Πώς επί ΣΥΡΙΖΑ μετακινήθηκαν τα αρχαία στον σταθμό Αγ. Σοφίας

Πώς επί ΣΥΡΙΖΑ μετακινήθηκαν τα αρχαία στον σταθμό Αγ. Σοφίας

Της Αγγελικής Κώττη

Ιδιαίτερη μεταχείριση, χωρίς να σημαίνει πως ήταν και η σωστή, είχαν οι βυζαντινές αρχαιότητες στον σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης, διότι αυτές υπήρξαν το επίκεντρο της προπαγάνδας ΣΥΡΙΖΑ από το 2013. Ο διχασμός της πόλης, όπως και της επιστημονικής κοινότητας, στήθηκε από νωρίς, με σχεδιασμό από ανώτατα στελέχη της αρχαιολογικής υπηρεσίας, που ανταμείφθηκαν στη συνέχεια με υψηλότερες θέσεις. Αντιθέτως, για τις αρχαιότητες στον σταθμό Αγίας Σοφίας, πολλές από τις οποίες είναι σημαντικότερες, ουδεμία ειδική πρόνοια ελήφθη. Κάποιες καταχώθηκαν, κάποιες διαλύθηκαν, αλλά καμία δεν θα αναδειχθεί πως ταιριάζει σε τόσο σημαντικά ευρήματα. Διότι η ανεύρεσή τους επί ΣΥΡΙΖΑ, δεν σηματοδοτήθηκε με ανταπόκριση ανάλογη του μεγέθους τους, Πρυτάνευσε η συνέχιση του έργου και τα αρχαία “γαία πυρί εμίχθησαν”. Για τις ανάγκες κατασκευής του τεχνικού έργου δεν διατηρήθηκε καμία αρχαιότητα, εκτός από μία και μοναδική: ενός τμήματος της βόρειας πλατείας, ευρήματος σπάνιου και με τεράστια αρχαιολογική αξία. Ακόμα όμως και από αυτό, μόνο μικρό τμήμα διατηρείται. Τα υπόλοιπα, δεν θα τα δει κανείς ξανά.

Ο Σταθμός Αγίας Σοφίας, συνολικού εμβαδού 2.855,769 τμ. Χωροθετείται κάτω από το κατάστρωμα της οδού Εγνατία, στο τμήμα μεταξύ των κάθετων οδών Μπακατσέλου στα δυτικά και Αγίας Σοφίας στα ανατολικά. Η βόρεια είσοδος βρίσκεται σε τμήμα της πλατείας Μακεδονομάχων και η νότια είσοδος στη διαπλάτυνση της οδού Αγίας Σοφίας και σε τμήμα νησίδας, νοτίως της Εγνατίας.

metro

Οι ανασκαφικές εργασίες στο πλαίσιο κατασκευής του ΜΕΤΡΟ, ακολουθώντας τα στάδια του τεχνικού έργου, ξεκίνησαν τον Μάιο του 2007 και, με διαλείμματα, διήρκεσαν μέχρι τον περασμένο Ιούλιο. Προσέφεραν νέα στοιχεία, εξαιρετικά σημαντικά για την πολεοδομική οργάνωση και εξέλιξη της περιοχής στη διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Αγίας Σοφίας από την ίδρυση της πόλης στα ελληνιστικά χρόνια (4ος αιώνας π.Χ.) έως τις αρχές του 20ου αι. Παλαιότερο χρονολογικά εύρημα είναι δύο δρόμοι και ανάμεσα στα άλλα πολλά και θαυμαστά, διακρίνονται: ο decumanus maximus, η βυζαντινή κεντρική οδός κατά το β΄ μισό του 4ου αι. που επιστρώνεται με ακανόνιστες μαρμάρινες πλάκες και αποκαλύφθηκε κάτω από τη σημερινή Εγνατία, στο σκάμμα του κελύφους του σταθμού, σε μήκος 73 μ. Αυτός αποφασίστηκε να αποσπασθεί και να επανατοποθετηθεί μετά την κατασκευή του κελύφους, το 2013. Αλλά, το 2018 το ΚΑΣ γνωμοδότησε πως... δεν χωράει στο νέο κέλυφος του σταθμού. Οπότε, η τύχη του μοιάζει σκοτεινή. Και να φανταστεί κανείς ότι αποτελεί τη συνέχεια του προβεβλημένου βυζαντινού δρόμου Θεσσαλονίκης. Οι καλοθελητές γράφουν πως δεν τοποθετείται και πάλι στη θέση του, αποκρύπτοντας επιμελώς ότι αυτό αποφασίστηκε επί ΣΥΡΙΖΑ.

Στο ίδιο πολεοδομικό πρόγραμμα με τον δρόμο ανήκαν μνημειακό κρηναίο/νυμφαίο, που αποκαλύφθηκε στη συμβολή του decumanus με τον cardo της Αγίας Σοφίας. Πρόκειται για οικοδόμημα πιόσχημης κάτοψης με υπολογιζόμενες διαστάσεις: μήκους 19,37μ. επί 5,36μ. Το μνημείο εμφανίζει επάλληλες κατασκευαστικές φάσεις. Η ανέγερση του ανάγεται στα χρόνια του διαδόχων του Μ. Κωνσταντίνου, στο β΄ μισό του 4ου αι. Οι μετασκευές του συνεχίζουν στο επόμενο χρονικό διάστημα, μέσα στον 5ο και 6ο αι., ενώ παραμένει σε χρήση τουλάχιστον έως τον 7ο αι. Το πιόσχημο νυμφαίο ανήκει στον τύπο με θεατρική πρόσοψη (scaenae frons) και αποτελεί μια από τις πιο μνημειακές δημιουργίες αυτού του τύπου και λειτουργίας κτηρίων. Το μέγεθος του, που επιβάλλεται με τον όγκο και το ύψος του θα το καθιστούσαν ορατό από παντού, καθώς αποτελεί το πιο μνημειακό μέχρι τώρα νυμφαίο της πόλης και ένα από τα πιο επιβλητικά κτίσματα του δημόσιου χώρου. Κι όμως αποσπάται και μεταφέρεται, με προοπτική να ξαναμπεί κάποτε στη θέση του. Προφανώς από εκεί δεν πέρασε ο Άγιος Δημήτριος (αυτό είχε ειπωθεί ως επιχείρημα για τη διατήρηση κατά χώραν του δρόμου στον σταθμό Βενιζέλου).

Πέντε μαρμάρινοι αναβαθμοί οδηγούσαν βορείως του decumanus maximus σε ημικυκλική /σιγμοειδή πλατεία με ομόλογη στοά. Υπολογίζεται ότι κάλυπτε συνολικά επιφάνεια 940τμ. Εντός του σκάμματος της βόρειας εισόδου αποκαλύφθηκε το ανατολικό ήμισυ, σε έκταση 190.τμ.. Την ημικυκλική στοά όριζε στυλοβάτης. Έφερε βάσεις κιόνων πάνω σε βάθρα, από τα οποία βρέθηκε in situ ένα μόνο, που ανάγεται στον 4ου αι.. Ο τοίχος της στοάς διατηρείται σε ύψος που φθάνει τα 3,00μ. Ήταν επιχρισμένος με ασβεστοκονίαμα και εμφανίζει μεταγενέστερες συμπληρώσεις και επεμβάσεις. Δύο θυραία ανοίγματα οδηγούσαν Β και ΒΑ, πιθανότατα, σε τρίτο ομόκεντρο σκέλος του στοϊκού οικοδομήματος, όπου θα λειτουργούσαν καταστήματα.

Τα δάπεδα της πλατείας και της στοάς ήταν επιστρωμένα με μεγάλες μαρμάρινες ορθογώνιες πλάκες. Ελάχιστες διασώθηκαν στη θέση τους, κυρίως όσες πάνω τους εδράστηκαν οι μεταγενέστεροι λασπόκτιστοι τοίχοι των βυζαντινών χρόνων. Στη μεγαλύτερη επιφάνεια διατηρούνται τα αποτυπώματά τους σε παχύ υπόστρωμα υδραυλικού κονιάματος.
Δεύτερη ημικυκλική πλατεία με στοά και ομόκεντρο σκέλος με καταστήματα ανοίγεται και νότια του deumanus maximus.

metro1

Μαζί με την ομόλογή της στα ανατολικά θα συνιστούσαν ένα κυκλικό forum νοτίως του κεντρικού δρόμου και βορείως της βασιλικής στη θέση του ναού της Αγίας Σοφίας. Υπολογίζεται ότι κάλυπτε συνολικά επιφάνεια 3.000 τμ. Τμήματα των καμπύλων τοίχων και του στυλοβάτη της πλατείας εντοπίστηκαν αποσπασματικά στα σκάμματα του νοτίου κελύφους και της νότιας εισόδου του σταθμού. Ο στυλοβάτης σώζει κατά χώραν μαρμάρινα βάθρα και βάση κίονα. Η πλατεία ήταν επιστρωμένη με μαρμάρινες πλάκες. Και σε αυτήν την περίπτωση μεγάλη επιφάνεια του δαπέδου έχει λιθολογηθεί.. Στην υπόλοιπη επιφάνεια εντοπίστηκε μόνον το υπόστρωμα από υδραυλικό κονίαμα με ευδιάκριτα τα αποτυπώματα των μαρμάρινων πλακών και χαμηλότερα, ισχυρή υποδομή με λιθορριπή. Όπως εξηγήσαμε, μικρό τμήμα του μοναδικού αυτού ευρήματος (και μάλιστα στα παγκόσμια χρονικά) διατηρείται κατά χώραν.

Η νότια ημικυκλική πλατεία, που διασώζει κατά χώραν μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη, προκειμένου τμήμα του συνόλου με τον στυλοβάτη, τους κίονες και την πλακόστρωτη πλατεία μετακινήθηκε και θα επανατοποθετηθεί εντός της νότιας εισόδου του σταθμού Αγίας Σοφίας. Ψηφιδωτά δάπεδα και πολυτελούς κτιριακού συγκροτήματος και άλλα, μετακινήθηκαν και δεν θα επανατοποθετηθούν εκτός ελαχίστων. Τοίχοι και ανάλογα ευρήματα σε καλή κατάσταση διατήρησης, δεν είχαν καμία τύχη.