Ψήφος εμπιστοσύνης από την Fitch – «Βλέπει» μείωση των πλεονασμάτων

Ψήφος εμπιστοσύνης από την Fitch – «Βλέπει» μείωση των πλεονασμάτων

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Με πολύ θετικά σχόλια για τις πρωτοβουλίες του Έλληνα πρωθυπουργού και «καρφιά» για τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν τα αμέσως προηγούμενα χρόνια… διανθίζει ο οίκος Fitch την έκθεση που συνοδεύει την ανακοίνωση για την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε «ΒΒ» από «ΒΒ-». Η ελληνική κυβέρνηση, υπό τις οδηγίες του Κυριάκου Μητσοτάκη, έχει σημειώσει ραγδαία πρόοδο ως προς τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και την έναρξη των διαδικασιών για την αντιμετώπιση των τραπεζικών προβλημάτων, αναφέρει χαρακτηριστικά.

Ο αμερικανικός οίκος στέκεται επίσης στο γεγονός ότι η κυβέρνηση καταβάλλει προσπάθειες να δώσει νέα ώθηση στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Οι κινήσεις αυτές στο πρώτο εξάμηνο διακυβέρνησης… ανάγκασαν την Fitch να προχωρήσει στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας κατά μία βαθμίδα και όχι μόνο του outlook, μία εξέλιξη για την οποία το Liberal.gr είχε εγκαίρως προειδοποιήσει (https://www.liberal.gr/economy/ti-leei-i-fitch-gia-tin-axiologisi-tis-paraskeuis/282925). 

Η Fitch δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στον προϋπολογισμό του 2020 και βλέπει μείωση του στόχου για τα πλεονάσματα από το 2021, ενώ ρίχνει «καρφιά» για την πολιτική που ακολουθήθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Όπως σημειώνει, ο προϋπολογισμός του 2020 περιλαμβάνει ένα πακέτο φιλικών προς την ανάπτυξη μέτρων (αντιστοιχεί σε 0,6% του ΑΕΠ) που στοχεύει στη μείωση των φόρων και την αύξηση των κοινωνικών παροχών για οικογένειες. Υπογραμμίζει ωστόσο ότι «η δημοσιονομική προσαρμογή από το 2015 είναι αξιοσημείωτη αλλά έχει στηριχθεί κατά κύριο λόγο στην είσπραξη φόρων και στην υποεκτέλεση των επενδύσεων». 

Ο προϋπολογισμός του 2020 αποτελεί, σύμφωνα με την Fitch, το πρώτο βήμα προς την αλλαγή του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής, ενώ η μεγάλη φορολογική στροφή έχει τη δυναμική να στηρίξει τις ιδιωτικές επενδύσεις και την απασχόληση. Επιπλέον, οι μειώσεις στους φόρος εισοδήματος που στοχεύουν στα χαμηλότερα εισοδήματα αναμένεται να έχουν μεγαλύτερο πολλαπλασιαστή ως προς το ΑΕΠ. 

Η Fitch αποδίδει το θετικό outlook στις καλύτερες προοπτικές για πολιτική σταθερότητα και εφαρμογή των απαιτούμενων πολιτικών που προέκυψαν μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου αλλά και στην ενισχυμένη πεποίθηση ότι το δημόσιο χρέος για συνεχίσει να μειώνεται με σταθερό ρυθμό. 

Σύμφωνα με την Fitch, οι ενέργειες της κυβέρνησης υποστηρίζουν τις μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας και ενισχύουν την πεποίθηση ότι οι σχέσεις με τους Ευρωπαίους πιστωτές θα παραμείνουν εποικοδομητικές. Παράλληλα, η βιωσιμότητα του χρέους της γενικής κυβέρνησης συνεχίζει να βελτιώνεται, υποστηριζόμενη από τη σταθερότητα του πολιτικού σκηνικού, τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη του ΑΕΠ και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. 

Το θέμα των «κόκκινων» δανείων αποτελεί καθοριστικό παράγοντας για την επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα. Η Fitch αναγνωρίζει τη βελτίωση στην ποιότητα ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, επισημαίνοντας ωστόσο ότι παρά τις προσπάθειες το ποσοστό των NPLs παραμένει στο 42,1%, βάσει στοιχείων Σεπτεμβρίου. Ο οίκος εκτιμά ότι οι τράπεζες θα επιταχύνουν το ρυθμό μείωσης των NPLs το 2020 αξιοποιώντας το σχήμα του Ηρακλή και τις εγγυήσεις του δημοσίου ύψους 12 δισ. ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, σημειώνει ότι τα σχέδια εξυγίανσης των τραπεζικών ισολογισμών που έχουν στόχο τη μείωση των «κόκκινων» δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό τα επόμενα 2-4 χρόνια εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ευρύτερο περιβάλλον στην Ελλάδα και τη διάθεση των επενδυτών για distressed assets, καθώς και στην αποτελεσματικότητα του νομικού πλαισίου. 

Ήταν, λοιπόν, εύλογο ο οίκος Fitch να δώσει ώθηση στην αξιολόγηση της Ελλάδας από τη στιγμή που εντόπισε σημαντικές αλλαγές το τελευταίο εξάμηνο και επίσης είχαν μεσολαβήσει περίπου 17 μήνες από την προηγούμενη αναβάθμιση, διάστημα στο οποίο η χώρα απέκτησε νέα κυβέρνηση και νέα οικονομική πολιτική. Πλέον, για την έξοδο από την κατηγορία junk η ελληνική οικονομία χρειάζεται αναβάθμιση κατά 2 βαθμίδες από την Fitch, κατά 3 βαθμίδες από τους οίκους S&P και DBRS και κατά 4 βαθμίδες από τη Moody’s, που σημαίνει ότι η επίτευξη της επενδυτικής κατηγορίας  μέσα στο 2020 συνεχίσει να είναι ένας εξαιρετικά δύσκολος στόχος.