Πώς ενισχύεται το ΝΑΤΟ με την είσοδο Φινλανδίας - Σουηδίας

Πώς ενισχύεται το ΝΑΤΟ με την είσοδο Φινλανδίας - Σουηδίας

Η Σουηδία και η Φινλανδία είναι πρωταγωνίστριες στην πιο γρήγορη αλλά ενδεχομένως και ιδιαίτερη κομβική επέκταση του ΝΑΤΟ στη σύγχρονη ιστορία του. Η συμμαχία μετατοπίζει το κέντρο βάρους συμβολικά αλλά κι επιχειρησιακά με αυτή την κίνηση, καθώς Φινλανδία και Σουηδία δεν είναι όπως όλες οι άλλες περιπτώσεις που έγιναν δεκτές στον οργανισμό. Αυτό ίσως έχει θορυβήσει και την Τουρκία, όπως φαίνεται από τη ρητορική και τη στάση της.

Τα προηγούμενα κράτη που έγιναν μέλη του οργανισμού ήταν σχετικά αδύναμες χώρες, συνήθως προερχόμενες από το ανατολικό μπλοκ, που περίμεναν ότι μπορούσε να τους παράσχει το ΝΑΤΟ ως μάννα εξ’ ουρανού. Ενδεικτικό άλλωστε είναι το παράδειγμα των δύο τελευταίων χωρών που εισχώρησαν στον οργανισμό, το Μαυροβούνιο και, κυρίως, η Βόρεια Μακεδονία, της οποίας οι στρατιωτικές δυνατότητες είναι αμελητέες. Φινλανδία και Σουηδία είναι δύο διαφορετικές περιπτώσεις όμως.

Στο Ελσίνκι και τη Στοκχόλμη η ουδετερότητα ήταν μία στρατηγική επιλογή, την οποία περιφρούρησαν με έμφαση κι επενδύσεις στον τομέα της ασφάλειας. Η Φινλανδία διαθέτει ένα μεγάλο στράτευμα, εξοπλισμό αιχμής ενώ είναι στην πρωτοπορία της αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών, έναν τομέα που στρέφεται το ΝΑΤΟ εσχάτως. Αντίστοιχα, η Σουηδία, παρά το ιστορικό φιλειρηνισμού, διαθέτει μία ακμάζουσα εγχώρια αμυντική βιομηχανία και μία ζηλευτή πολεμική αεροπορία. Γίνεται άμεσα κατανοητό πως οι δύο χώρες διαθέτουν την ισχύ να εισέλθουν με τους δικούς τους όρους στη Συμμαχία κι αυτό είναι που ανησυχεί την Τουρκία.

Μπορεί στην Άγκυρα να θεωρούν πως η ρωσοουκρανική κρίση αναβίβασε τον γεωπολιτικό ρόλο της Τουρκίας, αλλά είναι ακριβώς αυτή η ρωσική εισβολή ήταν που αποτέλεσε θρυαλλίδα για τις καταιγιστικές εξελίξεις με τη Σουηδία και τη Φινλανδία. Τώρα, τα δύο κράτη θα μπουν στο ΝΑΤΟ με βάση τον δικό τους ιστορικό κύκλο και τη στιβαρή εξωτερική πολιτική που έχουν καταφέρει να επιδείξουν. Αυτή η ισχύς τους καθιστά επικίνδυνους για την Τουρκία, καθώς για παράδειγμα η πολιτική της καιροσκοπικής πώλησης και προμήθειας όπλων τίθεται υπό αμφισβήτηση. Γι’ αυτό και η Άγκυρα ζητά ανταλλάγματα από τις Ηνωμένες Πολιτείες πχ. με την προμήθεια μαχητικών F-35, ώστε να επιδείξει τη δική της ισχύ.

Γι’ αυτό άλλωστε η Άγκυρα ζητά από τη Σουηδία να άρει περιορισμούς στις αγοραπωλησίες εξοπλισμών, που είχαν τεθεί λόγω του «μαύρου» μητρώου της Τουρκίας στο ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η παρουσία δύο τόσο ισχυρών κρατών απειλεί να μεταβάλει τις ισορροπίες εντός του ΝΑΤΟ και να επηρεάσει κι άλλα κράτη προς αυτή την κατεύθυνση.

Επιπρόσθετα η ύπαρξη κρατών με τόσο δομημένη στρατηγική κατεύθυνση και διεθνή παρουσία, πέραν του συνηθισμένου βεληνεκούς μίας μικρομεσαίας χώρας, εκνευρίζει την Άγκυρα. Η Σουηδία, η οποία ανακοίνωσε μόλις επίσημα ότι τρέχει την αίτηση συμμετοχής της, έχει λόγο σχεδόν σε όλα τα ζητήματα διεθνώς. Στο φλέγον κουρδικό ζήτημα για παράδειγμα, η Στοκχόλμη αναγνωρίζει το PKK ως τρομοκρατική οργάνωση, αλλά αναδεικνύει το «τσουβάλιασμα» από πλευράς της Τουρκίας όλων των κουρδικών κοινοτήτων ως τρομοκράτες, συμπεριλαμβανομένων των Κούρδων της Συρίας. Αυτό τρομάζει την Τουρκία πως μπορεί να επηρεάσει την επίσημη θέση του Οργανισμού.

Κατά συνέπεια, η προοπτική αστραπιαίας εισόδου δύο τόσο ισχυρών κρατών, που μπορούν να αποτελέσουν ξεχωριστές παρουσίες έχει κηρύξει την Άγκυρα σε κατάσταση διπλωματικού κόκκινου συναγερμού. Το ξέσπασμα του ίδιου του Ερντογάν που τίναξε στον αέρα τις διαπραγματεύσεις με τη Σουηδία και τη Φινλανδία, αναφέροντας πως δεν συναινεί στην ένταξη στο ΝΑΤΟ, όσον επιβάλλουν κυρώσεις στην Τουρκία, το δείχνει εύγλωττα.

Αν και δεν βέβαια ο Τούρκος πρόεδρος δεν έχει τολμήσει να το ξεστομίσει δημόσια, είναι μάλλον σίγουρο πως θα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί αυτή τη στάση του, στις συζητήσεις του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος φυσικά αντιτίθεται σφόδρα στην προοπτική ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Θα προσπαθήσει να δείξει δηλαδή πως η Τουρκία έκανε ότι περνά από το χέρι της για να αποτρέψει αυτή την εξέλιξη. Ωστόσο προς το παρόν, ο Ερντογάν είναι αναγκασμένος να κρατάει τα προσχήματα στο διπλό παιχνίδι που επιχειρεί να παίξει, με το ένα πόδι εντός και το άλλο εκτός της Δύσης.