Τι φέρνει το 2022 στα ελληνοτουρκικά

Τι φέρνει το 2022 στα ελληνοτουρκικά

Το 2022 ξεκινά για τα ελληνοτουρκικά με όλα όσα του κληροδότησε η προηγούμενη χρονιά, μια μικρογραφία της ιστορίας των διμερών σχέσεων. Δύσκολα προοιωνίζεται αλλαγή στάσης στα θέματα που είναι καθοριστικά για την Άγκυρα όσον αφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Το παζλ συνθέτουν οι ακραίες νέες διεκδικήσεις της με νέες αιτιάσεις, στον απόηχο των περυσινών αντιπαραθέσεων και της επανέναρξης των διερευνητικών επαφών -παρά τους δυσμενείς όρους λόγω των νέων τουρκικών διεκδικήσεων- που δεν δημιουργούν έδαφος για συνέχεια εποικοδομητικού διαλόγου.

Στόχος πάντα των διεκδικήσεων της Αγκυρας θα παραμείνει η προσπάθεια να κερδηθεί ένα μεγάλο στοίχημα που επιδιώκει να πετύχει η Τουρκία από το 1973-1974:

  • Να μην παραιτηθεί από διεκδικήσεις και να επικρατήσει στον ανταγωνισμό με την Ελλάδα, όσον αφορά στα κυριαρχικά δικαιώματα υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο.
     
  • Να αποδυναμώσει ει δυνατόν τις διεκδικήσεις των νησιών με τεχνάσματα και ψευδο-νομικίστικες επινοήσεις.  

Στη νέα χρονιά, η τουρκική εξωτερική πολιτική αναμένεται όχι μόνο προκλητική αλλά και αρκούντως επιθετική, όπως άλλωστε και πέρυσι. Πέραν των γνωστών επιχειρημάτων περί θαλασσίων ζωνών και της αποκλειστικότητάς της στην Αν. Μεσόγειο, εδώ και τουλάχιστον ένα εξάμηνο η Τουρκία προωθεί -για πρώτη φορά επίσημα- μέσω σειράς επιστολών προς τον Γενικό Γραμματέα των ΗΕ την αιτίαση ότι η Ελλάδα παραβιάζει το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης των νησιών. Την επανέλαβε ακόμη μια φορά παραμονές Πρωτοχρονιάς ο τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου.

Η τουρκική επιχειρηματολογία θα συνεχίσει να υπερτονίζει την παραβίαση του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης, το οποίο ισχυρίζεται ότι είναι σε ισχύ, σε αντίθεση με ό,τι έχει επιχειρηματολογήσει η Ελλάδα προς αντίκρουση της θέσης αυτής. Με τεκμηρίωση θα επιμείνει στο να καταδείξει ότι παρά τις ελληνικές ενστάσεις βασισμένες στο δικαίωμα της άμυνας ή την παλαιότητα του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης, εν τούτοις θα ισχυρισθεί ότι η τελευταία συμβατικά δεν έχει λήξει. 

Προκειμένου να στοιχειοθετήσει τον απώτερο ισχυρισμό της, τον οποίο δημιούργησε με λογική κατασκευασμένου όρου, θα συνεχίζει να ισχυρίζεται ότι η κυριαρχία των νησιών που επικυρώθηκε με τη συνθήκη της Λωζάννης (1923) τελούσε υπό τη αίρεση της αποστρατιωτικοποίησης. Δι’ αυτού του τρόπου θα επιμείνει να προσπαθεί να αγγίξει τον πυρήνα της κυριαρχίας των νησιών, στοχεύοντας να επεκτείνει σε αυτά τη θεωρία της περί «γκρίζων ζωνών».

Συνεπώς -συνεχίζει η τουρκική άποψη- εάν η Ελλάδα δεν τηρήσει την αποστρατιωτικοποίηση, η κυριαρχία των νησιών της τίθεται σε αμφισβήτηση, για να πάει στο επόμενο βήμα που έχει το ενδιαφέρον και το οποίο προσφάτως ο Τσαβούσογλου έθεσε με ευθύτητα ως δήλωση στα θέματα των διαφορών. Ότι η Ελλάδα δεν έχει δικαίωμα κυριαρχίας σε νησιά που στρατιωτικοποιεί. Γεννάται λοιπόν με αυτήν την αποστροφή το δίλημμα: Αμυντική  αποδυνάμωση ή κυριαρχία.  

Τουρκία και Ανατολική Μεσόγειος

Ανάλογη θα είναι η στάση της Τουρκίας και στην Αν. Μεσόγειο. Μετά την παράνομη τουρκολιβυκή οριοθέτηση θεωρεί ότι έχει κλειδώσει την αποκλειστικότητα όσον αφορά σε υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Στην αντίληψή της η Ελλάδα δεν έχει πιθανότητα να κερδίσει περιοχές υφαλοκρηπίδας με βάση τα νησιά, τα οποία αποκλείει από διεκδικήσεις εκ προοιμίου αλλά και ένεκα της τουρκολιβυκής οριοθέτησης. Μάλιστα θα συνεχίσει να επιχειρεί να προσεγγίσει την Αίγυπτο για να την αποσπάσει από τις τριμερείς συμπράξεις που την ενοχλούν ιδιαιτέρως. 

Το στοίχημα της Τουρκίας για τα κοιτάσματα της Αν. Μεσογείου είναι μεγάλο. Δεν είναι μόνο ότι εάν αμελήσει και δεν καταπιαστεί με αυτά έγκαιρα, είναι πιθανό ότι χάσει από τις κινήσεις της Ελλάδας. Αλλά ταυτοχρόνως χάνει και από την Κύπρο η οποία –κατά την άποψη της Τουρκίας- της στερεί περιοχές υφαλοκρηπίδας και μάλιστα με τη σφραγίδα του κράτους που δεν αναγνωρίζει, αλλά και την υποστήριξη της ΕΕ που δεν μπορεί να αγνοήσει. Η Κύπρος απομονώνει την ομογάλακτη κοινότητά της από διεκδικήσεις που θα παράγονταν για το σύνολο της νήσου εάν η ελληνοκυπριακή κοινότητα δεν είχε καταψηφίσει το σχέδιο λύσης των Ηνωμένων Εθνών του 2004.

Γι’ αυτό και δεν πρόκειται να παραιτηθεί από τις δικές της διεκδικήσεις, ούτε και αυτές της τουρκοκυπριακής κοινότητας για λογαριασμό της οποίας παρεμβαίνει. Στο πρόγραμμά της έχει σειρά δράσεων σε οριοθετημένες περιοχές κυπριακής υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ που εμπράκτως αμφισβητεί για ίδιο όφελος στα δυτικά της νήσου, καθώς και προς όφελος των Τουρκοκυπρίων ανατολικά και νότια. Το ίδιο συμβαίνει και σε μη οριοθετημένες περιοχές που θα τις αποκλείσει από τη διεκδίκηση της Κύπρου. Στο ίδιο πλαίσιο κατά την άποψή της, έχει εξασφαλίσει οριοθέτηση –αν και άκυρη- με τα κατεχόμενα.  

Σε ένα πολυμέτωπο αγώνα της, η Άγκυρα θα συνεχίσει τα ανοίγματά της στα Εμιράτα, την Αίγυπτο αλλά και προς το Ισραήλ. Είναι οι χώρες των τριμερών και πολυμερών που συνδέονται με τα ενεργειακά και τις ΑΟΖ της Αν. Μεσογείου. Είναι κινήσεις που διακρίνουν την τακτική επιβίωσης που ακολουθεί ο Ερντογάν σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο το πολιτικό ή το διεθνές πεδίο αλλά και στο οικονομικό.

Παρ’ ότι το timing είναι εξαιρετικά δύσκολο για τον Ερντογάν και οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν τη φθορά του, ο ίδιος επιμένει και επιχειρεί να κάνει την αναγκαία στροφή. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα του φέρει αποτέλεσμα, δεδομένων των εξαιρετικά δυσμενών εξελίξεων στην οικονομία της χώρας, που ίσως αποδειχθεί η αχίλλειος πτέρνα του. 

Αυτά τα δεδομένα οδηγούν τον τούρκο πρόεδρο με ενεργό ενδιαφέρον και για τα κοιτάσματα ακόμη και αν δεν είναι τόσο πλούσια και θεωρεί αδιανόητο αυτός να μην είναι μέρος των όποιων εξελίξεων.

Είναι φανερό ότι αποκλείει την Ελλάδα, αμφισβητεί με στόχο να ανατρέψει τις εκμεταλλευτικές ενέργειες στην Κύπρο, προσεγγίζει με δώρα για να κερδίσει μεγάλο μερίδιο με συμφωνία, την Αίγυπτο.

Προκειμένου να εξασφαλίσει περιοχές αποκλειστικά, θα εξακολουθήσει την τακτική που γνωρίζει, μονομερείς οριοθετήσεις, μονομερείς ενέργειες στην απουσία οριοθέτησης, τετελεσμένα και θα συνεχίσει να περνάει το μήνυμα ότι στην Αν. Μεσόγειο η Άγκυρα μοιράζει την τράπουλα, κανείς άλλος. Και βέβαια επιμονή στο τουρκολιβυκό μνημόνιο, παρότι δεν δείχνει να το ενεργοποιεί, όσο υφίσταται η εκκρεμότητα της Λιβύης. 

* Ο Πέτρος Λιάκουρας είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές», στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς