Κ. Παπακώστα: Για τις επιθέσεις του Ρουβίκωνα φταίει... η ΝΔ

Κ. Παπακώστα: Για τις επιθέσεις του Ρουβίκωνα φταίει... η ΝΔ

Στη... Νέα Δημοκρατία επιρρίπτει την ευθύνη για τις αλλεπάλληλες επιθέσεις του Ρουβίκωνα η Κατερίνα Παπακώστα.

Σε συνέντευξή της στον ρ/σ του ΑΠΕ-ΜΠΕ η υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη απάντησε στη σφοδρή κριτική που ασκεί η αξιωματική αντιπολίτευση στην κυβέρνηση για ανοχή σε φαινόμενα βίας λέγοντας ότι ευθύνεται η ΝΔ επειδή δίνει δημοσιότητα στον Ρουβίκωνα καταδικάζοντας τις ενέργειές του.

«Αν έχουν νου και γνώση κάποιοι πιο έμπειροι και ψύχραιμοι ας μαζέψουν τα ασυμμάζευτα, γιατί έτσι, ρίχνοντας το φως διαρκώς πάνω σε αυτά τα ζητήματα, τροφοδοτούν με ύλη και ουσιαστικά προωθούν επικοινωνιακά αυτό που δεν θα έπρεπε, την ευκαιρία που ψάχνουν αυτού τους είδους οι συμπεριφορές και αυτού του είδους οι χώροι να βγουν στο φως, να μονοπωλούν την επικαιρότητα για τους δικούς τους σκοπούς», είπε η Κ. Παπακώστα και ανέπτυξε τον συλλογισμό της:

«Όταν ο άλλος, επειδή διαρκώς τον επικαλούνται, αισθάνεται ότι τα φώτα πέφτουν πάνω του, την επόμενη φορά θα κοιτάξει να κάνει κάτι πιο επικοινωνιακό και με αυτόν τον τρόπο ουσιαστικά δίνουν προώθηση στην επικοινωνιακή καμπάνια αυτών των ομάδων [...] θέλουν την επικοινωνία πάνω τους και δυστυχώς μία μερίδα μέσα στη ΝΔ που έχει και την ευθύνη για τα ζητήματα αυτά τους τροφοδοτεί με τον τρόπο της, γιατί θεωρεί ότι θα κερδίσει κομματικά οφέλη», εξήγησε.

Σχολιάζοντας τα περιστατικά βίας των τελευταίων ημερών, με αφορμή τον θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου στην Ομόνοια, η Κ. Παπακώστα είπε τα εξής: «Δεν μπορεί ένας βουλευτής, ο οποίος έχει μία άποψη ή έχει μία κοσμοθεωρία να προπηλακίζεται με αυτόν τον τρόπο και ένας πολίτης να λιντσάρεται επειδή κάποιοι έχουν φοβηθεί τόσο πολύ, ώστε αισθάνονται την ανάγκη να πουν ότι θα πάρω εγώ τον νόμο στα χέρια μου».

«Αυτά», πρόσθεσε, «είναι συμπτώματα της διογκούμενης κρίσης στην Ευρώπη, αλλά και στη χώρας μας, ευτυχώς είναι μεμονωμένα τα περιστατικά κι εμείς στο υπουργείο θα κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας να λειτουργήσουμε προληπτικά με κοινωνική αστυνόμευση, με υποδείγματα συμπεριφοράς, έτσι ώστε σιγά- σιγά η κοινωνία να ηρεμήσει, να αισθανθεί ασφαλής στην καθημερινότητά της και να μπορέσουμε να λειάνουμε αυτή την υποδόρια λειτουργία της ακραίας και επιθετικής ρητορικής, που σε μία μερίδα της κοινωνίας έχει αντίκτυπο»

 

Ανάγκη για ενιαίο και αρραγές εθνικό μέτωπο στο θέμα των Σκοπίων

Σχετικά με τη στάση που προτίθεται να κρατήσει, εφόσον η συμφωνία των Πρεσπών έλθει προς κύρωση στην ελληνική Βουλή, η κ. Παπακώστα διευκρίνισε: «Στο ζήτημα αυτό εμείς εμφορούμεθα και απηχεί και η ίδρυση του ΝΕΟ τις απόψεις της καραμανλικής σχολής σκέψης, δηλαδή ενιαίο και αρραγές εθνικό μέτωπο. Αυτό το επιτυγχάνεις με διάλογο και με πρόταση».

«Θεωρώ ότι ο πολιτικός κόσμος θα πρέπει να δει [...] αν θέλουμε η Ελλάδα να γίνει περιφερειακή δύναμη στην περιοχή, να παίξει κομβικής σημασίας ρόλο, αυτού που εγγυάται την ασφάλεια των λαών στη βαλκανική διότι έχουμε και τις πιο ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και η οικονομία μας είναι σε μία κατάσταση η οποία μας επιτρέπει να εγγυηθούμε την ασφάλεια της περιοχής και [...] να χτίσουμε μία εξωτερική πολιτική για ένα ενιαίο και αρραγές εθνικό μέτωπο η οποία να τα επιτυγχάνει αυτά», επισήμανε.

«Εμείς», διευκρίνισε, «θα ζυγίσουμε έτσι όπως έχει φτάσει τώρα εδώ το θέμα της συμφωνίας αν είναι εθνικά επωφελές ή όχι. Αυτό θα το ζυγίσουμε εκτιμώντας την κινητικότητα που υπάρχει στην περιοχή».

Σημείωσε δε, ότι οι προθέσεις της σε ό,τι αφορά την προοπτική ψηφοφορίας κύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών «δεν ήταν προϋπόθεση συμμετοχής μας και συμμετοχής μου στην κυβέρνηση».

«Δεν υπήρξε καμία προϋπόθεση, δύο σημεία εγώ θέλησα να βάλω καθώς ανταποκριθήκαμε στην πρόσκληση του πρωθυπουργού δίχως προϋποθέσεις, το ένα ήταν η κοινωνική ατζέντα που είναι η σημαία του ΝΕΟ στην οποία συγκλίνουμε και το δεύτερο η κάθαρση και η διαφάνεια στον δημόσιο βίο και το κράτος δικαίου».

Σε ό,τι φορά τη συζήτηση περί της δυνατότητας να μην εφαρμοστεί το ψηφισμένο μέτρο περικοπής των συντάξεων παρατήρησε: «Το οικονομικό επιτελείο κάνει τη δουλειά του, απευθύνεται εκεί που πρέπει να απευθυνθεί, διεκδικεί τα δίκαια της χώρας. Θεωρώ ότι είναι ένα αχρείαστο μέτρο, θεωρώ ότι είναι ένα άδικο μέτρο, θεωρώ ότι οι εταίροι θα το κατανοήσουν, νομίζω ότι σωστά μπαίνει από το οικονομικό επιτελείο, ότι δεν είναι διαρθρωτικό μέτρο, εμείς στα δημοσιονομικά μας φαίνεται ως χώρα θα έχουμε ένα υπερπλεόνασμα, το οποίο μας επιτρέπει να λειτουργήσουμε με αυτόν τον τρόπο, άρα αφού είναι αχρείαστο και άδικο δεν πρέπει να εφαρμοστεί».