Στον βυθό της Σαλαμίνας η αρχαία της πόλη

Στον βυθό της Σαλαμίνας η αρχαία της πόλη

Κρύβει πολλά μυστικά η καταβυθισμένη περιοχή από την αρχαία πόλη της Σαλαμίνας. Τα αποκαλύπτει σιγά- σιγά η αρχαιολογική σκαπάνη παρά τα εμπόδια για ανασκαφές λόγω της πανδημίας. Τμήμα του κλασικού τείχους ήταν ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της ανασκαφικής ομάδας που ανασκάπτει εκεί ως συνεργασία μεταξύ του Ινστιτούτου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών (Ι.ΕΝ.Α.Ε.) και της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων (Ε.Ε.Α.) του ΥΠΠΟΑ.

Οι έρευνες γίνονται υπό την διεύθυνση της Δρος Αγγελικής Γ. Σίμωσι, Προϊσταμένης της ΕΦ.Α. Ευβοίας, και του Γιάννου Γ. Λώλου, Καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και Προέδρου του Ι.ΕΝ.Α.Ε.

Η έρευνα του 2020 εκτελέσθηκε με επιτυχία, παρά τις δύσκολες συνθήκες της πανδημίας, από 15μελή ομάδα, με κύρια συνεργάτιδα την Δρα Χριστίνα Μαραμπέα, ως υπεύθυνη εργασιών πεδίου και τεκμηρίωσης, και τον δύτη Νικόλαο Γκόλφη, ως τεχνικό υπεύθυνο.

Λόγω της γενικότερης αβεβαιότητας και αδυναμίας προτέρου πλήρους σχεδιασμού, οι επιστήμονες περιορίστηκαν στην βόρεια πλευρά του μυχού του Όρμου του Αμπελακίου, όπου ερευνώνται, από το 2016, καταβυθισμένα αρχιτεκτονικά υπολείμματα της αρχαίας πόλης της Σαλαμίνος, με σαφείς συνέχειες στον σημερινό αιγιαλό. Τα αποτελέσματα της έρευνας του 2020 κρίνονται ιδιαιτέρως σημαντικά, εφ’ όσον διακριβώθηκε οριστικά η πορεία του επιθαλασσίου τείχους της Κλασικής πόλης, παρά τον λιμένα, με την αποκάλυψη μεγάλου σκέλους του.

Με βάση τα συμπεράσματα από τις έρευνες των ετών 2018-2019, η πρόσφατη έρευνα στην βόρεια πλευρά του εσώτερου Όρμου του Αμπελακίου εξελίχθηκε συστηματικά σε τμήμα του σημερινού αιγιαλού αμέσως βορείως του νεώτερου μώλου κατασκευασμένου από αρχαίο οικοδομικό υλικό. Συγκεκριμένα, έγινε σε πρότερη θαλάσσια έκταση, μπαζωμένη προπολεμικά από τον ιδιοκτήτη (Λ. Κριεζή) παρακείμενης παλαιάς οικίας, η οποία και σήμερα κατακλύζεται συχνά από νερά και μετατρέπεται σε θάλασσα.

Η στρωματογραφική ακολουθία, όπως διακριβώθηκε στην μεγαλύτερη έκταση της ανασκαφής, περιελάμβανε σταθερά 5 Στρώματα: Σ1: Επιφανειακό, Σ2: Μπάζωμα Λ. Κριεζή (δεκαετίας 1930), Σ3: Βορβορώδες (“βουρκάδα”), Σ4: Αμμώδες, Σ5: Ερυθρωπό αργιλώδες (αρχαίο έδαφος), εντός του οποίου είναι θεμελιωμένο το τείχος.

Με την πρόοδο της ανασκαφικής διερεύνησης, και χονδρικά στην νοητή ευθεία ,προς βορράν, του νεώτερου μώλου, αποκαλύφθηκε πλήρως σημαντικό σκέλος του επιθαλασσίου τείχους, στον άξονα Β.-Ν., ως μέρος του όλου (εσωτερικού) οχυρωτικού συστήματος της αρχαίας πόλης, του οποίου η περίμετρος μπορεί, πλέον, σχεδόν εξ ολοκλήρου, να αποκατασταθεί, με βάση παλαιότερα και νεώτερα δεδομένα από τις χερσαίες και ενάλιες έρευνες στην περιοχή Αμπελακίου-Πούντας.

Το ερευνηθέν τμήμα του τείχους παρακολουθήθηκε σε μήκος περίπου 16 μ.. Για την συγκρότησή του, γενικά, έχουν χρησιμοποιηθεί λιθόπλινθοι και άλλοι μεγάλοι ειργασμένοι λίθοι στα δύο μέτωπα (δυτικό και ανατολικό) και αργοί λίθοι, μεσαίοι και μικροί, και χαλίκια, για το γέμισμα εσωτερικά. Ας σημειωθεί ότι στα δύο βορειότερα ανασκαφικά τετράγωνα, το δυτικό μέτωπο διατηρείται σε δύο στρώσεις λιθοπλίνθων.

Μέσω της προσεκτικής ανασκαφικής διερεύνησης στάθηκε δυνατόν να αναγνωρισθούν δύο κατασκευαστικές φάσεις του τείχους, οπωσδήποτε εντός των ορίων της Κλασικής περιόδου.

Το πάχος του, στην πρώτη φάση, μετρήθηκε σε 2-2,20 μ., ενώ στην δεύτερη, σε 3 μ., ενισχυμένο πλέον, ενδεχομένως, για την αντιμετώπιση νέων πολιορκητικών μέσων.

Με βάση την ευρεθείσα μελαμβαφή Αττική κεραμεική στην θεμελίωση του δυτικού (εσωτερικού) μετώπου, η πρώτη φάση του τείχους μπορεί, προκαταρκτικώς, να χρονολογηθεί στον πρώιμο 4ο αι. π.Χ., άν όχι και λίγο νωρίτερα.

Περαιτέρω, αποσαφηνίσθηκε οριστικά ότι το υπόλειμμα του δυτικού μέρους/μετώπου του αρχαίου τείχους, με κατεύθυνση Β.-Ν., αποτέλεσε για τους νεώτερους, το στιβαρό υπόβαθρο για την κατασκευή του υπάρχοντος μακρού μώλου, ο οποίος σχεδόν πάντοτε προβάλλει στην επιφάνεια της θάλασσας, και ενέχει το δικό του ιστορικό ενδιαφέρον, από τα χρόνια του Αγώνος της Ανεξαρτησίας.

Από την ανασκαφή του 2020 προήλθε μεγάλη ποσότητα κεραμεικής, σε θραυσματική κατάσταση, διαφόρων περιόδων, η οποία καλύπτει, γενικώς, το διάστημα από τους Κλασικούς έως και τους Μεσαιωνικούς/Νεωτέρους χρόνους.

Σύνθεση της Ερευνητικής Ομάδας: Διεύθυνση Έρευνας, Γιάννος Γ. Λώλος, Πρόεδρος Ι.ΕΝ.Α.Ε., Αγγελική Γ. Σίμωσι, Προϊσταμένη ΕΦ.Α. Ευβοίας. Χριστίνα Μαραμπέα, Δρ. Αρχαιολόγος, υπεύθυνη εργασιών πεδίου και τεκμηρίωσης, Έφη Ουσταμπασίδου, Αρχαιολόγος, κύρια συνεργάτιδα, Άννα Νοτιά, Αρχαιολόγος, κύρια συνεργάτιδα, Ευάγγελος Κρουστάλης, Δρ. Αρχαιολόγος, υπεύθυνος φωτογραμμετρικών αποτυπώσεων, Παναγιώτης Δαββέτας, Πτυχιούχος Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, Παρασκευή Τακορού, Επι πτυχίω φοιτήτρια Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Νιτούς Ανθούση, Πτυχιούχος Τμήματος Εικαστικών Τεχνών Παν. Ιωαννίνων, σχεδιάστρια, Νικόλαος Γκόλφης, Τεχνικός υπεύθυνος-δύτης, Χρύσα Φουσέκη, Προϊσταμένη Τμήματος Συντήρησης Ε.Ε.Α., Ειρήνη Μάλλιου, Συντηρήτρια, Ε.Ε.Α., Σπύρος Αγιάζι, Εργατοτεχνίτης, Μπιλμπίλ Μουσταφά, Εργατοτεχνίτης, Κώστας Τσιτλακίδης, Νυχτοφύλακας χώρου ερευνών.