Πόσο κινδυνεύει η ελληνική οικονομία από πληθωρισμό και ύφεση

Πόσο κινδυνεύει η ελληνική οικονομία από πληθωρισμό και ύφεση

Με τον πληθωρισμό να εκτινάσσεται στο 8,9% τον Μάρτιο σε υψηλό 26 ετών, εύλογα αυξάνεται ο προβληματισμός για την πορεία της οικονομίας, καθώς οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων αχρήστευσαν κάθε προηγούμενη πρόβλεψη για την ανάπτυξη. Η σημαντικότερη επίπτωση για την πραγματική οικονομία είναι η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο αλλά επικεντρώνεται στην Ευρώπη, η οικονομία της οποίας επηρεάζεται περισσότερο και πιο άμεσα από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, του παράγοντα δηλαδή που ώθησε σε υπερθετικό βαθμό την έκρηξη της ακρίβειας.

Για την ελληνική οικονομία, το πλήγμα που δέχονται ήδη τα νοικοκυριά από την εκτίναξη των τιμών είναι σοβαρό και το πιο σημαντικό είναι ότι έρχεται σε μία εποχή που οι προσδοκίες ήταν για ισχυρή σωρευτική ανάπτυξη έως και άνω του 13% στη διετία 2021-22. Ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού - που επίσης είναι παγκόσμιος - έχει μεγαλύτερη σημασία για τους Έλληνες γιατί η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κρίση σχεδόν αδιάκοπα από το 2008 έως σήμερα και η μέχρι πρότινος προβλεπόμενη ανάπτυξη της επόμενης πενταετίας, με φόντο τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, αποτελούσε την ελπίδα των περισσότερων να ανακτήσουν τις απώλειες της περασμένης δεκαετίας.

Την Πέμπτη, ο Γιάννης Στουρνάρας εκτίμησε ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα μεγεθυνθεί από 2,8% έως 3,8% το 2022, έναντι 4,8% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη της Τράπεζας της Ελλάδος. Το που θα… κάτσει η μπίλια της ανάπτυξης θα εξαρτηθεί φυσικά από τη διάρκεια και το βάθος της κρίσης. Τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο αυτή τη στιγμή και δυστυχώς οι πιθανότητες επιδείνωσης της κατάστασης είναι περισσότερες.

Γενικότερα για την Ευρώπη, η εκτίμηση που κυριαρχεί σήμερα είναι ότι θα αποφευχθεί η ύφεση, υπό την προϋπόθεση να μην διακοπεί η ροή ρωσικού φυσικού αερίου και να μην κλιμακωθεί περαιτέρω ο πόλεμος. Με τα σημερινά – πάντα - δεδομένα η Goldman Sachs τοποθετεί την ανάπτυξη της Ευρωζώνης στο 2,5%. Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία θα υπεραποδώσει της ευρωπαϊκής, λιγότερο ωστόσο από τις αρχικές εκτιμήσεις και παράλληλα ο κίνδυνος έχει μεγαλώσει.

Το πλήγμα που θα υποστούν τα νοικοκυριά από την ακρίβεια δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να υπολογιστεί, ούτε το πως θα επηρεαστεί συνολικά το κλίμα στην αγορά (καταναλωτική και επενδυτική εμπιστοσύνη). Με τον πληθωρισμό στο 9% τον Μάρτιο και υψηλότερα όπως όλα δείχνουν στη συνέχεια, αυξάνεται ο κίνδυνος τα νοικοκυριά να σταματήσουν τις δαπάνες και οι επιχειρήσεις τις επενδύσεις, οδηγώντας σε σημαντική επιβράδυνση αν όχι συρρίκνωση τη δραστηριότητα.

Το απαισιόδοξο μήνυμα του κεντρικού τραπεζίτη για την ακρίβεια, ήταν ότι τοποθέτησε την αποκλιμάκωση του φαινομένου του πληθωρισμού το 2023 που σημαίνει ότι εγκαταλείπονται οι αρχικές εκτιμήσεις για αξιοσημείωτη υποχώρηση των τιμών μετά το καλοκαίρι. Ο κίνδυνος δηλαδή είναι να φτάσουμε σε διψήφιο πληθωρισμό έως τον Ιούλιο και να διατηρηθεί υψηλά για μήνες.

Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, τρεις είναι οι παράγοντες που θα προσδιορίσουν τον ρυθμό ανάπτυξης το 2022 και τα αμέσως επόμενα έτη:

1.Η ενίσχυση των επενδύσεων, κυρίως των ιδιωτικών, μέσω της υλοποίησης μιας ισχυρής μεταρρυθμιστικής πολιτικής αναγκαίας για την προσέλκυση επενδύσεων από τη διεθνή επιχειρηματική αγορά,

2. Η αύξηση της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης και

3. Η μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Και οι τρεις αυτοί παράγοντες επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τον πληθωρισμό και επομένως ο κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού θα αρχίσει να γίνεται ολοένα και πιο ορατός στην περίπτωση που οι γεωπολιτικές και ενεργειακές εξελίξεις δεν συμβάλλουν στη μείωση των τιμών της ενέργειας, των μετάλλων και των τροφίμων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι τέτοια η ταχύτητα με την οποία επιδεινώθηκαν οι συνθήκες τον Μάρτιο που ενώ το βασικό σενάριο της ΕΚΤ στις αρχές Μαρτίου ήταν για ανάπτυξη 3,7% στην Ευρωζώνη το 2022 και το χειρότερο δυνατό σενάριο προέβλεπε ανάπτυξη 2,2%, το βασικό σενάριο σήμερα είναι για 2,5%. Επομένως τίποτα δεν είναι σίγουρο και για την ελληνική οικονομία, ακόμη και στην περίπτωση που έχουμε μία καλή τουριστική περίοδο.