Ο πρώην του Ολυμπιακού και οι κοινωνικές πρωτοβουλίες για επενδύσεις δισεκατομμυρίων από το ΝΒΑ

Ο πρώην του Ολυμπιακού και οι κοινωνικές πρωτοβουλίες για επενδύσεις δισεκατομμυρίων από το ΝΒΑ

Η λογική «value for money» (αξία για τα χρήματα που απαιτήθηκαν) γίνεται ολοένα και πιο συχνή στα σπορ. Τα ακριβά συμβόλαια καλύπτονται μεν από φιλόδοξους παράγοντες και πλούσιους χορηγούς, ωστόσο η επιτυχία τους κρίνεται και από τους τίτλους. Από αυτή την οπτική, η μεταγραφή του Τζος Τσίλντρες στην ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού, το καλοκαίρι του 2008, ήταν μεν «εκκωφαντική», αλλά μάλλον αποτυχημένη...

Ο Αμερικανός, ένας από τους καλύτερους «έκτους παίκτες» του ΝΒΑ εκείνη την εποχή με τους Ατλάντα Χοκς, υπέγραψε τριετές συμβόλαιο αντί 20 εκατομμυρίων δολαρίων. Στις δύο, τελικά, χρονιές που αγωνίστηκε με τα «ερυθρόλευκα», έφτασε σε ισάριθμα φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας και κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας του 2010. Όμως – παρά την καλή παρουσία του στο παρκέ – διοίκηση, κοινό και Τύπος μάλλον περίμεναν περισσότερα. 

Πριν καν αποσυρθεί, ο παλαίμαχος σταρ ασχολήθηκε με τον μεσιτικό κλάδο και ίδρυσε την εταιρία LandSpire, ώστε να προωθήσει την προσωπική δέσμευσή του για την ανάπτυξη τοπικών κοινοτήτων σε χαμηλού εισοδήματος περιοχές. Το 2010 παρουσίασε το ίδρυμα Josh Childress Foundation για την οικονομική στήριξη σπουδαστών και την προσφορά υποτροφιών στο φημισμένο πανεπιστήμιο Στάνφορντ, από το οποίο ο ίδιος αποφοίτησε με πτυχίο Κοινωνιολογίας.

Ο Τσίλντρες, μαζί με τους επίσης πρώην παίκτες του ΝΒΑ, Ζακ Ράντολφ και Αλ Χάρινγκτον, αγόρασαν τις μετοχές των Μέλμπουρν Φίνιξ, που είναι πλέον η μοναδική ομάδα μπάσκετ με μαύρους ιδιοκτήτες στην Αυστραλία. Η δυναμική εκτός παρκέ παρουσία του, πάντως, επικεντρώνεται κυρίως στην προσφορά σε μη προνομιούχες περιοχές των ΗΠΑ, ως μέλος μιας νέας πρωτοβουλίας με κοινωνικό αντίκτυπο.

Ο άλλοτε παίκτης του Ολυμπιακού είναι «σύμμαχος» της εταιρίας RevOZ, η οποία ανακοίνωσε στις 28/1 αυτή την πρωτοβουλία, που προβλέπει την προώθηση κεφαλαίων ύψους ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων σε βάθος τριετίας. Ποσό που όχι μόνο θα αναπτύξει πολλές περιοχές χαμηλών εισοδημάτων, αλλά θα δημιουργήσει και χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.

Η RevOZ ήταν μία ιδέα της οικογένειας Μπχάθαλ, η οποία είναι συνιδιοκτήτρια των Σακραμέντο Κινγκς, ομάδας του ΝΒΑ. Οι Μπχάθαλ, με τις πρωτοβουλίες των Νικόλ και Άλεξ Μπχάθαλ, έχουν ήδη επενδύσει 250 εκατομμύρια σε μη προνομιούχες περιοχές για την κατασκευή κατοικιών στην πόλη, για το κέντρο ευεξίας του Σαν Μπερναντίνο και για ένα οικολογικό ξενοδοχείο στο Όρεγκον. 

Οι ιδιοκτήτες των Κινγκς, μετά την αλλαγή στην ηγεσία του Λευκού Οίκου, ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να προσθέσουν ακόμη περισσότερα χρήματα σε νέα σχέδια ανάπλασης, με τη συμπαράσταση του Τζος Τσίλντρες και των συνεργατών του.

Η αλλαγή στον κάτοχο της καρέκλας του Οβάλ Γραφείου στον Λευκό Οίκο δεν ήταν απλώς μία «νίκη» (και) του ΝΒΑ, που κατά τη διάρκεια της «φούσκας» του Ορλάντο, το περασμένο καλοκαίρι, ουσιαστικά στράφηκε εναντίον των ιδεών και πράξεων του Ντόναλντ Τραμπ. Η αντικατάστασή του από τον Τζο Μπάιντεν, αλλάζει και τη διάθεση παραγόντων και πρώην παικτών για επενδύσεις στις λεγόμενες «Ζώνες Ευκαιρίας».

Ως «Opportunity Zones» έχουν οριστεί οι οικονομικά προβληματικές κοινότητες, όπου νέες επενδύσεις, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, επιλέγονται για την ανάπτυξη των περιοχών. Η ιδέα άρχισε να στριφογυρίζει στο μυαλό επιχειρηματιών από το 2018 και από το 2020 τα προγράμματά της εφαρμόζονται και στις 50 πολιτείες της χώρας.

Ενας νόμος του 2017 από τον Ντόναλντ Τραμπ, σχετικά με ελαφρύνσεις φόρων, ήταν παράγοντας ώθησης των «ΟΖ». Ωστόσο, για τους Ρεπουμπλικάνους το «στοίχημα» ήταν κυρίως οι περικοπές φόρων και το εγχείρημα κατακρίθηκε δημοσίως για κερδοσκοπία και όχι για πραγματική βοήθεια. Για την οικογένεια Μπχάθαλ, η εκλογή Μπάιντεν θεωρείται ευκαιρία να «αποπολιτικοποιηθούν» οι «Ζώνες Ευκαιρίας» και να αναζωογονηθεί η τακτική και πρακτική τους.