Η εκρηκτική κατάσταση στις Βρυξέλλες - Το πρόβλημα της εσωτερικής ασφάλειας

Η εκρηκτική κατάσταση στις Βρυξέλλες - Το πρόβλημα της εσωτερικής ασφάλειας

Των Γιάννη Μαστρογεωργίου και Γιώργου Παπούλια

Το τρομοκρατικό χτύπημα στις Βρυξέλλες και οι προεκτάσεις του, η εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για τον έλεγχο των προσφυγικών ροών, η πορεία της αργόσυρτης συζήτησης για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και τα νέα επεισόδια στο σήριαλ της κεντροαριστεράς, όπου προσετέθη νέος «παράγοντας», ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι θέματα που οι επόμενες ημέρες θα δείξουν το βαθμό και το βάθος της εξέλιξης τους:

* Η εκρηκτική κατάσταση στις Βρυξέλλες και το πρόβλημα της εσωτερικής ασφάλειας

1. Φαραωνική συμφωνία

2. Οι εκλογές στη Σαξονία – Ανχαλτ και το «κοινοβούλιο του Κέντρου»

3. Το δις εξαμαρτείν της αξιολόγησης

 

* Η εκρηκτική κατάσταση στις Βρυξέλλες. Το πρόβλημα της εσωτερικής ασφάλειας.

Εξαιτίας των γεγονότων στην πρωτεύουσα του Βελγίου, το ΔΙΚΤΥΟ προσθέτει μία ενότητα στο Δελτίο Πολιτικής Ανάλυσης.

Τα συνταρακτικά γεγονότα στις Βρυξέλλες επαναφέρουν με δραματικό τρόπο το ζήτημα της εσωτερικής ασφάλειας στις χώρες της ΕΕ και του ακραίου – φονταμενταλιστικού Ισλάμ.

Πριν από 1 χρόνο το ΔΙΚΤΥΟ πραγματοποίησε εκδήλωση για το θέμα αυτό με τη συμμετοχή των κκ Γιάννη Πανούση, Νίκου Δένδια, Μιχ. Χρυσοχοίδη.

Η ψύχραιμη προσέγγιση του Ισλάμ μακριά από προκαταλήψεις, καταδεικνύει ότι ο ισλαμικός φανατισμός είναι ένα συνονθύλευμα περιθωριακών κινημάτων που παραχαράσσουν θρησκευτικά διδάγματα και τα χρησιμοποιούν σε έναν βίαιο αγώνα.

Το αίσθημα του φόβου μπολιάζεται με την ενίσχυση ακραίων φωνών που μεσούσης της προσφυγικής κρίσης βρίσκουν πρόσφορο έδαφος αποπροσανατολισμού από την ουσία του προβλήματος, που είναι η εμπέδωση ασφάλειας μέσα σε πλαίσιο ελευθερίας.

Με γνώμονα αυτή την απαρέγκλιτη πεποίθηση, το ΔΙΚΤΥΟ υπογραμμίζει τις άμεσες προτεραιότητες των ευρωπαϊκών παρεμβάσεων:

- Η ΕΕ να ενισχύσει τους πόρους των νέων ταμείων της ΕΕ για την εσωτερική ασφάλεια και τη μετανάστευση (ISF & AMIF).

- Ενίσχυση με πόρους και προσωπικό του δικτύου που θέσπισε η Επιτροπή για την ευαισθητοποίηση σχετικά με τη ριζοσπαστικοποίηση (RAN), το οποίο συνδέει περισσότερους από 1500 εμπειρογνώμονες και επαγγελματίες από όλη την Ευρώπη.

- Προαγωγή της συνεργασίας των αστυνομικών υπηρεσιών των χωρών της ΕΕ και στενότερη συνεργασία με τις χώρες εταίρους για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ υπό την Ύπατη Εκπρόσωπο και τον συντονιστή αντιτρομοκρατικής δράσης για να εξασφαλίσει τη δέουσα ευθυγράμμιση των εσωτερικών και των εξωτερικών πτυχών της ευρωπαϊκής αντίδρασης στον τομέα της πρόληψης της ριζοσπαστικοποίησης

- Εντατικοποίηση της ομαλής ένταξης των μουσουλμανικών μειονοτήτων μέσα από την εφαρμογή των κανόνων και των αξιών που διέπουν τις ευρωπαϊκές συνθήκες και τα επιμέρους Συντάγματα. Η πολυπολιτισμικότητα χρειάζεται νέα προσέγγιση με κύριο μέλημα το σεβασμό των νόμων που διέπουν τις ευρωπαϊκές κοινότητες από όλους.

 

Η συντονισμένη ευρωπαϊκή απάντηση πρέπει να εκπονηθεί άμεσα γιατί οι επιδράσεις της τρομοκρατικής επίθεσης θα είναι εμφανείς και στη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος, καθώς θα ενταθεί η εσωστρέφεια, η προκατάληψη και η τάση απομόνωσης των Κρατών – Μελών υποσκάπτοντας το αυτονόητο ευρωπαϊκό κεκτημένο της ελεύθερης μετακίνησης.

Το θέμα της αποτελεσματικής και στιβαρής εξωτερικής πολιτικής της και ασφάλειας της ΕΕ, αποτελεί πλέον επείγουσα προτεραιότητα.

 

Φαραωνική συμφωνία

Η συμφωνία για τους πρόσφυγες ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία με ενδιάμεσο φορέα υλοποίησης την Ελλάδα, είναι μία απαιτητική, δύσκολή και εν πολλοίς αβέβαιη ως προς την επίτευξη του στόχου της, που είναι ο περιορισμός των προσφυγικών ροών, απόφαση.

Το ΔΙΚΤΥΟ θεωρεί ως μόνη εφικτή λύση για τις ροές:

- το συντονισμό των δράσεων της διεθνούς διπλωματίας για τη λήξη του εμφυλίου στη Συρία

- την ενίσχυση των όμορων Κρατών, όπως Τουρκία, Ιορδανία και Λίβανος, που έχουν δεχθεί τους μεγαλύτερους αριθμούς προσφύγων,

- την ενίσχυση της φύλαξης των ευρωπαϊκών συνόρων (Ελλάδα) και

- την ανηλεή πάταξη των δικτύων των διακινητών – εμπόρων ελπίδας.

- την ενίσχυση από τον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης των υποδομών φιλοξενίας Σύρων προσφύγων στις όμορες χώρες και τον ορισμό αριθμού προσφύγων που θα αναλάβουν να φιλοξενήσουν και οι υπόλοιπες Μουσουλμανικές χώρες.

 

Για τα παραπάνω είναι εμφανής περισσότερο από ποτέ η ανάγκη κοινής ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής που άπτεται του μείζονος ζητήματος που πάει η Ευρώπη, όπως έχουμε σημειώσει σε προηγούμενο Δελτίο μας.

Η ουσία της συμφωνίας

Η μετεγκατάσταση είναι μία σημαντική διαδικασία αλληλεγγύης, που όμως είναι αδύνατον να ικανοποιήσει τα εκατομμύρια των εκπατρισθέντων. Ενώ ο χαρακτηρισμός της Τουρκίας ως ασφαλούς τρίτης χώρας είναι έωλος.

Παρόλαυτά, η συμφωνία υφίσταται και θα φανεί τις επόμενες ημέρες κατά πόσο μπορεί και να εφαρμοσθεί αποτελεσματικά.

Οι απαιτήσεις, όμως, της συμφωνίας αφορούν έναν άλλον τρόπο οργάνωσης και κινητοποίησης των κρατικών φορέων και των φορέων της Αυτοδιοίκησης που η Κυβέρνηση έως τώρα δεν έχει καταφέρει να κινητοποιήσει επαρκώς. (Να θυμίσουμε εδώ, ότι δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που το ίδιο ελληνικό κράτος είχε αντιμετωπίσει μία αντίστοιχη ανάγκη δημιουργίας δομών φιλοξενίας 100.000 αστέγων μετά τον καταστροφικό σεισμό της Πάρνηθας. Ο τρόπος και η ικανότητα αντιμετώπισης λείπουν δυστυχώς).

Για τις νομικές προεκτάσεις της συμφωνίας έχουν ήδη γραφεί αρκετά και πρέπει να περιμένουμε τις προσφυγές που θα ακολουθήσουν από ΜΚΟ στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Εμείς θα εστιάσουμε στα σημεία που δεν προκαλούν το ευρωπαϊκό ή το διεθνές δίκαιο, όπως η ιδέα της ανταλλαγής «1 για 1» που αφορά τους Σύρους.

Η επανεγκατάσταση των ανθρώπων που χρειάζονται προστασία από τις χώρες που έχουν καταφύγει είναι κοινή πρακτική, αλλά δεν είναι δεσμευτική νομική υποχρέωση στο πλαίσιο του διεθνούς ή κοινοτικού δικαίου. Η νομιμότητα της επιστροφής των ανθρώπων προς την Τουρκία πρέπει να κριθεί ξεχωριστά. Ωστόσο, συμμεριζόμαστε την άποψη εκείνων που βρίσκουν μια τέτοια ιδέα ως de facto «εμπόριο ανθρώπινης δυστυχίας» και ως τέτοια είναι ηθικά αμφισβητήσιμη.

Το τελικό κείμενο καθιστά σαφές ότι η επανεγκατάσταση θα επικεντρωθεί στα πιο ευάλωτα άτομα. Ας υπογραμμιστεί, ότι αν όλο το πλαίσιο επανεγκατάστασης από τώρα και στο εξής αφορά μόνο την Τουρκία, τότε κανείς δεν θα επανεγκαθίσταται από την ΕΕ στο Λίβανο και την Ιορδανία, που φιλοξενούν επίσης μεγάλο αριθμό προσφύγων από τη Συρία.

Προφανώς, οι ροές θα βρουν άλλους δρόμους πρόσβασης στα ευρωπαϊκά σύνορα, είτε πρόκειται για τη Μεσόγειο είτε για τη Μαύρη Θάλασσα προς τη Βουλγαρία.

Τέλος, ως προς τα υπόλοιπα σημεία της συμφωνίας η ΕΕ και η Τουρκία συμφώνησαν να ανοίξει μόνο ένα νέο κεφάλαιο από τα 35 που πρέπει να ολοκληρωθούν, προκειμένου η Τουρκία να ενταχθεί στην ΕΕ. Μόνο ένα κεφάλαιο έχει κλείσει μέχρι στιγμής σε μια δεκαετία διαπραγματεύσεων. Δεν υπάρχει καμία δέσμευση για να ανοίξει ή να κλείσει οποιαδήποτε περαιτέρω κεφάλαιο. Ακόμη και αν μια συμφωνία προσχώρησης ετίθετο ποτέ σε διαπραγμάτευση, υπάρχουν πολλά νομικά και πολιτικά εμπόδια στο δρόμο της έγκρισης, καθώς όλα τα κοινοβούλια των κρατών μελών θα πρέπει να συμφωνήσουν…

Συμπερασματικά, η τελική συμφωνία καθιστά σαφές ότι οι νόμοι παροχής ασύλου της ΕΕ θα ισχύουν για όσους φθάνουν στην Ελλάδα (με την επιφύλαξη της προειδοποίησης για το τι συμβαίνει σε όσους συλλαμβάνονται στα ελληνικά ύδατα), και ότι η Τουρκία θα πρέπει να ικανοποιεί τις σχετικές προδιαγραφές κατά την υποδοχή τους πίσω. Το βασικό νομικό ζήτημα είναι το πώς αυτές οι δεσμεύσεις υλοποιούνται στην πράξη.

Στα ελλείμματα της συμφωνίας συμπεριλαμβάνεται πως η ΕΕ δεν προσπάθησε να εξασφαλίσει πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η συμφωνία ήταν απολύτως νόμιμη, βάζοντας σε λειτουργία κάποιου είδους αποτελεσματική παρακολούθηση των τουρκικών δεσμεύσεων, όσον αφορά τη μεταχείριση των προσφύγων και των μεταναστών, ιδίως ζητώντας από την Τουρκία να εφαρμόσει πλήρως τη σύμβαση της Γενεύης για όλους τους πρόσφυγες ως προϋπόθεση της συμφωνίας.

Τα ερωτήματα είναι ακόμα πολλά. Τι θα γίνει όταν ολοκληρωθεί ο αριθμός όσων έχει δεσμευθεί η ΕΕ να πάρει; Πώς θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα τις χιλιάδες που προκειμένου να μη γυρίσουν πίσω στην Τουρκία, θα κάνουν μία αίτηση ασύλου στην Ελλάδα, φορτώνοντας υπερβολικά τις διοικητικές δομές;

Οι επόμενες ημέρες θα κρίνουν πολλά.

Η συμφωνία όμως, έχει και αρκετές αφανείς ακόμα συνέπειες και προεκτάσεις. Η πιο σημαντική από αυτές είναι ο βαθμός επηρεασμού του debate επί του βρετανικού δημοψηφίσματος. Τόσο οι εικόνες των προσφύγων αν οι ροές βρίσκονται σε έξαρση το καλοκαίρι όσο και η δυνατότητα ελεύθερης μετακίνησης 75 εκατομμυρίων Τούρκων, ως απότοκο της συμφωνίας, θα επιδράσουν αναπόφευκτα στην κρίση των Βρετανών.

 

Οι εκλογές στη Σαξονία – Ανχαλτ και το «κοινοβούλιο του Κέντρου»

Εν πρώτοις οι εκλογές στα 3 γερμανικά κρατίδια δεν έχουν καμία άμεση σύνδεση με την αέναη συζήτηση στην Ελλάδα για τη μορφοποίηση του χώρου ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. Αν όμως θελήσουμε να συνδυάσουμε τις πολιτικές και ιδεολογικές αναζητήσεις που εκτυλίσσονται στο κοινωνικό υπόστρωμα των περισσοτέρων ευρωπαϊκών χωρών, θα βρούμε κοινά στοιχεία και ενδιαφέρουσες συγκλίσεις.

Οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες που υποβάλλονται σε μια μεταμόρφωση. Τα μεγάλα κόμματα της αριστεράς χάνουν συνεχώς έδαφος. Ορισμένοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι η «εποχή της κομματικής δημοκρατίας» έχει περάσει (π.χ. Mair 2013, Dalton και Wattenberg 2000). Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι «κατεστημένα» πολιτικά κόμματα βρίσκονται σε παρακμή, συμπεριλαμβανομένης της πτώσης της προσέλευσης στις κάλπες, την άνοδο της μεταβλητότητας της επιλογής των ψηφοφόρων και της μείωσης των κομματικών μελών και της ταύτισης με ένα κόμμα. Η φύση του πολιτικού ανταγωνισμού είναι επίσης αλλάζει: το παραδοσιακό κοινωνικοοοικονομικό χάσμα ανάμεσα σε παραδοσιακούς αντιπάλους έχει χάσει την παλιά του απήχηση, ενώ ανακύπτουν νέα ζητήματα ως διαχωριστικές γραμμές, όπως η μετανάστευση ή ό βαθμός μεταβίβασης εθνικών αρμοδιοτήτων στην ΕΕ.

Οι εξελίξεις αυτές αποτελούν μια ιδιαίτερη πρόκληση για τα κόμματα της κεντροαριστεράς. Από τη μία πλευρά, ενίοτε καταφεύγουν στο κέντρο, παρουσιάζοντας απόψεις οικονομικά φιλελεύθερες, ενώ την ίδια στιγμή εξακολουθούν να ορίζονται ως κοινωνικά προοδευτικά. Από την άλλη, δεν θέλουν να εγκαταλείψουν έναν παραδοσιακό πυρήνα ψηφοφόρων τους που συχνά φοβούνται την παγκοσμιοποίηση, τον εξευρωπαϊσμό και τη μετανάστευση. Κατά μέσο όρο στην ΕΕ η στη λεγόμενη κεντροαριστερά έχει μειωθεί από το 41% στις αρχές της δεκαετίας του 1980 σε 28% σήμερα.

Για να κατανοήσουμε τα προβλήματα των mainstream σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, είναι σημαντικό να εξετάσουμε παράλληλα την αύξηση ενός άλλου τύπου κόμματος, δηλαδή το «κόμμα αμφισβητίας» ή όπως λέγεται “Challenger party”(Sara Hobolt and Catherine De Vries). Κόμματα που υπογραμμίζουν θέματα όπως η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και η μετανάστευση και που απευθύνονται στους ψηφοφόρους που αισθάνονται ότι κάτι κρύβεται πίσω από κατεστημένα κόμματα. Κόμματα που σε ολόκληρη τη δυτική Ευρώπη έχουν ως βασικό σκοπό να δώσουν μια ισχυρή φωνή στη δυσαρέσκεια απέναντι στο πολιτικό κατεστημένο.

Αυτό που διακρίνει τα κόμματα - αμφισβητίας από τα άλλα mainstream κόμματα είναι ότι ο πρωταρχικός στόχος τους δεν είναι να πάρουν τη διακυβέρνηση κατ ανάγκη. Αντ ''αυτού, θέλουν να αναδιαμορφώσουν το πολιτικό τοπίο μέσα από την ευρεία εκλογική απήχηση τους και την ικανότητα τους να θέτουν νέα ζητήματα στην ατζέντα τους. Στη νέα αυτή πολιτική, ιδεολογική, αλλά και πραγματιστική μάχη που εξελίσσεται και είναι υπό διαμόρφωση, οι ιδεολογικές μετατοπίσεις είναι βαθύτερες και ταχύτερες από ό,τι αντιλαμβάνεται η τρέχουσα πολιτική ανάλυση και προφανώς από την ταχύτητα αντίληψης και αποκωδικοποίησης που κάνουν τα κόμματα. Με άλλα λόγια η κοινωνία τρέχει πιο γρήγορα από τα κόμματα.

Τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών της προπερασμένης Κυριακής σε τρία κρατίδια της Γερμανίας επιβεβαίωσαν τη στροφή των ευρωπαϊκών κοινωνιών προς το συντηρητισμό και την ξενοφοβία. Στο κρατίδιο της πρώην Ανατολικής Γερμανίας η ξενοφοβική και ευρωσκεπτικιστική AfD  εκτοξεύθηκε στη δεύτερη θέση με 24%. Το πιο ενδιαφέρον είναι όμως οι πηγές απ' όπου άντλησε ψήφους. Στη Σαξονία-Άνχαλτ η AfD κατάφερε να κινητοποιήσει 103.000 ψηφοφόρους, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση. Επιπλέον δε, κέρδισε 36.000 ψήφους από τους χριστιανοδημοκράτες αλλά και 26.000 ψήφους από το Κόμμα της Αριστεράς (Die Linke)...

Εξελίξεις σαν αυτή επιβεβαιώνουν τις εκτιμήσεις πως πολιτικές ταυτοποιήσεις με βάση την πολιτική γεωγραφία του περασμένου αιώνα, μεταξύ δεξιάς και αριστεράς, ξεθωριάζουν. Οι νέες ταυτοποιήσεις που αναδεικνύονται αφορούν τους υποστηρικτές της προόδου, της μεταρρύθμισης, της ανοιχτής κοινωνίας, της παγκοσμιοποίησης, του ευρώ, της πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης της Ευρώπης έναντι των οπαδών των κλειστών συνόρων, της ξενοφοβίας, των κλειστών αγορών, του προστατευτισμού κλπ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το σκηνικό μοιάζει με ένα πρώην αντισυστημικό που καρπώθηκε την αντισυστημική οργή και την πούλησε, αποδεικνύοντας πως δεν ήταν παρά η χειρότερη πλευρά της σύγχρονης συντήρησης.

Η μαζική απογοήτευση ψηφοφόρων από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν ενισχύει κάποιον άλλο προς το παρόν. Αυτή η συσσώρευση μετέωρου εκλογικού δυναμικού, αποτελεί πηγή ανατροπών. Ο εθνικολαικισμός της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει φέρει κοντά δεξιά και αριστερά στοιχεία. Αν αυτή η όσμωση διαπεράσει και το χώρο της ΝΔ που θα κληθεί να πάρει θέση στον άξονα «μεταρρύθμιση-λαϊκισμός», είναι κάτι που θα φανεί σύντομα. Με κυρίαρχο ακόμα το ρόλο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ υπάρχει κίνδυνος η ΝΔ αντί να ανασυγκροτηθεί απέναντι στο λαϊκισμό, όπως θα ανέμενε κανείς, να ακολουθήσει την πεπατημένη λαϊκιστική πορεία της Αντιπολίτευσης. 

Εκτίμηση του ΔΙΚΤΥΟΥ εδώ και μήνες είναι ότι ο ακέφαλος σκληρός πυρήνας του ΟΧΙ του δημοψηφίσματος δεν εκπροσωπείται πολιτικά αυτή τη στιγμή και είναι πολύ πιθανό να συμβεί τους επόμενους μήνες η ανάδειξη ενός νέου αντιμνημονιακού, ευρωσκεπτικιστικού, πατριωτικού μορφώματος ανάμεσα στη ΝΔ και τη Χρυσή Αυγή, καθώς η ΛΑΕ φαίνεται ότι δεν μπορεί να συσπειρώσει το σύνολο του «προδομένου» ΟΧΙ.

Οι παραπάνω συγκλίσεις και αποκλίσεις επηρεάζουν και τον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ. Το κεντροαριστερό γεφύρι της Άρτας που εδώ και 4 χρόνια χτίζεται, γκρεμίζεται κάθε φορά που παρεμβάλλεται μία κίνηση κορυφής που δεν σκοπεύει στον πολλαπλασιασμό, αλλά στην απλή πρόσθεση. Ο χώρος κατά την πάγια πλέον εκτίμηση μας χρειάζεται τη σύσταση ενός νέου φορέα που θα υπερβαίνει τα σοσιαλιστικά και δεξιά ιερά και όσια της δεκαετίας του '80 και θα έχει ως πυξίδα τις αυτονόητες μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα. Σε αυτή την αναζήτηση η παρουσία ή η επίκληση του ΣΥΡΙΖΑ μόνο αποπροσανατολιστικά μπορεί να λειτουργήσει και θα βραχυκυκλώσει κάθε προσπάθεια.

 

Το δις εξαμαρτείν της αξιολόγησης

Το μοτίβο, οι αντιδράσεις, οι διαρροές κλπ είναι το ίδιο με το πρώτο εξάμηνο του 2015. Όπως και τότε έτσι  και τώρα ζούμε το κυνήγι του χαμένου θησαυρού που δεν είναι άλλο από την τήρηση των συμφωνηθέντων με τους Θεσμούς. Το δις εξαμαρτείν όμως, δεν είναι σίγουρο ότι θα οδηγήσει σε καλό αποτέλεσμα για τη χώρα και δευτερευόντως για την Κυβέρνηση.

Αν και εκτιμήσεις των Θεσμών αναφέρουν πως τα διαθέσιμα στα κρατικά ταμεία της Ελλάδας για να μη χρεοκοπήσει η χώρα επαρκούν έως τον Ιούνιο, ωστόσο οι πιέσεις που ασκεί στον προϋπολογισμό το προσφυγικό έχουν μερικώς διαφοροποιήσει την εικόνα αυτή. Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε την εκταμίευση 5,7 δισ. ευρώ στις αρχές του 2016 με την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος. Το γεγονός ότι είμαστε στον Μάρτιο και τα κεφάλαια αυτά δεν έχουν ακόμη εκταμιευτεί δείχνει το ότι η κατάσταση είναι οριακή.

Η ρευστότητα του Ελληνικού Δημοσίου δεν επαρκεί για να αντιμετωπίσει τις ανάγκες του Ιουλίου, όταν η Ελλάδα θα πρέπει να καταβάλει στην ΕΚΤ 2,8 δισ. ευρώ για ομόλογα που λήγουν και την καταβολή των τόκων προς το Ευρωσύστημα. Μέχρι τότε η Ελλάδα θα αποπληρώσει για να εξυπηρετήσει το χρέος της σχεδόν 3,8 δισ. ευρώ. Ειδικά στην περίπτωση που τα χρήματα του ESM δεν εκταμιευθούν έως το Μάιο οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Δημοσίου θα αυξηθούν και πάλι, ενώ η κυβέρνηση θα χρειαστεί να αξιοποιήσει κάθε είδους διαθέσιμα για μία ακόμα φορά. Και η διαχείριση αυτής της κατάστασης θα γίνει με το προσφυγικό να είναι σε πλήρη εξέλιξη και με το κόστος της διαχείρισης της κρίσης να πέφτει αποκλειστικά στις πλάτες της Ελλάδος και των Ελλήνων φορολογουμένων.

Όσο η παρούσα αξιολόγηση των δεσμεύσεών μας έναντι εταίρων και λοιπών δανειστών δεν ολοκληρώνεται, ουδείς βάζει λεφτά στην οικονομία, της κυβέρνησης συμπεριλαμβανομένης.

Οι οφειλές της κυβέρνησης προς τρίτους είναι της τάξης των 6,5 δισ. ευρώ και πάνε πίσω, τα χρέη των προμηθευτών του δημοσίου προς τους δικούς του προμηθευτές χρονίζουν και σφίγγουν ακόμα πιο πολύ τη θηλιά στον ιδιωτικό τομέα και βεβαίως ουδείς τολμά να επενδύσει στην οικονομία, εξαιτίας ακριβώς αυτής της –επιπρόσθετης- αβεβαιότητας για την περαιτέρω πορεία της, τη στιγμή μάλιστα που το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων βαίνει συνεχώς μειούμενο.

Σε λίγο αρχίζει θερινή περίοδος με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία. Η περίοδος αυτή βρίσκει τη χώρα μας στο επίκεντρο δύο διασταυρωμένων κρίσεων, της προσφυγικής – μεταναστευτικής κρίσης και της δημοσιονομικής.  Οι πραγματικές επιπτώσεις της αβεβαιότητας ως απότοκο της δίδυμης κρίσης επί της τουριστικής κίνησης παραμένουν ακόμη άγνωστες, αλλά με ανοικτά όλα τα μέτωπα που αφορούν την οικονομία, από το επίπεδο ρευστότητάς της έως την δυνατότητα κάλυψης των δανειακών υποχρεώσεων του Δημοσίου, οι οιωνοί δεν είναι ευνοϊκοί.

Εκτίμηση του ΔΙΚΤΥΟΥ είναι ότι η αν η νέα διαπραγμάτευση μετά την παρέλευση του Καθολικού Πάσχα, δεν ολοκληρωθεί στο σύνολο της – όχι εν μέρει – έως το Γιούρογκρουπ της 22ας Απριλίου, η κατάσταση θα δυσκολέψει αρκετά και θα καταστεί οριακή και θα επανέλθει στη χώρα θέμα πολιτικής σταθερότητας.

 

* Ο κ. Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι Διευθυντής του Δικτύου. Ο κ. Γιώργος Παπούλιας είναι Πολιτικός Επιστήμονας, συνεργάτης του Δικτύου.