Μας αξίζει ο Θεοδωράκης; Ένας βαθιά πολιτικός δημιουργός

Μας αξίζει ο Θεοδωράκης; Ένας βαθιά πολιτικός δημιουργός

Ο Μίκης Θεοδωράκης «άκουγε» τη μουσική. Για αυτό και την έγραφε. Όμως δεν του αρκούσε. Ήθελε η μουσική του να ομιλεί ελληνικά. Να υμνεί την Ελλάδα.

Ο Θεοδωράκης ήταν πρώτα Έλληνας και μετά μουσικός. Δεν συνέθετε απλώς μουσική. Ήθελε να μελοποιεί τον ελληνικό στίχο: Σεφέρη, Ελύτη, Κάλβο, Ρίτσο, Αναγνωστάκη. «Εν αρχή ήν ο λόγος. Η μεγαλύτερή μου φιλοδοξία είναι να υπηρετήσω πιστά τη νεοελληνική κυρίως ποίηση. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε ακούγοντας ένα τραγούδι, να μη μπορείς να φανταστείς τη μουσική σε άλλο κείμενο, ούτε όμως και το ποίημα με διαφορετική μουσική».

Μπορεί κανείς σήμερα να εννοήσει την Ελλάδα ξέχωρα από τα τραγούδια του; «Ελλάδα σημαίνει απόλυτη ανεξαρτησία έναντι των πάντων. Ανυπακοή έναντι των ισχυρών. Υπεράσπιση με κάθε θυσία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας». «Ολόκληρη η ζωή και το έργο μου μπορούν να ερμηνευτούν και κατανοηθούν μόνο κάτω από το πρίσμα των τριών λέξεων που με γαλούχησαν: Ελλάδα, Πατρίδα, Ελευθερία».

Όμως πέρα από σημαντικός δημιουργός και μεγάλος Έλληνας, ο Θεοδωράκης ήταν βαθιά δημοκράτης. Έδωσε τα τραγούδια του σε όλα τα χείλη. Δεν ρωτούσε τους νεοέλληνες: Είσαι άξιος να τα τραγουδήσεις; Γιατί θεωρούσε ότι η Ελλάδα ανήκει σε όλους τους Έλληνες, είτε τους αξίζει είτε όχι. Θεωρούσε ότι η ελληνική γλώσσα και ο ελληνικός πολιτισμούς εξυψώνουν τον άνθρωπο και τον καθιστούν Έλληνα. Ελάχιστα μετράει εάν πίστευε σε Θεό ή σε Ιδεολογία, γιατί μονάχα την Τέχνη πίστευε απολύτως.

Απομένει συνεπώς σε εμάς να αναρωτηθούμε ο καθένας για τον εαυτό του: Μου αξίζει ο Θεοδωράκης; Μου αξίζει το έργο του στην καρδιά και τα χείλη; Πολλοί πολιτικοί και δημόσιοι λειτουργοί θα τον αποχαιρετήσουν σαν κατάδικό τους. Εκείνοι είναι δικοί του; Ζουν, πολιτεύονται, δρουν σύμφωνα με το παράδειγμα του έργου του;

Και μόνο για αυτόν τον λόγο, γιατί μας κάνει να μετράμε τον εαυτό μας με τη δημιουργία του, ο Θεοδωράκης είναι ένας αυθεντικά πολιτικός δημιουργός. «Και τώρα που έγινε αθάνατος, μπορεί να πεθάνει ήσυχος», θα έλεγε ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες για να τον ξεπροβοδίσει. Ο Γκάμπο ομολογούσε ότι το μοναδικά καλύτερο από το να ακούει κανείς μουσική, είναι να γράφει για αυτήν. Κι εμείς είμαστε καταδικασμένοι όχι μόνο να ακούμε για πάντα τη μουσική του Θεοδωράκη, να γράφουμε και να μιλάμε για αυτήν, αλλά πρωτίστως να αναμετριόμαστε με το πάθος και την ελευθερία που την διακατείχαν.

«Σήμερα οι δημιουργοί σκέφτονται την αποτυχία ή την επιτυχία» έγραφε ο Μπόρχες. Ο Θεοδωράκης όμως ήταν η περίπτωση που περιέγραψε ο Λιόσα: «Κάθε φορά που καθόταν να γράψει έπρεπε να αποφασίσει εάν πρόκειται να είναι καλός συνθέτης ή κακός».

Ο Μίκης αιώνια θα δίνει τον μουσικό βηματισμό στις χαρές, τι λύπες, τις αγωνίες, τις νίκες, τα σπίτια, τις παρέες και τις συντροφιές μας. Στους έρωτες μας ή στον μεγαλύτερο έρωτα: Την Πατρίδα.

Διαβάστε ακόμη:

Μίκης - Σεφέρης: «Προσοχή στην άνω τελεία»
Μίκης - Ρίτσος: «Ζητώντας τον Θεό, ζητούσα εσένα»
Μίκης - Ελύτης: Έστειλε στον συνθέτη το έργο ζωής του
Μίκης Θεοδωράκης: Ο «Αρχάγγελος» της Ελλάδας