Γ. Γεωργαντάς: Πιάστηκαν «με τη γίδα στην πλάτη» και επαναπροκύρηξαν τις θέσεις Γραμματεών

Γ. Γεωργαντάς: Πιάστηκαν «με τη γίδα στην πλάτη» και επαναπροκύρηξαν τις θέσεις Γραμματεών

Η σιωπή του Χρ. Σπίρτζη κρύβει τον πραγματικό λόγο για τον οποίον αναγκάστηκε η Κυβέρνηση να προχωρήσει σε επαναπροκηρύξεις Διοικητικών και Τομεακών Γραμματέων του Υπουργείου, τονίζει ο τομεάρχης Διοικητικής Ανασυγκρότησης της Νέας Δημοκρατίας, Γιώργος Γεωργαντάς.

Ειδικότερα, ο κ. Γεωργαντάς αναφέρει πως «σε Επίκαιρη Ερώτηση που συζητήθηκε σήμερα στη Βουλή για τις προκηρύξεις Διοικητικών και Τομεακών Γραμματέων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, ο κ. Σπίρτζης ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτικός και συγχρόνως κυνικός».

Όπως εξηγεί, ο Χρ. Σπίρτζης «παραδέχτηκε ότι η Κυβέρνηση υποχρεώθηκε στην επαναπροκήρυξη 22 θέσεων Γραμματέων Υπουργείων κατ' επιβολή των Θεσμών, τους οποίους, τάχα, “πίεσε η Νέα Δημοκρατία”!»

«Δεν μπόρεσε να απαντήσει, ωστόσο, γιατί η Κυβέρνηση δεν υπερασπίστηκε καθόλου τις προκηρύξεις της, ιδίως αφού -όπως ισχυρίζονται οι υπουργοί- αυτές δεν ήταν φωτογραφικές» συνεχίζει ο τομεάρχης της ΝΔ, προσθέτοντας «ούτε βέβαια απάντησε γιατί υπέκυψε έτσι εύκολα σε “εκβιασμούς”».

Σύμφωνα με τον κ. Γεωργαντά, η σιωπή του κ. Σπίρτζη «κρύβει τον πραγματικό λόγο για τον οποίον αναγκάστηκε η Κυβέρνηση να προχωρήσει σε επαναπροκηρύξεις, και αυτός δεν είναι άλλος από το γεγονός ότι, όπως λέει ο λαός, “τους έπιασαν με τη γίδα στην πλάτη”».

«Ο κ. Σπίρτζης είναι γνωστό ότι αντιμετωπίζει το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών σαν προσωπικό του τσιφλίκι» τονίζει ακόμα, «κάτι που έχει οδηγήσει την Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Εργαζομένων Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. σε δημόσιες καταγγελίες παράνομων πρακτικών στις επιλογές Γενικών Διευθυντών και Διευθυντών, αλλά και σε σχετικές προσφυγές στα διοικητικά δικαστήρια».

Καταλήγοντας, ο Γ. Γεωργαντάς υπογραμμίζει ότι «όπως ήταν αναμενόμενο, αρνήθηκε να απαντήσει αν είναι ένας από τους τέσσερις Υπουργούς που, πιέζοντας το ΑΣΕΠ, ζήτησε και έλαβε αντίγραφα από τα στοιχεία των φακέλων των υποψηφίων Γραμματέων» και επισημαίνει με νόημα πως «από ό,τι φαίνεται η απάντηση στο ερώτημα αυτό τελικά θα δοθεί από τη Δικαιοσύνη που ήδη ελέγχει την υπόθεση».