Tι λένε οι μεγάλοι Έλληνες τραπεζίτες για την επόμενη μέρα στην οικονομία

Tι λένε οι μεγάλοι Έλληνες τραπεζίτες για την επόμενη μέρα στην οικονομία

Για τη μεγάλη ευκαιρία αλλά και τη μεγάλη πρόκληση που έχει μπροστά της η Ελλάδα ώστε να περάσει το Ρουβίκωνα της πανδημίας και να ανέβει στο άρμα της νέας εποχής του ψηφιακού μετασχηματισμού για να εκμεταλλευτεί εποικοδομητικά τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάπτυξης, τα οποία έτσι κι αλλιώς θα «περάσουν» μέσα από τις τράπεζες μίλησαν οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών τραπεζικών ιδρυμάτων της χώρας χθες στο 22ο Ετήσιο Capital Link Invest in Greece Forum.

Οι τέσσερις κορυφαίοι Έλληνες τραπεζίτες αναφέρθηκαν στην πολύ κρίσιμη περίοδο που διανύουμε όπου δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία για τη φυγή προς τα εμπρός, σημειώνοντας ότι ο ρόλος των τραπεζών πρέπει και θα είναι κομβικός και καταλυτικός στην προσπάθεια που κάνει η οικονομία και οι επιχειρήσεις. Τόνισαν με έμφαση ότι οι τράπεζες πρέπει να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη ανάπτυξης της Ελλάδας, όχι μόνον με τον κλασικό διαμεσολαβητικό τους ρόλο αλλά και λειτουργώντας ως επενδυτές και εργοδότες, αναλαμβάνοντας δημιουργικό και εμπροσθοβαρή ηγετικό ρόλο. 

Αναφορικά με τη χρηματοδότηση, τόνισαν ότι αυτή θα πρέπει να διοχετευθεί σε τομείς όπου η Ελλάδα έχει πλεονέκτημα, όπως η ενέργεια, η πράσινη οικονομία, ο ψηφιακός μετασχηματισμός στον τομέα των υπηρεσιών και της δημόσιας διοίκησης, η αναβάθμιση της γεωργικής παραγωγής αλλά και ο τομέας της τεχνολογίας.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank κ. Φωκίων Καραβίας αναφερόμενος στη χρηματοδότηση της οικονομίας από τις τράπεζες, επεσήμανε ότι το Σεπτέμβριο ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της πιστωτικής επέκτασης στις επιχειρήσεις έφτασε το 8,3%, υψηλότερα επίπεδα από τα μέσα του 2009. Η επόμενη χρονιά, όπως τόνισε ο CEO της Eurobank, κύρια προτεραιότητα για τις τράπεζες θα είναι να χρηματοδοτήσουν την Οικονομία ώστε να καλύψει το τεράστιο επενδυτικό κενό, των περίπου 100 δισ. ευρώ, που άφησε πίσω της η 10ετής κρίση.

Η νομισματική πολιτική που κινείται σε επίπεδα ρεκόρ παρέχει στην Ελλάδα άφθονα κεφάλαια μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, και υπάρχει πολιτική και κοινωνική συναίνεση για δομικές μεταρρυθμίσεις, συμπλήρωσε. 

Παράλληλα, σημείωσε πως η ελληνική Οικονομία, αν και χτυπήθηκε ισχυρά από την πανδημική κρίση, εντούτοις δείχνει σημάδια ανθεκτικότητας, ενώ οι άμεσες ξένες επενδύσεις συνέχισαν να έρχονται στη χώρα κατευθυνόμενες σε πληθώρα κλάδων. Η αγορά τιμολογεί ήδη τα παραπάνω και εκτίμησε ότι η σύγκλιση των αποτιμήσεων στα περισσότερα ελληνικά assets – καθοδηγούμενη από αυτά που συνδέονται με τις τράπεζες - με τις αντίστοιχες αποτιμήσεις των ευρωπαϊκών assets θα συνεχιστεί και θα είναι ουσιαστική.

Από την πλευρά του, ο CEO της Alpha Bank κ. Βασίλης Ψάλτης, μιλώντας για το ρόλο των τραπεζών την επόμενη ημέρα με φόντο και τα προγράμματα χρηματοδοτικής στήριξης της Ε.Ε. που ξεπερνούν τα 70 δισ. ευρώ, σημείωσε πως «οι τράπεζες πρέπει να κινητοποιήσουν γρήγορα τους επιχειρηματικούς τους πελάτες και να τους βοηθήσουν να διαμορφώσουν τις επενδυτικές τους προτάσεις με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίσουν την επιλεξιμότητά τους βάσει του RRF, αλλά ταυτόχρονα να συμμορφώνονται με τα πιστωτικά πρότυπα των τραπεζών. 

Σημείωσε ότι το τραπεζικό σύστημα οφείλει να συμμετέχει όχι μόνο ως μηχανισμός για τη βέλτιστη κατανομή των αποταμιεύσεων της κοινωνίας, αλλά και ως σύμβουλος ανάπτυξης. Αυτό θα επιτρέψει στις Τράπεζες να κινητοποιήσουν κεφάλαια για τη χρηματοδότηση επενδύσεων στην ψηφιακή και την πράσινη οικονομία, τη στήριξη της κοινωνικής συνοχής, την ενίσχυση του εξαγωγικού προσανατολισμού, της καινοτομίας και της δημιουργίας οικονομιών κλίμακος στην ελληνική αγορά. Δηλαδή, οι τράπεζες μπορούν να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη ανάπτυξης της Ελλάδας, όχι μόνον με τον κλασικό διαμεσολαβητικό τους ρόλο αλλά και με τον ρόλο τους ως επενδυτές και εργοδότες, τόνισε. 

Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς κ. Χρήστος Μεγάλου, σημείωσε πως η επιστροφή της πιστωτικής επέκτασης το 2020 σε θετικό έδαφος για πρώτη φορά μετά το 2009, σε συνδυασμό με τους πόρους από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης μπορούν να φέρουν τη χώρα σε ρυθμό ανάπτυξης άνω του 4% από το 2021 και μετά. 

Τόνισε πως το ύψος των πόρων από το Next Generation EU για την Ελλάδα ανέρχεται στο 20% του ΑΕΠ του 2020, διπλασιάζοντας ουσιαστικά την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας για την επόμενη επταετία, στοιχείο που επιτρέπει στη χώρα να επιτύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σε ετήσια βάση, τα επόμενα χρόνια. Η χρηματοδότηση αυτή θα διοχετευθεί σε τομείς όπου η Ελλάδα έχει πλεονέκτημα, όπως η ενέργεια, η πράσινη οικονομία, ο ψηφιακός μετασχηματισμός στον τομέα των υπηρεσιών και της δημόσιας διοίκησης, η αναβάθμιση της γεωργικής παραγωγής και ο τομέας της τεχνολογίας.

Μέσα σ' αυτή τη διαδικασία, οι ελληνικές τράπεζες θα παίξουν καταλυτικό ρόλο, παρέχοντας ενδιάμεση χρηματοδότηση για να μην υπάρξουν καθυστερήσεις, τεχνογνωσία για την αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων, αλλά και συμβουλευτικές υπηρεσίες σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις για την προετοιμασία των δικών τους σχεδίων. Αυτό θα γίνει συγχρηματοδοτώντας επενδυτικά σχέδια, καθώς κεφάλαια ύψους 12,5 δισ. ευρώ από το σύνολο των 32 δισ. ευρώ του Ταμείου που είναι οι πόροι για την Ελλάδα θα μοχλευθούν με συμμετοχή 20% του ιδιωτικού τομέα και 40% μέσω τραπεζικού δανεισμού.

Από την πλευρά του, ο CEO της Εθνικής Τράπεζας, κ. Παύλος Μυλωνάς έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην τεχνολογική επανάσταση που λαμβάνει χώρα ευρύτερα, αλλά και στη σημασία του ψηφιακού μετασχηματισμού των τραπεζών για να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις της εποχής και στις συνθήκες που διαμορφώνει η πανδημία. Αναφέρθηκε στην ευρύτερη μετάλλαξη ολόκληρου του χρηματοπιστωτικού τομέα, όπου ο ανταγωνισμός πλέον μεγαλώνει καθώς προκύπτουν και «νέες τράπεζες», αλλά και εφαρμογές που προσφέρουν επίσης υπηρεσίες και προσβάσεις σε κλάδους όπως ο τουρισμός, η διασκέδαση και η εστίαση.

«Το μέλλον θα είναι digital» τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μυλωνάς, κάτι που οδηγεί τις τράπεζες νομοτελειακά σε μετασχηματισμό και αλλαγή κουλτούρας, αξιοποιώντας τα big data και άλλα εργαλεία, ενώ υπογράμμισε πως μια κυρίαρχη πρόκληση του μέλλοντος θα είναι η κυβερνοασφάλεια, η οποία θα αποτελέσει τη βασική προτεραιότητα των τραπεζών τα επόμενα χρόνια.