Οι επενδυτές δεν «αγαπούν» πια τις εταιρείες που υπόσχονται... ανάπτυξη

Οι επενδυτές δεν «αγαπούν» πια τις εταιρείες που υπόσχονται... ανάπτυξη

Mέσα σε ένα χρόνο, οι χρηματιστηριακές αγορές, κυρίως όμως η αμερικανική, έχουν αλλάξει πρόσωπο. Οι επενδύσεις που είχαν δώσει τις μεγαλύτερες αποδόσεις τα τελευταία χρόνια, ειδικά από την άνοιξη του 2020 μέχρι πριν περίπου ένα εξάμηνο, έχουν περάσει σε πολύ αρνητικές αποδόσεις και η κατάσταση δείχνει να χειροτερεύει συνεχώς.

Τα παραδείγματα πολλά. Η περίπτωση της εταιρείας τηλεοπτικού streaming Netflix είναι από τις πιο χαρακτηριστικές, αφού η μετοχή της έπεσε κατά 35% μόλις ανακοινώθηκε πως οι συνδρομητές της μειώθηκαν το τελευταίο τρίμηνο, για πρώτη φορά εδώ και δέκα χρόνια.

Η πτώση της Netflix από τα υψηλά που σημείωσε μέσα στο 2021 έχει αγγίξει το 70%. Στην προχθεσινή συνεδρίαση είχαμε την καταστροφή της Teladoc (TDOC NASDAQ), η οποία έχασε σχεδόν το 50% της αξίας της, αφού ανακοίνωσε απογοητευτικά αποτελέσματα και μείωσε τις εκτιμήσεις της για την συνέχεια του 2022. Η μετοχή της Teladoc, η οποία παρέχει ιατρικές υπηρεσίες εξ αποστάσεως, βρίσκεται σχεδόν 90% κάτω από το ψηλό που είχε σημειώσει τον Ιανουάριο του 2021.

Στην συνεδρίαση της Τετάρτης ένα από τα θύματα ήταν η, γνωστή από το ραδιοφωνικό streaming, Spotify (SPOT NYSE), η οποία απογοήτευσε την αγορά με τον μικρό αριθμό νέων συνδρομητών, έχασε κοντά στο 10% και βρίσκεται πλέον στο χαμηλότερο σημείο από τις αρχές του 2018, όταν μπήκε στο χρηματιστήριο. Άλλη περίπτωση είναι αυτή της νεαρής αυτοκινητοβιομηχανίας Rivian (RIVN NASDAQ), η οποία έχει χάσει περίπου 80% από το υψηλό που σημείωσε τον Νοέμβριο, λίγες μέρες μετά την εισαγωγή της στο χρηματιστήριο. H Rivian έχει στενοχωρήσει τους επενδυτές με την καθυστέρηση στην έναρξη της μαζικής παραγωγής των αυτοκινήτων της.

Μία ακόμα πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της Robinhood (HOOD NASDAQ), της εταιρείας με την πλατφόρμα διενέργειας χρηματιστηριακών συναλλαγών με μηδενικές προμήθειες η μετοχή της οποίας βρίσκεται σχεδόν 75% κάτω από την τιμή εισαγωγής της στο χρηματιστήριο, πέρυσι το καλοκαίρι. Οι κακές χρηματιστηριακές επιδόσεις δεν περιορίζονται σε εταιρείες που απογοήτευσαν την αγορά. Ακόμα και αυτές που πάνε καλά υποφέρουν στο χρηματιστήριο, όπως η εταιρεία μικροεπεξεργαστών Nvidia (NVDA NASDAQ), η οποία εξακολουθεί να ανακοινώνει μεγάλη αύξηση των μεγεθών της και να προβλέπει καλές επιδόσεις και για την συνέχεια. Η Nvidia σημειώνει απώλειες της τάξης του 45% από τα υψηλά που σημείωσε τον προηγούμενο Νοέμβριο. Ακόμα και η Microsoft (εδώ δεν χρειάζονται συστάσεις), η οποία εξακολουθεί να πετυχαίνει εξαιρετικές επιδόσεις, βρίσκεται περίπου 18% κάτω από τα υψηλά του 2021.

Η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη στις μετοχές μικρότερων εταιρειών του τεχνολογικού και βιοτεχνολογικού τομέα, όπως και σε αυτές που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ηλεκτροκίνησης οχημάτων. Εκεί οι περισσότερες έχουν πέσει περισσότερο από 80%, σε μερικές περιπτώσεις δε η πτώση έχει φθάσει και στο 90%. Τραγική είναι και η κατάσταση στις εταιρείες που μπήκαν στο χρηματιστήριο με την μέθοδο της απορρόφησής τους από εταιρείες τύπου SPAC. Το πολύ άσχημο κλίμα έχει σχεδόν κλείσει την πόρτα στις εταιρείες που θέλουν να εισαχθούν τώρα στο χρηματιστήριο, καθώς η σχετική δραστηριότητα έχει σημειώσει κατακόρυφη πτώση, ενώ οι εταιρείες με μηδενικά μέχρι τώρα επιτεύγματα αλλά καλές προοπτικές βρίσκονται σε ακόμα χειρότερη θέση καθώς η πιο βολική μέθοδος εισαγωγής στο χρηματιστήριο, αυτή της απορρόφησης από SPAC, βάλλεται πλέον από τις εποπτικές αρχές.

Παρά την εντυπωσιακή, και πολύ δυσάρεστη για όσους βλέπουν τα χαρτοφυλάκιά τους να εξανεμίζονται, αλλαγή κλίματος, δεν είναι πολύ δύσκολο να καταλάβουμε τι έχει συμβεί. Τα πρώτα σημάδια άρχισαν να φαίνονται πέρυσι το φθινόπωρο, με πρώτα θύματα αρκετές μικρές εταιρείες που είχαν πετύχει εντυπωσιακές επιδόσεις από τον Απρίλιο του 2020 και μετά.

Η αναφορά στον Απρίλιο του 2020 δεν είναι τυχαία, καθώς το γιγάντιο πρόγραμμα στήριξης των αγορών και της οικονομίας από την κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ και την κυβέρνηση της χώρας, σε συνεργασία με τις περισσότερες δυτικές χώρες, δημιούργησαν συνθήκες υπερβάλλουσας ρευστότητας η οποία κατευθύνθηκε σε μεγάλο βαθμό προς τα χρηματιστήρια. Οι περισσότερο ωφελημένες μετοχές ήταν αυτές που δραστηριοποιούνται σε τομείς που ευνοήθηκαν από την αλλαγή του τρόπου ζωής που έφερε η πανδημία και από την τεράστια στροφή προς την πράσινη ενέργεια και την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα.

Πολλοί επενδυτές, θεσμικοί και ιδιώτες, πίστεψαν πως η εκρηκτική ανάπτυξη ορισμένων τομέων θα μπορούσε να κρατήσει για πάντα, και πως κάποιες επιχειρήσεις χωρίς κύκλο εργασιών, πολλές φορές χωρίς προϊόντα, έπρεπε να αξίζουν πολύ περισσότερο από μεγάλες καταξιωμένες εταιρείες. Όλα αυτά είναι βέβαια γνωστά, φαίνεται όμως πως έχουν περάσει στην ιστορία, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν θα επανέλθουν κάποτε στο προσκήνιο. Επανερχόμαστε λοιπόν στο φθινόπωρο του 2021, όταν άρχισε η υποχώρηση των μετοχών αρκετών, μικρών κυρίως, εταιρειών. Αφορμή για την υποχώρηση ήταν οι ενδείξεις πως οι εκρηκτικοί ρυθμοί ανάπτυξης εταιρειών που είχαν ωφεληθεί πολύ από την πανδημία, όπως π.χ. η Zoom Video Communications (ZM NASDAQ) είχαν αρχίσει να μειώνονται.

Ένας δεύτερος λόγος ήταν η εμφάνιση των πρώτων ενδείξεων για πιθανή αύξηση των επιτοκίων νωρίτερα από το μέχρι τότε αναμενόμενο. Με την πάροδο των εβδομάδων, και οι δύο αυτοί παράγοντες άρχισαν να κάνουν πιο αισθητή την παρουσία τους, δημιουργώντας προβλήματα σε όλο και μεγαλύτερο ποσοστό των αγαπημένων μετοχών των επενδυτών. Αυτές τις μέρες, έχουμε φθάσει σε ένα σημείο όπου τα επιτόκια έχουν ήδη αυξηθεί, με προοπτική σημαντικής περαιτέρω ανόδου, ο πληθωρισμός έχει αρχίσει να επηρεάζει την συμπεριφορά των καταναλωτών και τα κέρδη των επιχειρήσεων και ο πόλεμος δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Προφανώς, οι περισσότεροι επενδυτές νοιώθουν σημαντικά μειωμένη διάθεση για ανάληψη κινδύνων.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, τα πρώτα επενδυτικά θύματα είναι όσες εταιρείες υπόσχονται πολλά για το μέλλον χωρίς να μπορούν να προσφέρουν αυτή την στιγμή κάτι χειροπιαστό, όπως και εταιρείες που έχουν αξιόλογη παρουσία χωρίς όμως να παρουσιάζουν ακόμα ικανή κερδοφορία ή θετικές ταμειακές ροές. Κάτι που μέχρι πριν μερικούς μήνες ήταν πολύ συνηθισμένο, όπως το να αποτιμώνται μερικές εταιρείες σε χρηματιστηριακή αξία τριάντα ή σαράντα φορές μεγαλύτερη από τις πωλήσεις τους, ξαφνικά παύει να είναι αποδεκτό.

Όταν αυτό συνδυάζεται με αρνητικές εταιρικές ειδήσεις, όπως μία επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, ή αναγκαστική αλλαγή στρατηγικής λόγω του αυξανόμενου ανταγωνισμού, η πτώση μπορεί να μην έχει σταματημό. Εδώ πρέπει να επισημάνουμε και τον ρόλο πολλών θεσμικών επενδυτών που τις ημέρες της αισιοδοξίας αγοράζουν μεγάλο αριθμό μετοχών σε «ακριβές» εταιρείες, κάνοντάς τις πιο ακριβές, και όταν η πτώση αρχίζει αυτοί πωλούν μαζικά τις μετοχές, καθώς αλλάζουν την επενδυτική τους στρατηγική ή απλά αναγκάζονται να πουλήσουν γιατί οι επενδυτές ζητούν πίσω τα χρήματά τους.

Είναι δύσκολο να πούμε πότε θα βελτιωθεί και πάλι το κλίμα για τις μέχρι πρότινος αγαπημένες μετοχές των επενδυτών. Σίγουρα αποκλείεται να ζήσουμε σύντομα μία επανάληψη της ευφορίας που επικράτησε από τον Απρίλιο του 2020 μέχρι πριν μερικούς μήνες. Αυτό δεν σημαίνει πως όλες οι μετοχές θα συνεχίσουν να υποφέρουν. Απλώς, χρειάζεται πολύ περισσότερη δουλειά από την μεριά των επενδυτών, καθώς θα πρέπει να ψάξουν καλά τα οικονομικά μεγέθη και τις επιχειρηματικές προοπτικές κάθε επιχείρησης.

Όσοι ασχοληθούν σοβαρά και μεθοδικά θα έχουν την ευκαιρία να αγοράσουν μετοχές αξιόλογων επιχειρήσεων σε τιμές που μεσοπρόθεσμα θα αποδειχθούν πολύ καλές. Κάποιοι από αυτούς θα καταφέρουν και να κάνουν επιτυχημένες αλλαγές επενδυτικών θέσεων, από μετοχές εταιρειών που είχαν ανεβεί απλώς ακολουθώντας το ρεύμα σε κάποιες άλλες που έχουν πραγματικές προοπτικές και σοβαρά επιχειρηματικά σχέδια. Αυτό που είναι βέβαιο είναι πως η μεγάλη πτώση έχει ήδη δημιουργήσει επενδυτικές ευκαιρίες, οι οποίες δεν αποκλείεται να γίνουν περισσότερες και πιο μεγάλες το επόμενο διάστημα. Οι ευρόντες αμειφθήσονται!