«Η Ευρώπη δεν πρέπει να εκβιάζεται με το μεταναστευτικό»

«Η Ευρώπη δεν πρέπει να εκβιάζεται με το μεταναστευτικό»

H Ευρώπη δεν μπορεί να υποκρίνεται πλέον ότι το προσφυγικό επηρεάζει μόνο τα κράτη στα εξωτερικά της σύνορα, τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Ο πρωθυπουργός επισήμανε παράλληλα ότι η Ελλάδα έχει κάνει ήδη περισσότερα από όσα της αναλογούν και κάλεσε την ΕΕ να προχωρήσει σε αλλαγές στην κοινή πολιτική ασύλου και στην προστασία των συνόρων.

«Ο κανονισμός του Δουβλίνου είναι θλιβερά ανεπαρκής για την αντιμετώπιση του προβλήματος, μια κοινή πολιτική ασύλου και ένα πλαίσιο προστασίας των συνόρων πρέπει να καταστεί άμεση προτεραιότητα», τόνισε χαρακτηριστικά. 

«Ως Έλληνες έχουμε κάνει και με το παραπάνω το καθήκον που μας αναλογεί», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός και εξήγησε ότι «εμείς ως νέα κυβέρνηση αλλάξαμε ήδη την πολιτική ασύλου ώστε να επεξεργάζονται πιο αποτελεσματικά οι αιτήσεις, δημιουργούμε νέα πραναχωρησιακά κέντρα στα νησιά μας, επιλαμβανόμαστε του φλέγοντος ζητήματος των ασυνόδευτων ανηλίκων».

«Και παρά τις εντελώς αστήριχτες κατηγορίες συνεχίζουμε να σώζουμε εκατοντάδες ανθρώπους στη θάλασσα κάθε μήνα, αλλά φτάνουμε στο να εξαντλήσουμε τα όρια μας, ως χώρα πρώτης εισόδου δεν πρέπει να δέχεται το βάρος του μεταναστευτικού μόνη της», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Στο σημείο αυτό, ο πρωθυπουργός εξήγησε ότι «η συμφωνία ΕΕ -Τουρκίας πρέπει να γίνει σεβαστή, η Τουρκία πρέπει να κάνει περισσότερα για αν την υλοποιήσει» και επισήμανε ότι «ο αριθμός των προσφύγων και μεταναστών που διασχίζουν το Αιγαίο είναι απαράδεκτος και δυστυχώς ενδεικτικός του πώς η μετανάστευση αξιοποιείται ως εργαλείο διεθνούς πίεσης».

«Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως η Τουρκία φιλοξενεί εκατομμύρια πρόσφυγες, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να καταστήσουμε απολύτως ξεκάθαρο ότι η Ευρώπη δεν θα πρόκειται να εκβιαστεί στο θέμα αυτό», τόνισε ο Κυρ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας ότι είναι η ώρα για λιγότερες ανεύθυνες δηλώσεις και για περισσότερο ειλικρινή διάλογο.

Τα τρία πράγματα που πρέπει να γίνουν για την αντιμετώπιση του ζητήματος, όπως είπε ο πρωθυπουργός είναι «να προστατεύσουμε τα σύνορά μας, να μοιράσουμε δικαιότερα τα βάρη και ταυτόχρονα να αντιμετωπίσουμε το θέμα στη ρίζα του, που είναι ο πόλεμος αλλά και η φτώχεια σε αρκετά μέρη του κόσμου».

«Δεν γίνεται να λύσεις το θέμα αν δεν αντιμετωπίσεις και τα τρία θέματα παράλληλα», τόνισε.

«Νικήσαμε τον λαϊκισμό και από αριστερά και από δεξιά»

Ξεκινώντας την ομιλία του, ο πρωθυπουργός είχε αναφερθεί στην εκλογική νίκη της Νέας Δημοκρατίας τον Ιούλιο, σημειώνοντας ότι «στις 7 Ιουλίου οι έλληνες ψηφοφόροι έδωσαν τέλος στον λαϊκισμό δίνοντας στην ΝΔ μια ξεκάθαρη εντολή». 

«Έπειτα από χρόνια κρίσης οι Έλληνες αντιμετωπίζουν το μέλλον με ανανεωμένη αισιοδοξία και αξίζουν ρεαλιστικές πολιτικές για ένα καλύτερο μέλλον», συνέχισε και τόνισε ότι «μήνυμα που θέλω να στείλω είναι ότι η Ελλάδα δεν είναι πλέον χώρα-παρίας της ΕΕ».

«Νικήσαμε τον λαϊκισμό τόσο από αριστερά όσο και από δεξιά, συγκεκριμένα εξοβελίσαμε την άκρα δεξιά από το κοινοβούλιο», είπε και υπογράμμισε ότι «εφόσον έγινε στην Ελλάδα μπορεί να συμβεί και στις χώρες σας».

«Το ΕΛΚ να ηγηθεί στον αγώνα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής»

Μιλώντας στη συνέχεια για την κλιματική αλλαγή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρχικά σημείωσε πως «δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι υφίσταται το ζήτημα».

Ως εκ τούτου, ο πρωθυπουργός είπε ότι «μπορούμε να επιλέξουμε να είμαστε ακόλουθοι ή ηγέτες, εγώ προτιμώ το δεύτερο και πιστεύω ότι το ΕΛΚ νομίζω ότι ηγηθεί στην αντιμετώπισή του».

«Όχι μόνο επειδή είναι το σωστό ηθικά αλλά επειδή είναι και το πολιτικά έξυπνο, δεδομένου ότι είναι ο μόνος τρόπος να επανασυνδεθούμε με τη νεότερη γενιά που την απασχολεί βαθιά το θέμα», εξήγησε ο πρωθυπουργός, ο οποίος επισήμανε ακόμα ότι αν θέλουμε να εφαρμόσουμε επιτυχημένα πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα προστατεύσουμε και όσους θιχτούν από αυτές.

Όπως εξήγησε, «εμείς αποφασίσαμε να το κάνουμε αυτό με τα εργοστάσια λιγνίτη στην Μακεδονία και γνωρίζουμε ότι θα χαθούν χιλιάδες θέσεις εργασίας. Για αυτό θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα, γιατί διαφορετικά θα χάσουμε τους ανθρώπους αυτούς από τον αγώνα που δίνουμε».