουμελιώτης, ενώ, προσθέτει, και «με τη μη έγκαιρη αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους δεν αποφεύχθηκε ούτε η επιμόλυνση και άλλων χωρών της Ευρωζώνης, όπως υποστήριζαν οι Ευρωπαίοι»,υποστήριξε

Αναφέρει ότι το ΔΝΤ είχε σοβαρές επιφυλάξεις για την εμπλοκή του σε ένα πρόγραμμα χρηματοδοτικής στήριξης της χώρας μας. Κι αυτό επειδή το πρόγραμμα αυτό θα έπρεπε να συνδυαστεί με μια αναδιάρθρωση, δηλαδή κούρεμα του ελληνικού χρέους προς τους ιδιώτες που κατείχαν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου.

«Για το λόγο αυτό ο τότε Γενικός Διευθυντής του ΔΝΤ Dominique Strauss Kahn κάλεσε μυστικά κυβερνητικούς εκπροσώπους της Γαλλίας και της Γερμανίας στην Ουάσιγκτον, ώστε να τους πείσει για την αναγκαιότητα άμεσης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Ωστόσο οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ στη συνάντηση αυτή αντιμετώπισαν την κάθετη άρνηση των Ευρωπαίων ομολόγων τους, κυρίως των Γάλλων. Οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ γνώριζαν ότι το ελληνικό χρέος δεν ήταν βιώσιμο και με την αναδιάρθρωσή του θα καθησυχάζονταν οι αγορές και θα απομακρυνόταν το ρίσκο μιας χαοτικής πτώχευσης της Ελλάδας καθώς και ο κίνδυνος επιμόλυνσης και άλλων ευάλωτων χωρών της Ευρωζώνης. Αντίθετα, οι εκπρόσωποι της Γαλλίας και Γερμανίας, όπως και ο τότε Πρόεδρος της ΕΚΤ Trichet, πίστευαν ότι με την αναδιάρθρωση οι ευρωπαϊκές Τράπεζες, που κατείχαν ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, θα έπρεπε να καταγράψουν ζημιές στους ισολογισμούς τους, γεγονός που θα κλόνιζε την αξιοπιστία τους.»

Από την πλευρά της, η τότε ελληνική κυβέρνηση, όπως αναφέρει «και προκύπτει από τις δηλώσεις των εμπειρογνωμόνων του Ταμείου που περιέχονται στα επίσημα πρακτικά των συζητήσεων του Δ.Σ. του ΔΝΤ (9/5/2010), δεν έδειξε διατεθειμένη να ασπαστεί την ιδέα του ΔΝΤ για αναδιάρθρωση του χρέους. Και αυτό επειδή φοβόταν τις αντιδράσεις του Trichet που απειλούσε ότι θα διέκοπτε τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών. Δεν είχε επίσης κατανοήσει ότι υπήρχαν μικρές πιθανότητες να αφήσει την Ελλάδα να πτωχεύσει, επειδή το κόστος θα ήταν πολλαπλάσια μεγαλύτερο για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Η κυβέρνηση φοβήθηκε επίσης το πολιτικό κόστος».

Έτσι η Ελλάδα οδηγήθηκε «ως πρόβατο επί σφαγήν» και αποδέχτηκε ένα βίαιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, δηλαδή αυστηρής λιτότητας, τόνισε.

 

Σημειώνει ακόμα ότι ορισμένα μέλη του ΔΣ καυτηρίασαν τη στάση αυτή των Ευρωπαίων. Για παράδειγμα, ο εκπρόσωπος της Βραζιλίας υποστήριξε ότι το ελληνικό πρόγραμμα αποσκοπούσε στη διάσωση των ευρωπαϊκών Τραπεζών και τη μετατροπή του χρέους της Ελλάδας προς ιδιώτες πιστωτές σε χρέος προς κράτη και δημόσιους φορείς. Οι Ευρωπαίοι Εκπρόσωποι απάντησαν ότι οι τράπεζές τους δεσμεύτηκαν να μη ρευστοποιήσουν τα ελληνικά ομόλογα, πράγμα που δεν έκαναν στη συνέχεια.

Ερωτηθείς για τις εσφαλμένες εκτιμήσεις και η δυσανάλογη έμφαση στη δημοσιονομική προσαρμογή απαντά: «Από τη στιγμή που απορρίφθηκε η επιλογή της άμεσης αναδιάρθρωσης του χρέους, έπρεπε το πρόγραμμα να προβλέπει μια βίαιη διόρθωση του δημοσιονομικού ελλείμματος (15% του ΑΕΠ το 2009), δηλαδή σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτό ήταν αναγκαίο ώστε να μη συνεχιστεί η ανεξέλεγκτη αύξηση του χρέους και καταστεί αυτό πιο προβληματικό, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί η Ελλάδα σε πτώχευση».

 

Υποστηρίζει πως θα μπορούσε να αποτραπεί αυτή η καταστροφή της ελληνικής οικονομίας με την άμεση αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. «Η Citi, αλλά και οι άλλοι χρηματοπιστωτικοί φορείς, είχαν υπολογίσει στις αρχές του 2010 ότι μια απομείωση του ελληνικού χρέους, κατά 30-40% από την αρχή της κρίσης, θα καθιστούσε βιώσιμο το ελληνικό χρέος (στο 75-80% του ΑΕΠ). Έτσι δε θα χρειαζόταν μια βίαιη χρονικά δημοσιονομική προσαρμογή και οι συνέπειες στο ΑΕΠ, τα εισοδήματα και την απασχόληση θα ήταν πολύ λιγότερο αρνητικές».

«Έπρεπε το ΔΝΤ να επιμείνει στις αρχικές θέσεις του για την άμεση αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Έπρεπε οι τότε ελληνικές αρχές να υποστηρίξουν τη θέση αυτή του ΔΝΤ. Με τις καθυστερημένες αποδοχές για λάθη από την πλευρά του ΔΝΤ δεν μπορεί να διορθωθούν οι τραγικές συνέπειες για την ελληνική οικονομία και κοινωνία που είχαν τα Μνημόνια. Το μόνο που μπορεί να γίνει τώρα είναι η διόρθωση των εσφαλμένων πολιτικών του ΔΝΤ, ώστε να αποφευχθούν νέα λάθη και προγράμματα που θα καταστρέψουν κι άλλες χώρες. Σημαντικό όμως είναι η απόφαση του ΔΝΤ να μη χρηματοδοτεί χώρες που το χρέος τους δεν είναι βιώσιμο. Έτσι, με το «πειραματόζωο Ελλάδα» και την καταστροφή της, ίσως αποφευχθούν στο μέλλον νέες τραγωδίες στην παγκόσμια οικονομία», συμπλήρωσε.