Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε

Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε

Πριν λίγες μέρες η αστυνομία με εισαγγελική παρουσία έκανε έλεγχο στην φοιτητική εστία του Πανεπιστημίου Αθηνών. Προσήχθησαν οκτώ άτομα από τα οποία τα επτά δεν ήταν φοιτητές. Είχαν καταλάβει χώρους της εστίας, η οποία θυμίζω ότι στους ολυμπιακούς αγώνες είχε ανακαινισθεί κ φιλοξενούσε ακόμη και ξένους ερευνητές. Αυτές τις μέρες η σύγκλητος του Παντείου και λίγο μετά του ΑΠΘ μας πληροφόρησαν ότι τα Πανεπιστήμια αυτοδιοικούνται και ότι η παρουσία της αστυνομίας στα Πανεπιστήμια θα προκαλέσει εντάσεις κι ότι απειλεί την ελευθερία της έκφρασης.

Προφανώς μέχρι τώρα δεν είχαν εντοπίσει καμία ένταση, κανένα σκηνικό βίας ή διακίνηση ναρκωτικών κ καταστροφές στα Πανεπιστήμια, ώστε ανησυχούν ότι η «αστυνομοκρατία» θα είναι αυτή που θα εξεγείρει τα πάθη. Φυσικά καμία από τις παραπάνω ανακοινώσεις δεν μας απαντάει στο ερώτημα τι έκαναν τόσα χρόνια που τα Πανεπιστήμια γίνονταν χώροι βίας ακόμη και σε βάρος καθηγητών ή φοιτητών, όπως και καταστροφών της δημόσιας περιουσίας. Επίσης, η κοινωνία δυσκολεύεται να καταλάβει αν αυτό αποτελεί ακαδημαϊκή ελευθερία και εικόνα ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου τον 21ο αιώνα και όλο πιο έντονα απαιτεί πια τα παιδιά της να σπουδάζουν σε Πανεπιστήμια οργανωμένα κ εύρυθμα ως προς την λειτουργία τους.

Τον τελευταίο καιρό, το αίτημα για μεταρρυθμίσεις κι αλλαγές στην Παιδεία και στο Κράτος διατυπώνεται πιο έντονα από κάτω, από ένα μεγάλο κι ίσως πλειοψηφικό μέρος της κοινωνίας που εξοργίζεται με την σπατάλη πόρων, την διακοπή των σπουδών των παιδιών της από καταλήψεις, βίαια επεισόδια ή «κινηματικές παρεμβάσεις». Τα αιτήματα είναι πολλαπλά και αφορούν όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης αλλά και του κράτους. Πιο ηχηρό είναι το αίτημα αρχικά για μεταρρυθμίσεις στο Κράτος προς την κατεύθυνση της ψηφιοποίησης, της αποτελεσματικότητας και της αξιοκρατίας μέσω της αξιολόγησης και των διαφανών διαδικασιών.

Αίτημα για μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία έπειτα, όπου η κοινωνία απαιτεί τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας απρόσκοπτα από την βία των μπάχαλων και την παρακμή των ακραίων, την πολιτική ηγεμονία των κομμάτων και την ιδιοτέλεια των πλέον φιλόδοξων μελών της να επιδίδονται στην διδασκαλία και την έρευνα μόνο.

Αίτημα για σχολεία που το περιεχόμενο των σπουδών και το επίπεδο των καθηγητών θα επαναξιολογούνται στη βάση των σύγχρονων αναγκών της γνώσης και των απαιτήσεων που δημιουργεί η ψηφιακή εποχή. Στην κοινωνία η απαίτηση για κοινωνική τάξη και ασφάλεια του πολίτη, σεβασμό της προσωπικής του περιουσίας κι αυτής του κράτους και των κανόνων της κοινωνικής ζωής, έλεγχο των συνόρων και κανόνες στη μετανάστευση, όπως συμβαίνει σε κάθε οργανωμένο κράτος, είναι τα ζητούμενα.

Έχω την αίσθηση λοιπόν πως για πρώτη φορά στην ιστορία μας η κοινωνία είναι μπροστά από τους πολιτικούς και την πνευματική της ηγεσία, που σε ένα μεγάλο της μέρος βουλιάζει στον βάλτο των μεταπολιτευτικών ιδεοληψιών που την εξέθρεψαν και πάνω στα «προοδευτικά» σχήματα με τα οποία στήθηκαν πολιτικές, συνδικαλιστικές και πανεπιστημιακές καριέρες στην μεταπολίτευση, εξοβελίζοντας ωστόσο κάθε ίχνος ορθολογισμού και επιβάλλοντας στους υπόλοιπους την ιδεολογική τους ηγεμονία ως προϋπόθεση σταδιοδρομίας σε συγκεκριμένους χώρους. Σε πολλές περιπτώσεις πολλοί εξαργύρωσαν τους αγώνες κατά της χούντας, σε άλλες απλά μετέφρασαν τον λαϊκισμό και την πολιτική τους επιβίωση ή την ιδεολογική τους ηγεμονία και τις πανεπιστημιακές τους σταδιοδρομίες σε ιδεολόγημα προόδου ή προϋπόθεση εκδημοκρατισμού χωρίς όμως αξιοκρατία και λογοδοσία.

Είναι η πρώτη φορά που βλέπω μια ισχυρή μερίδα της κοινωνίας να επιδοκιμάζει την πολιτική της ασφάλειας και να κατανοεί την αστυνομία ως θεσμό του κράτους απαραίτητο για την κοινωνική ασφάλεια κ ομαλότητα άρα και την απρόσκοπτη ευημερία της. Πρώτη φορά η κοινωνία αντιλαμβάνεται την αξία των ενόπλων δυνάμεων για την εθνική κυριαρχία και την ασφάλεια της χώρας και βοήθησε σ' αυτό η κρίση με την γείτονα, ενώ η συμβολή του στρατού σε φυσικές καταστροφές έγινε ακόμη πιο κατανοητή στον πολίτη που αναγνώρισε τη συνδρομή τους.

Στην πολιτική, πρώτη φορά βλέπουμε μεγάλο μέρος της κοινωνίας να κατακρίνει το Υπουργείο Παιδείας κ την κυβέρνηση για μεταρρυθμιστική ατολμία και να επικροτεί τις σημερινές πρωτοβουλίες για ασφάλεια στα Πανεπιστήμια και την  εξασφάλιση ακαδημαϊκού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο θα προάγεται μόνο η έρευνα κι η διδασκαλία κι όχι η παρανομία κι η βία. Για πρώτη φορά η κοινωνία απαιτεί απ' την κυβέρνηση προϋποθέσεις για την πρόσβαση στα Πανεπιστήμια, επαναπροσδιορισμό του χάρτη των σχολών και των τμημάτων που μέχρι σήμερα φυτεύαν οι πολιτικοί σε κάθε πλαγιά για λόγους ψηφοθηρικούς και χωρίς ακαδημαϊκά κριτήρια.

Η κοινωνία απαιτεί έλεγχο του χρόνου φοίτησης κ αξιολόγηση των σχολών που τις πληρώνει με αίμα των φόρων της και των χρημάτων που δαπανά για τις σπουδές των παιδιών της. Απαιτεί εξωστρέφεια κ εκσυγχρονισμό των σπουδών σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς. Η κοινωνία έχει καταλάβει ότι η επαγγελματική εκπαίδευση έχει απαξιωθεί κ χρειάζεται να κάνουμε μια καθοριστική στροφή εκεί, ώστε οι νέοι μας να έχουν επαγγελματικό μέλλον και το κράτος να αποκτήσει παραγωγική βάση.

Είναι η πρώτη φορά που γνωστοί κύκλοι με τρόπο γραφικό δίνουν την μάχη οπισθοφυλακών για να εμποδίσουν αυτό που είναι πια συνείδηση της κοινωνίας. Συζητήσεις βασισμένες σε γνωστές ιδεοληπτικές κατασκευές, ξένες πια στις ευρωπαϊκές κοινωνίες του 21ου αιώνα που αντιμετωπίζουν όχι μόνο άλλες προκλήσεις, αλλά και διαφορετικούς κινδύνους για την δημοκρατία, ψηφίσματα κι εμμονικές επικλήσεις σε αντισυνταγματικές ενέργειες, που συνήθως τα ίδια τα δικαστήρια μετά αναγνωρίζουν ως σύννομες, είναι η τελευταία προσπάθεια κάποιων να περιφρουρήσουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο ανδρώθηκαν. Είχαν κι άλλη επιλογή. Να συζητήσουν τους όρους της προσαρμογής τους.

Αν είσαι πνευματικός άνθρωπος και ακαδημαϊκός δάσκαλος και δεν βλέπεις ότι η εποχή  έχει προσπεράσει τα θέλω σου κ τα αιτήματά σου, τις ιδεολογίες που κάποτε στρατεύτηκες κ σε εξέθρεψαν, πέρα από λυπηρό -γιατί απαιτούμε άλλες προσλαβάνουσες από κάποιους-  είναι και απειλητικό για την δημοκρατία εφόσον, αντί να καθίσεις να συζητήσεις τους όρους των αλλαγών, δίνεις απλώς μια αδιέξοδη μάχη στείρας αντίδρασης σ' αυτές.

Το είδαμε και στη συζήτηση για το άσυλο. Το βλέπουμε και στη συζήτηση για τη φύλαξη στα Πανεπιστήμια. Η κοινωνία όλη ξέρει ότι η κατάσταση έχει σαπίσει και μια κυρίαρχη μερίδα πανεπιστημιακών κρύβεται πίσω από το δάχτυλό της και πολεμάει ανεμόμυλους. Κρίμα. Οι υπόλοιποι οφείλουν να συζητήσουν τους όρους της αλλαγής που πρέπει πια να θεωρείται δεδομένη, γιατί είναι επιτακτικό και δημοκρατικό αυτοί οι όροι να τεθούν με σαφήνεια από τις δύο πλευρές, ώστε πράγματι να κάνουμε ένα βήμα προς το Πανεπιστήμιο που θέλουμε. Το πρώτο βήμα. Πρέπει ν' ακολουθήσουν πολλά.

Θα κλείσω όμως μ' αυτό που ξεκίνησα. Αίσθησή μου είναι ότι, αυτή τη φορά, των αλλαγών ηγείται ένα ισχυρό, δυναμικό και εκσυγχρονιστικό κομμάτι της κοινωνίας και άνθρωποι με διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες και όχι η κυβέρνηση μόνη της, όπως λένε πολλοί. Η παρούσα κυβέρνηση υπό την πίεση μια κοινωνίας που πέρασε από τρία μνημόνια, είδε τον λαϊκισμό να θεριεύει, την εποχή της ευημερίας και του νεοπλουτισμού χωρίς αρχές και αξίες να παρέρχεται ανεπιστρεπτί, τις αδιέξοδες «προοδευτικές» πολιτικές να συντρίβονται στις συμπληγάδες της πραγματικότητας της οικονομίας και του σύγχρονου κόσμου και την πανδημία να περιορίζει την ανθρώπινη αλαζονεία, εντέλλεται να φέρει αυτές τις αλλαγές. Μάλλον δεν έχει άλλη επιλογή.

Καλώς ορίσαμε στον 21ο αιώνα!

* Η κ. Ευαγγελία Χολέβα είναι εκπαιδευτικός- δρ. Ιστορίας