Κορονοϊός: Ένα βήμα πιο κοντά στην κήρυξη παγκόσμιας έκτακτης ανάγκης

Κορονοϊός: Ένα βήμα πιο κοντά στην κήρυξη παγκόσμιας έκτακτης ανάγκης

Της Άννας Παπαδομαρκάκη

Την τεκμηρίωση της παγκόσμιας έκτακτης ανάγκης από τον κορονοϊό του Wuhan σηματοδοτεί η μετάβαση του γενικού διευθυντή του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας δρ Tedros Adhanom Ghebreyesus στο Πεκίνο.

Η αρμόδια επιτροπή διεθνών εκτάκτων αναγκών του ΠΟΥ, σήμανε συναγερμό μέσης επικινδυνότητας, όμως δεν έχει ακόμη εισηγηθεί την κήρυξη του πλανήτη σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε αναμονή της πλήρωσης των τριών κριτηρίων που έχουν τεθεί από τον διεθνή οργανισμό.

Τα κριτήρια αφορούν την επιδημιολογία μεταδοτικότητας του ιού, τις επιπτώσεις στις μεταφορές και το εμπόριο και τις οικονομικές επιπτώσεις της νόσου στη χώρα.

Παράλληλα, οι τεχνοκράτες του Οργανισμού καταγράφουν την πορεία της νόσου διεθνώς, ενώ η επιτροπή εκτάκτων αναγκών έχει δεσμευθεί να συνεδριάσει και πάλι για αξιολόγηση της κατάστασης στο τέλος της εβδομάδας και στο μεταξύ, έχει δώσει γενικές οδηγίες περιορισμού των επιπτώσεων από τη νόσο, ενώ παράλληλα παρέχει τεχνική υποστήριξη σε όποια χώρα την ζητά.

Με τα δεδομένα αυτά, ο δρ Ghebreyesus, μεταβαίνει τώρα στο Πεκίνο, προκειμένου να συναντηθεί με κυβερνητικούς και υγειονομικούς αξιωματούχους για τις επιπτώσεις επέκτασης του κορονοϊού.

Ήδη ο ιός έχει επεκταθεί σε 10 χώρες, έχει μολύνει 2.116 άτομα και οι νεκροί έχουν φτάσει τους 56. Οι χώρες που έχουν πληγεί εκτός της Κίνας, περιλαμβάνουν την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Ταϊβάν, την Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ, τη Σιγκαπούρη, το Νεπάλ, τη Γαλλία, την Αυστραλία, τις ΗΠΑ και τον Καναδά.

«Είμαι στο δρόμο για το Πεκίνο, για να συναντηθούμε με τους κυβερνητικούς και υγειονομικούς εμπειρογνώμονες που ασχολούνται με την αντιμετώπιση του κορονοϊού. Οι συνάδελφοί μου στον ΠΟΥ κι εγώ, θα θέλαμε να κατανοήσουμε τις τελευταίες εξελίξεις και να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας με την Κίνα για την παροχή περαιτέρω προστασίας από την επιδημία», έγραψε ο δρ Ghebreyesus στο λογαριασμό του στο Twitter.

Σημείωσε ακόμη ότι «εργαζόμαστε 24 ώρες το 24ωρο για να στηρίξουμε την Κίνα και τους ανθρώπους της κατά τη διάρκεια αυτής της δύσκολης περιόδου και να παραμείνουμε σε στενή επαφή με τις πληγείσες χώρες, ενόσω τα περιφερειακά και τοπικά γραφεία μας ασχολούνται ενδελεχώς με το θέμα. Ο ΠΟΥ ενημερώνει όλες τις χώρες για την κατάσταση και παρέχει συγκεκριμένες οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουν». 

Ο δήμαρχος του Wuhan δήλωσε ότι ενδέχεται να υπάρχουν περίπου 1.000 ακόμη επιβεβαιωμένες περιπτώσεις του ιού στην πόλη. Περίπου 5 εκατ. άνθρωποι εγκατέλειψαν το Wuhan πριν επιβληθεί ο περιορισμός στις μετακινήσεις και σήμερα παραμένουν στην πόλη 9 εκατ. άνθρωποι.

Ο επικεφαλής της Εθνικής Επιτροπής Υγείας της Κίνας, Ma Xiaowei, δήλωσε ότι όσοι έχουν προσβληθεί από την ασθένεια και δεν έχουν συμπτώματα μπορούν ακόμα να μεταδώσουν την ασθένεια σε άλλους. Η περίοδος επώασης του ιού, κατά την οποία είναι μεταδοτικός, είναι περίπου 10 έως 14 ημέρες. «Η επιδημία έχει εισέλθει σε μια πιο σοβαρή και περίπλοκη περίοδο», είπε, προσθέτοντας ότι η εξάπλωση της επιδημίας επιταχύνεται και θα συνεχίσει.

Προειδοποιώντας για πιθανή πανδημία από τον ιό, ο δρ Ghebreyesus δήλωνε την Πέμπτη: «Μην κάνετε λάθος: Πρόκειται για επείγουσα κατάσταση στην Κίνα, αλλά δεν έχει γίνει ακόμη παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης δημόσιας υγείας. Μπορεί όμως να γίνει». 

Οι επιπτώσεις στην Κίνα

Μετά την επιβεβαίωση της μεταδοτικότητας του ιού με ρυθμό 1,4-2,5 δηλαδή αντίστοιχη μεταδοτικότητα της ισπανικής γρίπης του 1918 ή της πανδημίας γρίπης του 2009 και την μερική «καραντίνα» της πόλης Wuhan, η οποία αποτελεί σημαντικό αεροπορικό και σιδηροδρομικό κόμβο σύνδεσης στη χώρα, οι Κινέζοι αξιωματούχοι παρουσίασαν χθες τις επιπτώσεις του ιού στην οικονομία της χώρας.

Σημειώνοντας ότι οι επιπτώσεις θα συνεχιστούν, η πρώτη εμφανής επίπτωση ήρθε από την ακύρωση σημαντικών δημοσίων εκδηλώσεων και τον περιορισμό των μετακινήσεων για δεκάδες εκατομμύρια πληθυσμού.

Περίπου 30% κάτω οι μεταφορές

Συγκεκριμένα, οι μετακινήσεις περιορίστηκαν κατά 28,8% σε σχέση με πέρυσι, μόνο για το Σάββατο που πέρασε, ημέρα της Κινέζικης Πρωτοχρονιάς.

Όπως δήλωσε ο υφυπουργός Μεταφορών Liu Xiaoming, καταγράφηκαν μειώσεις: 41,6% στις αεροπορικές μεταφορές, 41,5% στις σιδηροδρομικές μεταφορές και 25% στις οδικές μεταφορές.

Την Κυριακή, η China Railway Chengdu ανακοίνωσε επίσης ότι θα σταματήσει αρκετά δρομολόγια τρένων υψηλής ταχύτητας - συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων προς τη Σαγκάη - για τις επόμενες ημέρες ως τις αρχές Φεβρουαρίου.

Σοβαρή έλλειψη ιατρικών προμηθειών

Οι κινεζικές αρχές έχουν συστήσει στους κατοίκους να φορούν μάσκες, επιβάλλοντας μάλιστα και πρόστιμα σε όσους βρίσκονται σε δημόσιους χώρους, χωρίς αυτές.

Παρόλα αυτά, η αυξημένη ζήτηση έχει φέρει ελλείψεις, οι οποίες επεκτείνονται και στα διαγνωστικά αντιδραστήρια, αλλά και στις φόρμες προστασίας για τους υγειονομικούς, ιδίως στην Wuhan.

O υφυπουργός βιομηχανίας και πληροφορικής Wang Jiangping δήλωσε: «Αντιμετωπίζουμε μια σοβαρή έλλειψη προμηθειών δεδομένης της ζήτησης», σημειώνοντας πως χρειάζονται περίπου 100.000 προστατευτικές φόρμες την ημέρα, αλλά η ημερήσια παραγωγική ικανότητα είναι στην καλύτερη περίπτωση λίγες δεκάδες χιλιάδες.

Σε μια προσπάθεια να καλυφθούν οι ιατρικές ανάγκες, ο Jiangping δήλωσε ότι το 40% της συνολικής παραγωγικής δυναμικότητας είναι πλέον διαθέσιμη, παρά τις αργίες του Νέου Έτους.

Οι αρχές δήλωσαν επίσης ότι για τη βελτίωση των παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών, καλύπτουν ανάγκες από μονάδες υγείας της γύρω περιοχής, μέσω των οποίων θα προσθέσουν και περισσότερα νοσοκομειακά κρεβάτια και ιατρικό προσωπικό.

Παράλληλα, το υπουργείο Οικονομικών της Κίνας ότι οι υπηρεσίες έχουν αποφασίσει ήδη επιδοτήσεις της τάξης των 1,6 δισ. δολ. σε επιδοτήσεις για ιατρική περίθαλψη, αγορά εξοπλισμού και άλλες προσπάθειες για τον έλεγχο της επιδημίας. Όμως οι τελευταίες εξελίξεις, δείχνουν ότι αυτές οι διαταραχές στην καθημερινή οικονομική δραστηριότητα μπορεί να είναι μόνο η αρχή μιας πιο μακροπρόθεσμης κατάστασης.

Η πόλη του Πεκίνου ανακοίνωσε την Κυριακή ότι τα τοπικά σχολεία, από τα νηπιαγωγεία έως τα πανεπιστήμια, θα αναβάλουν την επαναλειτουργία τους μέχρι νεωτέρας, αν και σύμφωνα με τον προγραμματισμό, οι αργίες λήγουν στις 31 Ιανουαρίου.