Καλά κάναμε και ανοίξαμε – Πώς θα καθυστερήσουμε το τρίτο κύμα
Ηλ. Μόσιαλος

Καλά κάναμε και ανοίξαμε – Πώς θα καθυστερήσουμε το τρίτο κύμα

Ήταν σωστή η επιλογή να ανοίξουν οικονομικές αλλά και εκπαιδευτικές δραστηριότητες στην Ελλάδα με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα της χώρας, εκτίμησε ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο LSE μιλώντας νωρίτερα σήμερα  στον ΣΚΑΪ.

«Προφανώς άλλες χώρες κινούνται σε διαφορετικές κατευθύνσεις από τη δική μας. Εμείς μπορούμε να πάρουμε μια ανάσα; Ναι, κατά τη γνώμη μου», σημείωσε ο κ. Μόσιαλος προειδοποιώντας εντούτοις ότι δεν σημαίνει ότι αυτό θα συνεχιστεί για μεγάλο διάστημα. 

Εξήγησε μάλιστα ότι απαιτείται να είμαστε προσεκτικοί σε τρία ζητήματα προκειμένου να καθυστερήσει το επόμενο κύμα της πανδημίας:

Τήρηση των μέτρων προστασίας της Δημόσιας Υγείας: Ο καθηγητής τόνισε πως είναι θετικό ότι η πλειοψηφία των πολιτών φορά πλέον μάσκα και πρόσθεσε πως δεν ανησυχεί για τους εξωτερικούς χώρους, αλλά για όσα συμβαίνουν εντός των καταστημάτων. «Αν τα μέτρα τηρούνται όταν οι συμπατριώτες μας μπαίνουν μέσα στα καταστήματα, τότε υπάρχει λιγότερη ανησυχία», υπογράμμισε.

Οριζόντια εφαρμογή των μέτρων: Πρέπει τα μέτρα προστασίας να εφαρμόζονται οριζοντίως, παντού, σε όλους τους χώρους, χωρίς καμία εξαίρεση.

Σωστές δειγματοληψίες: Το τρίτο κρίσιμο ζήτημα σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο είναι να μετράμε σωστά τα στοιχεία της πανδημίας και άρα να γίνονται πάρα πολλά διαγνωστικά τεστ.

Αυτά τα τρία δεν έγιναν στη Βόρεια Ελλάδα το περασμένο Φθινόπωρο και γι’ αυτό ξέφυγε η κατάσταση, επισήμανε.

Όσον αφορά τις μεταλλάξεις του κορονοϊού και τα εμβόλια, ο καθηγητής σημείωσε ότι για την βρετανική μετάλλαξη ήδη υπάρχουν πειραματικά δεδομένα της Biontech που δείχνουν ότι το εμβόλιο που έχει κατασκευάζει μαζί με την Pfizer είναι αποτελεσματικό και γι’ αυτό το στέλεχος.

Για την μετάλλαξη της Νοτίου Αφρικής, τόνισε ότι με βάση όσα γνωρίζουμε τα εμβόλια συνεχίζουν να είναι αποτελεσματικά. Διευκρίνισε ότι υπάρχει αδημοσίευτη εργασία Νοτιοαφρικανών επιστημόνων σε ένα πολύ μικρό δείγμα 44 ατόμων, που δείχνει μεγάλη μείωση αντισωμάτων και συγκρίνοντας με αντίστοιχα παραδείγματα από τον ιό της γρίπης, βγάζει το συμπέρασμα ότι ίσως χρειαστεί να αλλάξει το εμβόλιο.

Ωστόσο επισήμανε ότι η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της γρίπης είναι από 29% έως 60% το πολύ, ενώ του εμβολίου απέναντι στον κορονοϊό φτάνει στο 95%, «άρα μιλάμε για ανόμοια πράγματα, άρα έκαναν υπόθεση εργασίας που υπερέβησαν λίγο κάποια δεδομένα», όπως δήλωσε.

Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τον κ. Μόσιαλο, δεν υπάρχει μόνο η ανοσία μέσω των αντισωμάτων, αλλά και η κυτταρική, η οποία δεν μετρήθηκε στην εν λόγω νοτιοαφρικανική μελέτη. «Και η κυτταρική ανοσία, κατά τη γνώμη μου, είναι πολύ μεγαλύτερη όσον αφορά την ανοσοαπόκριση», κατέληξε.