«Όχι» από Αθήνα - Λευκωσία στην μετατροπή της Πενταμερούς σε «βήμα στο κενό»

«Όχι» από Αθήνα - Λευκωσία στην μετατροπή της Πενταμερούς σε «βήμα στο κενό»

Για ένα δύσκολο βήμα το οποίο αυτή την στιγμή φαντάζει βήμα στο κενό, ετοιμάζονται όλες οι πλευρές που εμπλέκονται στο Κυπριακό, καθώς η συνάντηση 5+1 που πραγματοποιείται την άλλη εβδομάδα στη Γενεύη, είναι αντιμέτωπη με τους ακροβατισμούς των μεσολαβητών του ΟΗΕ και την άκαμπτη στάση της Τουρκίας, που ανάβει κόκκινο σε μια λύση βιώσιμη που θα οδηγεί σε ένα ομοσπονδιακό μοντέλο, δημοκρατικό και λειτουργικό εντός της ΕΕ.

Μια Διάσκεψη η οποία θα έχει νόημα μόνον εάν προσανατολισθεί στην κατεύθυνση επιβεβαίωσης του πλαισίου λύσης του Κυπριακού και στην αναζήτηση συγκλίσεων επί αυτής της βάσης ώστε να δρομολογηθεί αργότερα ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων, με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας.

Χθες στην Αθήνα ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης και ο πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης έστειλαν ένα κοινό μήνυμα προσήλωσης στην αναζήτηση λύσης στο πλαίσιο που έχουν καθορίσει οι αποφάσεις του ΣΑ του ΟΗΕ.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός προδιαγράφοντας και την στάση που θα τηρήσει στη Γενεύη η ελληνική αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Ν. Δένδια αναφέρθηκε χαρακτηριστικά σε «σημείο αφετηρίας» που θα «στηρίζεται σε όλες τις προηγούμενες αποφάσεις του ΟΗΕ» και η λύση μπορεί να βρεθεί «μόνο στο πλαίσιο της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, μία διεθνή εκπροσώπηση.

Και βέβαια με την αποχώρηση των στρατών κατοχής αλλά και την κατάργηση του αναχρονιστικού θεσμού των εγγυήσεων».

Η δήλωση αυτή του πρωθυπουργού έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς ο γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες λίγο πριν ανακοινώσει την πρόθεση του να συγκαλέσει την άτυπη Διάσκεψη είχε δηλώσει ότι «η εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας σε σχέση με τις διαπραγματεύσεις αναφέρεται ρητά σε διζωνική δικοινοτική λύση, όμως αυτό δεν αποτελεί εμπόδιο για τα μέρη να παρουσιάσουν τις θέσεις που θα παρουσιάσουν». 

Η κίνηση του κ. Γκουτέρες φαινόταν να εξυπηρετεί περισσότερο την απαίτηση της τουρκικής πλευράς που θέλει διαπραγματεύσεις εκτός πλαισίου των αποφάσεων του ΣΑ και έτσι εφευρέθηκε ο όρος Άτυπη Πενταμερής όπου σύμφωνα με την λογική αυτή θα επιτρέπει στην κάθε πλευρά να τοποθετείται και να προτείνει λύσεις εκτός πλαισίου.

Η άτυπη διαβούλευση των δύο κοινοτήτων αλλά και από κοινού με τις Εγγυήτριες Δυνάμεις είναι αναγκαία πριν υπάρξει προοπτική επανέναρξης των διαπραγματεύσεων, ώστε να διαπιστωθεί ότι υπάρχει στοιχειωδώς κοινή βάση και υπάρχουν περιθώρια για συγκλίσεις. Είναι κάτι που απέφυγε να κάνει ο ΟΗΕ πριν συγκαλέσει την Πενταμερή στη Γενεύη το 2017, όπου η Διάσκεψη έγινε χωρίς την αναγκαία προηγούμενη προετοιμασία.

Όμως τώρα είναι σαφές ότι επιχειρείται να νομιμοποιηθεί η Τουρκία να παρουσιάσει τις ακραίες θέσεις περί δυο κρατών και κατόπιν έτσι να ισχυρίζεται ότι και αυτό αποτελεί μέρος της διαπραγμάτευσης.

Εξάλλου εάν ο γ.γ. αναζητά σημεία σύγκλισης που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέα διαπραγμάτευση, είναι σαφές ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει με την «γεφύρωση» των απόψεων που θα ακουστούν στη Γενεύη, που η μεν ελληνοκυπριακή πλευρά θα τοποθετηθεί στην βάση του πλαισίου του ΟΗΕ και η Τουρκία θα εμφανισθεί με την λύση των δυο κρατών, ώστε η σύγκλιση να βρεθεί στην... μέση.

Επίσης, προβληματική είναι η αναφορά στην σύνθεση της Διάσκεψης όπως είχε αναφερθεί από τον κ. Γκουτέρες στην Έκθεση του προς το ΣΑ καθώς όπως είχε επισημάνει, η Πενταμερής θα γίνει με συμμετοχή του «του Ελληνοκύπριου ηγέτη, του Τουρκοκύπριου ηγέτη, των τριών εγγυητριών δυνάμεων και των Ηνωμένων Εθνών».

Μια σύνθεση από την οποία απουσιάζει φυσικά η Κυπριακή Δημοκρατία και υποβαθμίζεται η εκπροσώπηση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε επίπεδο κοινότητας ισότιμης με εκείνης του ψευδοκράτους καθώς και αυτή ταυτίζεται με εκείνη της τουρκοκυπριακής κοινότητας.

Η Τουρκία δεν είναι γνωστό εάν θα επιμείνει εξ αρχής στην ακραία θέση των δυο κρατών η εάν θα επιχειρηθεί να προβληθεί αρχικώς η θέση για «κυρίαρχη ισότητα» η οποία οδηγεί φυσικά στην λογική της συνομοσπονδίας των δυο κρατών. Αυτό πρόκειται για μια πρωτοφανή διαστρέβλωση της έννοιας της «πολιτικής ισότητας» η οποία έγινε αποδεκτή και καθορίστηκε στην απόφαση 716 /1991 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Βεβαίως, η λύση των δυο κρατών δεν φαίνεται να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Τουρκίας, καθώς δεν υπάρχει καμία απολύτως εγγύηση ότι θα μπορέσει το «δεύτερο κράτος» να αποκτήσει διεθνή αναγνώριση, οικονομικά δεν είναι βιώσιμο και προφανώς δεν θα μπορεί να διεκδικήσει μέρος του φυσικού πλούτου που βρίσκεται νοτίως του νησιού.

Ενώ αντιθέτως μια λύση με ισχυρά συνομοσπονδιακά χαρακτηριστικά θα εξασφαλίσει στην Τουρκία και τον έλεγχο όχι μόνο του τουρκοκυπριακού συνιστώντος κράτους αλλά και του νότιου τμήματος του νησιού, μέσω της κατ' όνομα ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Από τα τουρκικά σενάρια δεν απουσιάζει ποτέ και η επιλογή της προσάρτησης των Κατεχομένων κάτι που θα εξυπηρετούσε μεν την αλαζονεία του κ. Ερντογάν καθώς θα «μεγάλωνε» την Τουρκία για πρώτη φορά μετά από έναν αιώνα, θα προκαλούσε όμως έντονες διεθνείς αντιδράσεις και θα άνοιγε μια ακόμη πληγή στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας.

Ήδη από το Κράν Μοντανά είχε υπάρξει σφοδρή σύγκρουση για το θέμα των εγγυήσεων και της αποχώρησης των ξένων δυνάμεων από το νησί.

Για την Αθήνα ο πήχης έχει μπει ψηλά και πλέον δεν μπορεί να συζητηθεί, όπως απαιτεί η Τουρκία, διατήρηση των Εγγυήσεων, ούτε παραμονή για μεγάλο διάστημα σημαντικής δύναμης ξένων δυνάμεων στο νησί και ήδη από το 2017 υπάρχουν ιδέες και προτάσεις για μηχανισμό επιτήρησης εφαρμογής της λύσης και μηχανισμό ασφάλειας που θα αντικαταστήσει το αναχρονιστικό πλαίσιο των εγγυήσεων. Και μηχανισμοί που φυσικά δεν θα προβλέπουν επεμβατικό δικαίωμα τρίτης χώρας.

Δυστυχώς, στο Κυπριακό λησμονούμε ότι το πρόβλημα είναι η συνεχιζόμενη τουρκική κατοχή και η προσπάθεια δημιουργίας ενός υποτελούς στην Τουρκία κατοχικού καθεστώτος, παραβιάζοντας την διεθνή νομιμότητα. Και ότι η Τουρκία χρησιμοποιεί το κυπριακό ως εργαλείο για την προώθηση των δικών της στρατηγικών συμφερόντων.

Η Διάσκεψη 5+1 της Γενεύης συνδέεται όμως και με τις εξελίξεις στα ευρωτουρκικά καθώς η Τουρκία δεν θα θελήσει να οδηγηθεί σε ναυάγιο αυτή η Διάσκεψη αλλά να δοθεί προοπτική συνέχισης των διαβουλεύσεων και το επόμενο διάστημα ώστε στην Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, να έχει ένα ακόμη επιχείρημα μαζί με τις εκτός απροόπτου συνεχιζόμενες ελληνοτουρκικές διαβουλεύσεις, για να αποφύγει τις κυρώσεις και να επιδιώξει την θετική ατζέντα.