Οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν και η... πραγματικότητα

Οι φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν και η... πραγματικότητα

Οι νέες προβλέψεις της Κομισιόν για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, θεωρητικά θα έπρεπε να χαροποιήσουν την ηγεσία του υπουργείο Οικονομικών στην πλατεία Συντάγματος. Ο «αρμαγεδώνας» που είχε προβλέψει η Κομισιόν για την χώρα μας την περασμένη Άνοιξη (Μάιος), με βάση τις προβλέψεις που ανακοίνωσε προχθές, δεν θα εμφανιστεί. Αντίθετα, η κάμψη του ΑΕΠ της χώρας μέσα στο 2020 αναμένεται να είναι αντίστοιχη εκείνης της Ευρωζώνης και υποδεέστερη εκείνης που παρουσιάζεται στις μεσογειακές χώρες της ζώνης του ευρώ.

Η προετοιμασία όμως της χώρας μας για το lockdown υποβάθμισε τη σημασία των νέων και σαφώς βελτιωμένων προβλέψεων της Κομισιόν για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ειδικότερα, παρά το γεγονός ότι το ΑΕΠ θα μειωθεί σημαντικά, η κάμψη αυτή θα είναι κατά 70 μονάδες βάσης μικρότερη από εκείνη που είχε προβλεφθεί την περασμένη Άνοιξη. Αντί πτώσης 9,7% που ήταν η πρόβλεψη την Άνοιξη, τώρα η ελληνική οικονομία εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κατά 9,0%.

Η βελτίωση αυτή σίγουρα δεν είναι για πανηγυρισμούς. Ωστόσο αν κάποιος συνυπολογίσει την πορεία των άλλων μεσογειακών οικονομιών της Ευρωζώνης, τότε η βελτίωση αυτή αποκτά ειδική σημασία.

Για παράδειγμα η μεταβολή του ΑΕΠ στην Ισπανία επιδεινώθηκε στις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν κατά 300 μονάδες βάσης. Αντί πτώσης 9,4% που προβλέπονταν τον περασμένο Μάιο, τώρα οι κοινοτικοί παράγοντες εκτιμούν ότι η υποχώρηση του ισπανικού ΑΕΠ μέσα στο 2020 θα ανέλθει σε 12,4%.

Αντίστοιχη επιδείνωση παρουσιάζονται και στις προβλέψεις της Κομισιόν για την Πορτογαλία. Αντί πτώσης του ΑΕΠ για φέτος κατά 6,8% που είχε προβλεφθεί αρχικά, τώρα αναμένεται υποχώρηση κατά 9,3%. Ακόμη μεταξύ εαρινών και φθινοπωρινών προβλέψεων της Κομισιόν, επιδείνωση παρατηρείται στη μεταβολή του ΑΕΠ της Ιταλίας (-40 μ.β.), Γαλλία (-120 μ.β.), Σλοβακία (-120 μ.β.) κ.ά. Αντίθετα βελτίωση του ΑΕΠ μεταξύ των προβλέψεων Μαΐου και Νοεμβρίου 2020 παρουσιάζουν η Φινλανδία (+200 μ.β.), η Κύπρος (+120 μ.β.), η Λετονία (+140 μ.β.) κ.ά.

Κατά μέσο όρο η Ευρωζώνη, μεταξύ Μαΐου και Νοεμβρίου υποχωρεί κατά 10 μονάδες βάσης. Αντί πτώσης 7,7% που προβλέπονταν την Άνοιξη, τώρα η εκτίμηση για την υποχώρηση του ΑΕΠ μέσα στο ανέρχεται σε 7,8%. Προς την κατεύθυνση αυτή, «πλάτες» φαίνεται να βάζει η Γερμανία, οι προβλέψεις της Κομισιόν για την οποία βελτιώνονται κατά 90 μονάδες βάσης μεταξύ Μαΐου και Νοεμβρίου. Το Γερμανικό ΑΕΠ εκτιμάται να υποχωρήσει φέτος κατά 5,6% αντί υποχώρησης 6,5% που ήταν η εκτίμηση το Μάιο.

Η πολύ μεγάλη βελτίωση στις προβλέψεις που σημειώνεται για τη χώρα μας, εντοπίζεται κυρίως στις δαπάνες επενδύσεων και της κατανάλωσης. Τον Μάιο η Κομισιόν προέβλεπε για τη χώρα ότι το 2020 θα υπάρξει ένα «lockdown» επενδύσεων. Συγκεκριμένα προέβλεπε πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας κατά 28% και των δαπανών σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό κατά 32%. Επίσης έβλεπε αύξηση στις δημόσιες δαπάνες κατά 2,1% και συνολική κάμψη των επενδύσεων φέτος κατά 30%. Δηλαδή, οι εκ των πραγμάτων πενιχρές επενδύσεις στη χώρα μας, αναμένονταν να καταστούν πενιχρότατες.

Έξι μήνες μετά, ο αρμαγεδώνας αυτός δεν επαληθεύεται. Η μεταβολή των επενδυμένων κεφαλαίων θα είναι μεν αρνητική, αλλά δεν θα είναι καταστροφική. Θα υποχωρήσει κατά 8% αντί -30% που ήταν η αρχική πρόβλεψη. Μάλιστα οι κατασκευές δεν αποκλείεται να σημειώσουν και αύξηση κατά 5% αντί υποχώρησης 28%.

Επίσης βελτιωμένες είναι οι φθινοπωρινές προβλέψεις και για την ιδιωτική κατανάλωση. Η Κομισιόν πλέον εκτιμά υποχώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 5,5% αντί υποχώρησης 9,0% που είχε εκτιμηθεί έξι μήνες πριν. Επιδείνωση υπάρχει μόνον στη δημόσια κατανάλωση -εκτιμάται ότι υποχωρεί κατά 500 μονάδες βάσης- αλλά σε ένα «σπάταλο» κράτος, όπως το Ελληνικό, η εξέλιξη αυτή μπορεί να είναι εν τέλει και θετική. Τέλος, μικρότερη εκτιμάται ότι θα είναι και η υποχώρηση της ζήτησης δείχνοντας ότι η ελληνική οικονομία δεν θα παραδοθεί φέτος… αμαχητί.

Οι μεταβολές αυτές στις προβλέψεις της Κομισιόν, άλλες εποχές θα οδηγούσαν σε εγκώμια και διθυράμβους. Η είσοδος όμως της ελληνικής οικονομίας, αλλά και της Ε.Ε., σε ένα δεύτερο τούνελ αβεβαιότητας και εύθραυστων ισορροπιών, δεν επιτρέπει εφησυχασμούς και… πανηγύρια. Εξάλλου είναι άγνωστο κατά πόσο οι νέες προβλέψεις παραγοντοποιήσαν την 20ημερη «καραντίνα» στην οποία εισέρχεται από σήμερα η ελληνική οικονομία.

Ακόμη, όπως ανέφερε πρόσφατα ο επικεφαλής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, πρέπει να συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η υποχώρηση της Ελλάδας, ξεκινά από μια μεγαλύτερη βάση, απ’ ότι οι υπόλοιποι εταίροι μας. Προ Covid-19 στην Ελλάδα αναμένονταν για φέτος αύξηση 2% του ΑΕΠ, ενώ στην Ευρωζώνη ο ρυθμός ανάπτυξης προ της πανδημίας ήταν μηδενικός. Έτσι η διανυόμενη πτώση του ΑΕΠ στη χώρα μας, μπορεί να μην διαφοροποιείται ουσιαστικά μεταξύ των ομολόγων μας στην Ε.Ε.

Το πιο σημαντικό είναι ότι σε μια εποχή που όλοι σφίγγουν το «ζωνάρι» τους, οι πιο ευάλωτες οικονομίες όπως η Ελληνική, μπορούν να αντιμετωπίσουν πιο σημαντικά προβλήματα, απ’ ότι οι καλά δομημένες οικονομίες. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι παρά την βελτίωση των προβλέψεων της Κομισιόν για το σύνολο του έτους, το δυνητικό ΑΕΠ της χώρας, μεταβάλλεται αρνητικά και μάλιστα η μεταβολή αυτή επιδεινώνεται οριακά κατά 10 μονάδες βάσης μεταξύ των προβλέψεων Μαΐου και Νοεμβρίου.

Αξίζει ακόμη να αναφερθεί η δραματική πρόβλεψη της επιδείνωσης του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 207%, έναντι 194% που ήταν η εαρινή πρόβλεψη. Τέλος, οι μεγάλες αυξομειώσεις στους δείκτες μεταβολών της ελληνικής οικονομίας, μπορεί να σημαίνει ότι τουλάχιστον για την χώρα μας, οι εκτιμήσεις μπορεί να μην είναι και τόσο καλά μελετημένες. σχετικά με τη χώρα μας