Ισέι Μιγιάκι: 50 χρόνια στην πρώτη γραμμή της μόδας

Ισέι Μιγιάκι: 50 χρόνια στην πρώτη γραμμή της μόδας

Ποιο ήταν το χαρακτηριστικό του Ιάπωνα μόδιστρου, αυτό που ξεχώρισε τα ρούχα του διεθνώς; Tα κορυφαία περιοδικά της μόδας αποχαιρετούν τον Ισέι Μιγιάκι (Issey Miyake) ως έναν δημιουργό που δεν σταμάτησε ποτέ να καινοτομεί. Είχε μια εμμονή, γράφει χαρακτηριστικά η Vogue, να φτιάχνει τόσο πρακτικά ρούχα που να πλένονται και να μην τσακίζουν, ρούχα εξαιρετικά ελαφριά. Αλλού πάλι, διαβάζουμε ότι οι δημιουργίες του μοιάζουν αγέραστες, όχι μόνο στην εποχή, αλλά συμβατές σε κάθε κοινωνία και, το πιο σημαντικό, σε κάθε φύλο. Ίσως αυτό είναι το χαρακτηριστικό που έκανε τον 84χρονο σχεδιαστή διαχρονικά επίκαιρο, έναν δημιουργό του στυλ που δεν παρασυρόταν από «μόδες», αλλά το επέβαλε με την υπογραφή του.

Ο χρόνος φέρθηκε καλά, όχι μονάχα στο έργο, αλλά και στην ίδια τη μορφή του Ιάπωνα. Ταλαιπωρήθηκε τον τελευταίο χρόνο και τελικά έφυγε από καρκίνο του ήπατος σε νοσοκομείο του Τόκιο στις 5 Αυγούστου. Παρά την ασθένεια, κράτησε το νεανικό πρόσωπο, στο οποίο δίνανε χάρη τα κυματιστά του μαλλιά. Άλλο χαρακτηριστικό του ήταν ότι περπατούσε με έντονη δυσκολία – κουσούρι που του άφησε η ατομική βόμβα στη γενέτειρά του Χιροσίμα, στις 6 Αυγούστου 1945, όταν ήταν μόλις επτά ετών. Τη μητέρα του έχασε από έκθεση στην ακτινοβολία μέσα σε τρία χρόνια. 

Παρά το γεγονός ότι ήταν καινοτόμος, η παράδοση στάθηκε εξαιρετικά σημαντική για τον Miyake. Επιζητούσε τη συγχώνευση των πιο βασικών υλικών και των αρχαίων παραδόσεων με νέες και καινοτόμες τεχνικές που κράτησε το brand του στην πρώτη γραμμή της μόδας για μισό αιώνα. Υπήρξε ένας δημιουργός μέσα στην παράδοση. Λεπτομέρεια που δεν είναι καθόλου τυχαία: μία από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του ήταν η αείμνηστη Zaha Hadid, που λάτρευε να φοράει τα ρούχα του.

Κλασικά έχουν μείνει τα κομμάτια που υπογράφει, όπως το Sashiko που ήταν φτιαγμένο από ανθεκτικό καπιτονέ ύφασμα που χρησιμοποιείται για στολές Τζούντο και ρούχα εργασίας αγροτών. Αντίστοιχα το Tanzen, ένα χαλαρά κομμένο παλτό σε στυλ κιμονό με ζώνη γραβάτα, καθώς και το Shohana-momen, ένα κόκκινο σετ πουκάμισου και παντελονιού, κατασκευασμένο από ύφασμα που χρησιμοποιείται παραδοσιακά για την επένδυση ανδρικών κιμονό, βρίσκονται σε επιλεγμένες ντουλάπες κι έχουν πλέον αξία συλλεκτική. Ρούχα φτιαγμένα από πολυεστέρα που μπορούν να πλυθούν στο πλυντήριο, να μαζωχτούν άτσαλα σε μια βαλίτσα και να ξαναβγούν το ίδιο «ατσαλάκωτα» όπως όταν πρωτοαγοράστηκαν. Ανάλαφρα, διαχρονικά, φτιαγμένα για άνδρες και γυναίκες σε μια εποχή που το φύλο, τα στερεότυπα και η κοινωνική τους ταυτότητα επανεξετάζονται.  

Δεν ήταν βέβαια έτσι από το ξεκίνημά του. Σπούδασε γραφιστική στο Πανεπιστήμιο Tama του Τόκιο τη δεκαετία του '60 και έφυγε από την Ιαπωνία για το Παρίσι το 1965. Γράφτηκε στο Chambre Syndicale de la Couture Parisienne για να μάθει πώς να φτιάχνει ρούχα και κατόπιν, συνεργάστηκε με τον Hubert de Givenchy. Είναι παράδοξο σήμερα να σκεφτόμαστε τον Μιγιάκι να σχεδιάζει φορέματα που θα μπορούσε να φορά η Audrey Hepburn – έτη φωτός μακριά από τα ασυμβίβαστα, φουτουριστικά, βιομηχανικά ρούχα για τα οποία καθιερώθηκε. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς η πρώιμη εκπαίδευσή του στη ραπτική θα είχε ως αποτέλεσμα να συνεργαστεί με τον μετέπειτα φίλο του, σχεδιαστή προϊόντων Ron Arad, για να φτιάξει ένα κάλυμμα καρέκλας που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ρούχο. 

Αλλά ο Miyake ήταν μάρτυρας των φοιτητικών διαδηλώσεων του ’68 και δεν ενδιαφερόταν να ντύσει αστές κυρίες που γευμάτιζαν στη Σαμπς Ελιζέ. Μετά τον Givenchy, δούλεψε για τον Guy Laroche, ώσπου ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη προκειμένου να δουλέψει με τον Geoffrey Beene. Ίδρυσε το Miyake Design Studio το 1970 και παρουσίασε την πρώτη του συλλογή στη Νέα Υόρκη το 1971. Ένα από τα πρώτα του κομμάτια είναι ένα φανελάκι, ζωγραφισμένο στο χέρι χρησιμοποιώντας παραδοσιακές ιαπωνικές τεχνικές τατουάζ με τα επαναστατικά πρόσωπα της εποχής, του Jimi Hendrix και της Janis Joplin. Το τύπωμα δημιουργήθηκε από έναν από τους πιο μακροχρόνιους συνεργάτες του Miyake, τη Makiko Minagawa (έχει πλέον τη δική της ετικέτα, HaaT, παραγωγής Issey Miyake Inc).

Η πιο διάσημη συνεργασία του σχεδιαστή ήταν με τον Αμερικανό φωτογράφο Irving Penn (ο ίδιος είναι φωτογραφημένος από τον Penn στην αρχική εικόνα). Για 14 χρόνια από το 1986, ο βοηθός του Midori Kitamura ταξίδευε στη Νέα Υόρκη με τα τελευταία κομμάτια για την επόμενη σεζόν. «Ο Penn φωτογράφιζε για τη Vogue, όπου τα ρούχα έπρεπε να εμφανίζονται με πολύ επίσημο τρόπο, αλλά στην περίπτωσή μας ήταν εντελώς ελεύθερος», θυμάται η Kitamura, η οποία έβαζε τις τελευταίες πινελιές για κάθε έκθεση. Η Kitamura ήταν το δεξί χέρι του Miyake από τα μέσα της δεκαετίας του '70. Δουλειά της ήταν να επιλέγει κομμάτια για την έκθεση από τα χιλιάδες στο αρχείο τους. Λέει ότι ο Miyake κράτησε τα πάντα από την αρχή, προβλέποντας, ίσως, τη σημασία τους.

Ο Miyake, εκτός από οραματικός σχεδιαστής, δείχτηκε εξαιρετικά ρεαλιστής στον χώρο του, αφουγκραζόταν την αγορά. Κατόρθωσε να κρατήσει την επιχείρησή του, με 133 καταστήματα στην Ιαπωνία και 91 διεθνώς, με οκτώ σειρές ρούχων και τσάντες, καθώς και αρώματα, αντικείμενα design για το σπίτι και ρολόγια. «Ποιες είναι οι βασικές προκλήσεις για τις μελλοντικές γενιές σχεδιαστών μόδας» τον ρωτούν σε μια από τις τελευταίες του συνεντεύξεις στον Guardian. «Θα χρειαστεί να περάσουμε από μια διαδικασία συρρίκνωσης», λέει, εξηγώντας ότι θα καταναλώνουμε λιγότερα. «Στο Παρίσι αποκαλούμε τους ανθρώπους που φτιάχνουν ρούχα και δημιουργούν νέα είδη ένδυσης, couturiers, αλλά στην πραγματικότητα, η δουλειά του σχεδιαστή είναι να φτιάξει κάτι που να λειτουργεί στην πραγματική ζωή». Κι ακόμη: «δεν είναι σημαντικό ένας σχεδιαστής να είναι γνωστός με το όνομά του – μπορείς να παραμείνεις ανώνυμος. Ακόμη και η ιδιότητα του σχεδιαστή θα υποστεί αλλαγές, πιστεύω».