Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο δημόσιος τομέας

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο δημόσιος τομέας

Του Απόστολου Χονδρόπουλου

Γνωστή σε όλους η θέση του Προέδρου της ΝΔ πως η ανάπτυξη είναι δυνατόν να έρθει μόνο από τον ιδιωτικό τομέα και την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων. Και μπορεί παράλληλα να διαβεβαιώνει ότι πιστεύει και σε ένα μικρότερο, αλλά ισχυρό κράτος που δεν θα απεμπολεί τον ρυθμιστικό του ρόλο, την πολιτική του, ωστόσο, στο δημόσιο τομέα είναι που βάζουν συχνά στο στόχαστρο οι πολιτικοί αντίπαλοι, θεωρώντας ότι σε αυτό το πεδίο μπορούν να του ασκήσουν πολιτική πίεση. Ελέω των απολύσεων που είχαν γίνει επί ημερών του στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και στο πρόσφατο σφυροκόπημα του "δήθεν ηθικού πλεονεκτήματος", με μια προσπάθεια να πλήξει το μεταρρυθμιστικό προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη δια των απολύσεων, απάντησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Καλώντας τη ΝΔ να απαντήσει, εάν οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει «είναι σαν τις απολύσεις Σχολικών Φυλάκων και τις καταργήσεις ανταποδοτικών οργανισμών, όπως η Δημοτική Αστυνομία».

Και δεν είναι μόνο πολιτικοί αντίπαλοι. Αιχμές για το συγκεκριμένο ζήτημα αφήνονταν σε βάρος του και στη διάρκεια του εσωκομματικού προεκλογικού αγώνα, τότε που και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης δήλωνε ότι δεν συνιστούν μεταρρύθμιση οι απολύσεις.

Είναι λοιπόν στην ατζέντα του Κυριάκου Μητσοτάκη οι απολύσεις στο Δημόσιο; 

Μόλις χθες, στη συνέντευξή του στον Σκάι, απάντησε για μία ακόμη φορά αρνητικά. Όπως και πριν από μερικές εβδομάδες, μιλώντας στο κεντρικό δελτίο της ΕΡΤ: «Ως ΝΔ δεν συζητάμε για απολύσεις στο Δημόσιο. Συζητάμε, όμως, για πολύ καλύτερη ανακατανομή του προσωπικού», είχε πει τότε.

Είναι σαφές ότι οι απολύσεις που έγιναν επί των ημερών του, σε υλοποίηση μίας κυβερνητικής δέσμευσης που είχε αναληφθεί πριν ο ίδιος αναλάβει το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης, συνιστούν μέχρι σήμερα βαρύ πολιτικό φορτίο. Και ο ίδιος προσεγγίζει το ζήτημα πολύ προσεκτικά. 

«Ήταν μια δύσκολη πολιτική απόφαση και τη σήκωσα μόνος μου χωρίς ιδιαίτερη στήριξη, ήταν όμως συμβατική δέσμευση της κυβέρνησης», έλεγε όταν του ετίθετο το ζήτημα προεκλογικά. Και ανταπέδιδε τις εσωκομματικές αιχμές σχολιάζοντας πως ότι ο ίδιος δεν «έβγαλε την ουρά του απέξω». «Δεν είπα ποτέ ότι ήμουν ευχαριστημένος με την πολιτική των απολύσεων, αλλά είναι τουλάχιστον άδικο να εστιάζεται όλη η πολιτική της διοικητικής μεταρρύθμισης στην απόλυση καθαριστριών», τόνιζε χαρακτηριστικά.

Αντιλαμβάνεται κανείς και από αντίστοιχες δημόσιες τοποθετήσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι θεωρεί πως δια της επικέντρωσης στο θέμα των απολύσεων επιδιώκεται να επισκιαστεί επικοινωνιακά και πολιτικά ένα ευρύτερο μεταρρυθμιστικό έργο που περιλαμβάνει, όπως λέει, «ζητήματα αξιολόγησης στη Δημόσια Διοίκηση, εξορθολογισμό δομών κεντρικών υπουργείων, μείωση θέσεων ευθύνης κατά 30%, εκκίνηση πολλών ζητημάτων πειθαρχικής δικαιοσύνης και συγκεκριμένο επιχειρησιακό πρόγραμμα ηλεκτρονικής διακυβέρνησης». Μεταρρυθμιστικό έργο, για το οποίο δηλώνει
υπερήφανος, πιστεύοντας ότι «αγκαλιάστηκε από τη σιωπηλή πλειοψηφία της κοινωνίας». Και όπως τόνισε στον "Σκάι" «φαίνεται ότι ο κ. Τσίπρας δεν παρακολούθησε ιδιαίτερα το έργο μας».

Επισημαίνει επίσης ότι η κουβέντα εστιάζεται από ορισμένους στις απολύσεις που έγιναν σε εφαρμογή μίας ειλημμένης απόφασης της τότε κυβέρνησης, αλλά όχι και στο γεγονός ότι ο ίδιος απέκρουσε στη συνέχεια αίτημα των δανειστών για επέκταση των απολύσεων.

«Οι δημόσιοι υπάλληλοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι το 2014 διαπραγματεύθηκα προσωπικά εγώ να μην υπάρξουν άλλες οριζόντιες απολύσεις», έλεγε πριν από τον δεύτερο γύρο των εσωκομματικών εκλογών, ενώ συνεργάτες του τονίζουν ότι ακριβώς επειδή κέρδισε το στοίχημα της αξιοπιστίας με το μεταρρυθμιστικό του έργο, κατάφερε να περάσει την άποψη ότι το ζήτημα του δημοσίου δεν είναι ποσοτικό αλλά ποιοτικό.                    

Προτεραιότητα η αξιολόγηση

Ο ίδιος θεωρεί πάντως ως πλέον σημαντικό από τη θητεία του στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης το μήνυμα που έστειλε  ότι «χωρίς αξιολόγηση του προσωπικού δεν μπορούμε να συζητάμε για ουσιαστική πρόοδο στο δημόσιο». Και επιμένει ως Πρόεδρος της ΝΔ σε αυτή τη προτεραιότητα.

«Παρέδωσα στο διάδοχό μου έτοιμο νομοσχέδιο, εμπεριστατωμένο, το οποίο ενσωμάτωνε τις καλύτερες ευρωπαϊκές πρακτικές για το πώς πρέπει να αξιολογούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι. Και αυτό πήγε περίπατο», δήλωσε, αποδίδοντας και αυτή την εξέλιξη στη γενικότερη αντίληψη της σημερινής κυβέρνησης. «Όταν θεωρούμε, πρόσθεσε, ότι η αριστεία είναι ρετσινιά δεν πρόκειται να θέλουμε καμία αξιολόγηση. Διότι η αξιολόγηση ξεχωρίζει τους καλούς από τους μέτριους και από τους κακούς. Και αυτό αντιβαίνει στη βασική φιλοσοφία του ΣΥΡΙΖΑ».

Θέση λοιπόν του Προέδρου της ΝΔ είναι ότι δεν χρειάζονται άλλες απολύσεις, με εξαίρεση υπαλλήλους με πλαστά πτυχία όπου «δεν πρέπει να υπάρχει καμία ανοχή». Η μείωση του προσωπικού, δηλώνει, θα εξασφαλιστεί από την «αυστηρή τήρηση των σχέσεων προσλήψεων προς αποχωρήσεων».

Αναγνωρίζει πάντως ότι υπάρχουν φορείς που πρέπει να κλείσουν, αλλά το προσωπικό τους να μετακινηθεί σε άλλες υπηρεσίες που παρουσιάζουν ελλείψεις. Υπεραμυνόμενος της ανάγκης ανακατανομής προσωπικού έφερε, μιλώντας στον Σκάι, «ως μικρό παράδειγμα» τον Υμηττό, που είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος ορεινός όγκος του Λεκανοπεδίου και δεν έχει δασαρχείο. «Εάν δείτε την κατανομή του προσωπικού των δασαρχείων σε όλη την Ελλάδα θα διαπιστώσετε ότι υπάρχει πλεονάζων προσωπικό σε πολλά δασαρχεία και τραγικές ελλείψεις σε κάποια άλλα.

Από που θα προέλθει η μείωση δαπανών; 

Στο εύλογο ερώτημα πως μπορούν να προκύψουν οι μειώσεις κρατικών δαπανών, που αποτελούν και κατά τον ίδιο προϋπόθεση για επιτευχθεί η σταδιακή μείωση της φορολογίας, πλήρης απάντηση θα δοθεί προφανώς από το εξειδικευμένο πρόγραμμα της ΝΔ που θα παρουσιαστεί τον Σεπτέμβριο. 

Κατά τη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου ο κ. Μητσοτάκης είχε υποστηρίξει ότι από την ανάλυση των λειτουργικών δαπανών του δημοσίου κωδικό προς κωδικό προκύπτει δυνατότητα εξοικονόμησης τουλάχιστον 400 εκατομμυρίων. Έχει επίσης ζητήσει να ακυρωθούν προγραμματισμένες μισθολογικές αυξήσεις του Δημοσίου ύψους 150 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ μιλά και για «μικρότερες δαπάνες προμηθειών μέσω ηλεκτρονικής διακυβέρνησης», αλλά και για όφελος που μπορεί να προκύψει από αναδιάταξη υπηρεσιών «ώστε να μπορεί το δημόσιο να προσφέρει περισσότερα με λιγότερα».