Γιατί τα νέα φάρμακα δεν υποκαθιστούν τους εμβολιασμούς

Γιατί τα νέα φάρμακα δεν υποκαθιστούν τους εμβολιασμούς

Το νέο μαύρο ρεκόρ στον αριθμό των καταγεγραμμένων ημερήσιων κρουσμάτων μαζί με την εξίσου δυσοίωνη  πρόβλεψη του καθηγητή πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκου Τζανάκη πως θα φτάσουμε πολύ γρήγορα σε περισσότερα από 8.000 κρούσματα την ημέρα, με τον αριθμό των νέων διαγνώσεων να παγιώνεται σε πάνω από 5.000 κρούσματα, δείχνει ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα πολύ δύσκολο χειμώνα, εάν δεν καταφέρουμε να υψώσουμε μέσα στο προσεχές διάστημα πιο ψηλά τον πήχη του τείχους ανοσίας. 

Μία μικρή χαραμάδα ελπίδας στις δυσοίωνες προβλέψεις αφήνουν δύο ξεχωριστά γεγονότα με το ένα να αφορά την ενδυνάμωση της φαρέτρας κατά του κορονοϊού με φάρμακα σε μορφή χαπιού που είναι πιο εύκολα χορηγούμενα και το δεύτερο να αφορά την σημαντική αύξηση που παρατηρείται τις τελευταίες μέρες στους εμβολιασμούς στη χώρα μας οι οποίοι ξεκόλλησαν από τα απογοητευτικά νούμερα των 7000 την ημέρα αγγίζοντας τους 30.000 την ημέρα για την πρώτη δόση και άλλους 30.000 για την τρίτη δόση. 

Το ενδεχόμενο να μπορέσει να ενισχυθεί στο προσεχές μέλλον και η φαρέτρα στη χώρα μας με τις πρώτες 2.000 δόσεις από τα μονοκλωνικά αντισώματα και από τα δύο αντιικά χάπια της αμερικανικής εταιρείας Merck και της Pfizer, όταν λάβουν έγκριση από τον ευρωπαϊκό οργανισμό φαρμάκων, γεννά ελπίδες που ωστόσο δεν θα πρέπει να δημιουργούν την λανθασμένη εντύπωση πως οι νέες θεραπείες μπορούν να βοηθήσουν τους πάντες και να λειτουργήσουν σαν αντίβαρο του εμβολιασμού.

Τόσο η καθηγήτρια παιδιατρικής–λοιμωξιολογίας Βάνα Παπαευαγγέλου, όσο και η αναπληρώτρια υπουργός υγείας Μίνα Γκάγκα στέλνουν το μήνυμα πως η πανδημία μπορεί να τελειώσει μόνο με τον εμβολιασμό και πως ο εμβολιασμός προστατεύει 90% από τον κίνδυνο βαριάς νόσησης, εισαγωγής στο νοσοκομείο, διασωλήνωσης  και θανάτου ενώ τα φάρμακα έχουν ένα συμπληρωματικό ρόλο χωρίς ωστόσο να μπορούν να μας προφυλάξουν από την ίδια την αρρώστια.

Για να φτάσουμε στο σημείο να πάρουμε τα φάρμακα όπως λέει η καθηγήτρια παιδιατρικής-λοιμωξιολογίας Βάνα Παπαευαγγέλου έχουμε ήδη αρρωστήσει και τα φάρμακα δεν είναι για όλους, όπως ισχύει για την πρωτογενή πρόληψη δηλαδή για τα εμβόλια. 

Κάθε φαρμακευτικό «όπλο» που θα προστεθεί στην COVID φαρέτρα υπόκειται σε περιορισμούς και είναι για συγκεκριμένες ομάδες ασθενών που έχουν εμβολιαστεί αλλά δεν ανταποκρίνονται όπως θα 'πρεπε στον εμβολιασμό και συνεπώς δεν προστατεύονται ή για εκείνους τους πολύ λίγους ασθενείς που δεν μπορούν για κάποιους λόγους να εμβολιαστούν. Σε κάθε περίπτωση τα νέα φάρμακα δεν είναι για ασθενείς που έχουν ήδη επιδεινωθεί τόσο ώστε  να έχουν διασωληνωθεί στην μονάδα εντατικής θεραπείας.

Ξεκινώντας από τις νέες αναμενόμενες αφίξεις, το χάπι της αμερικανικής εταιρείας Merck είναι ένα αντιικό σκεύασμα με δραστική ουσία την μολνουπιραβίρη το οποίο αναπτύχθηκε αρχικώς για τη γρίπη και όπως όλα τα αντιικά φάρμακα δρα πριν προλάβει να πολλαπλασιαστεί ο ιός δηλαδή μονό αν δοθεί στα πρώτα εικοσιτετράωρα της λοίμωξης.

Το χάπι προορίζεται για τους ευπαθείς ανθρώπους που έχουν υψηλό κίνδυνο νόσησης αφού κολλήσουν κορονοϊό και δίδεται για πέντε μέρες μέχρι και την 5η  ημέρα από την έναρξη των συμπτωμάτων, μειώνοντας κατά 50% τον κίνδυνο βαριάς νόσησης, διασωλήνωσης  και θανάτου- αυτό από μόνο του σημαίνει ότι μειώνει βαριές νοσηλείες και περιορίζει  θανάτους αλλά δεν μπορεί να τους σώσει όλους.

Το χάπι εγκρίθηκε ήδη στην μεγάλη Βρετανία η οποία μετά το Brexit  δρα αυτόνομα με ανεξάρτητη δική της ρυθμιστική αρχή για τα φάρμακα και αναμένεται μέχρι το τέλος του χρόνου να εγκριθεί από τον ευρωπαϊκό οργανισμό φαρμάκων ΕΜΑ, οπότε θα μπορεί να δοθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως είναι η χώρα μας αλλά σε κάθε περίπτωση δεν θα πάρουμε ποτέ απεριόριστες ποσότητες.

Το δεύτερο αντιικό χάπι είναι της Pfizer που ανακοίνωσε πως περιορίζει τον κίνδυνο βαριάς νόσησης, διασωλήνωσης και θανάτου κατά 89%, αλλά δεν έχει ακόμα λάβει καμία έγκριση με την παρασκευάστρια εταιρεία να δρομολογεί την κατάθεση φακέλου αίτησης εγκρίσεως υποβάλλοντας τα ενδιάμεσα αποτελέσματα της μελέτης στον αμερικανικό οργανισμό φαρμάκων, για ταχύτερη  αδειοδότηση με άδεια έκτακτης χρήσης.

Πρόκειται για ένα χάπι που και πάλι πρέπει να δοθεί στα πρώιμα στάδια της λοίμωξης καθώς είναι αντιϊκό και η πλήρης θεραπεία περιλαμβάνει 30 χάπια. Θα χορηγείται σε άτομα ευπαθή που έχουν υψηλό κίνδυνο βαριάς νόσησης και μεταγενέστερες μελέτες σε επόμενο στάδιο θα διερευνήσουν την δυνατότητα να δοθεί και προληπτικά σαν χημειοπροφύλαξη σε ανθρώπους αυξημένου κινδύνου που δεν έχουν νοσησει.

Ωστόσο τα φάρμακα αυτά δεν είναι άμεσα διαθέσιμα και δεν θα καταστούν ποτέ άμεσα διαθέσιμα για όλους, με την αναπληρώτρια υπουργό υγείας, Μίνα Γκάγκα να υπογραμμίζει πως καμιά παραγωγή φαρμάκων δεν μπορεί να καλύψει τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση, καθώς αυξάνονται εκθετικά τα κρούσματα και πολλαπλασιάζονται οι βαριές νοσήσεις και οι νοσηλείες.

Μέχρι τα μέσα περίπου Νοεμβρίου η Ελλάδα θα κάνει προσπάθειες να φέρει και 2.000 δόσεις  μονοκλωνικών αντισωμάτων τα οποία είναι φάρμακα που υπόκεινται σε ακόμα μεγαλύτερους περιορισμούς. Τα μονοκλωνικά αντισώματα δίδονται σε πολύ συγκεκριμένους πληθυσμούς ασθενών και μπορούν να δοθούν είτε σε άτομα τα οποία έχουνε τέτοιες γονιδιακές βλάβες που δεν δουλεύει σωστά το ανοσοποιητικό τους σύστημα ή έχουν τέτοια υποκείμενα νοσήματα (καρδιοπάθεια, νεφροπάθεια, καρκίνο) που και να εμβολιαστούν παραμένουν ανεπαρκώς θωρακισμένα γιατί ο οργανισμός τους παράγει πολύ χαμηλούς τίτλους αντισωμάτων.

Σε αυτή την περίπτωση ουσιαστικά τα μονοκλωνικά αντισώματα τους δίνουν έτοιμα τα αντισώματα που ο οργανισμός τους δεν μπορεί να παράξει αλλά και εδώ υπάρχουν πολλοί περιορισμοί. Καταρχάς επειδή τα μονοκλωνικά παρασκευάζονται με βάση συγκεκριμένη περιοχή της πρωτεΐνης ακίδας, αν αυτή υποστεί σοβαρές μεταλλάξεις,  μπορεί και να μη «δουλέψουν» καθόλου κάτι που δεν ισχύει με τον εμβολιασμό ο οποίος οδηγεί στην παραγωγή  πολυκλωνικών αντισωμάτων.

Επίσης, η παρασκευή τους είναι μία δύσκολη, χρονοβόρα και ακριβή διαδικασία οπότε είναι αδύνατον κάποιος να  είναι τόσο αφελής ώστε να πιστέψει  πως  θα υπάρξουν μονοκλωνικά αντισώματα διαθέσιμα για εκατοντάδες χιλιάδες ή εκατομμύρια ασθενείς.

Το κόστος τους είναι υψηλό αλλά πέραν του κόστους υπάρχει και μια άλλη πρακτική δυσκολία: Για την ώρα, τα μονοκλωνικά αντισώματα χορηγούνται μόνο στο νοσοκομείο αφού είναι ενδοφλέβια (σε μεταγενέστερο στάδιο μπορεί να χορηγούνται υποδόρια με ενέσεις προγεμισμένες σαν της ινσουλίνης) και επίσης δεν μπορούν να χορηγηθούν σε μεμονωμένους ασθενείς. Θα πρέπει να χορηγηθούν σε ομάδα ασθενών, καθώς δεν δίνονται  αποσπασματικά.

Στο επιχείρημα που πιθανώς βρίσκεται στο μυαλό όλων των αρνητών: «Δεν θα εμβολιαστώ κι αν κολλήσω, θα αποκτήσω φυσική ανοσία, οπότε δεν πειράζει», ο καθηγητής παθολογίας λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Χαράλαμπος Γώγος εξηγεί πως αν κάποιος κολλήσει καταρχάς μπορεί να νοσήσει σοβαρά, να διασωληνωθεί και να πεθάνει, ενώ ακόμα και βγαίνοντας από το νοσοκομείο θα έχει να αντιμετωπίσει για πολλούς μήνες τα σοβαρότατα υπολείμματα της νόσου που χαρακτηρίζουν το long COVID σύνδρομο.

Για να το σχηματοποιήσει, ο Χαράλαμπος Γώγος εξηγεί ότι αν τα εμβόλια που έχουμε μας προστατεύουν σε ποσοστό 90%, τα φάρμακα μας προστατεύουν σε ποσοστό έως  40%. 

Και φυσικά υπάρχει πάντα και η πιθανότητα να χρειαστούμε συνδυασμούς φαρμάκων κάτι που έχουμε δει με παλιότερες λοιμώξεις με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον ιό HIV δηλαδή το ΑΙDS. Οι συνδυασμοί φαρμάκων αυξάνουν τις παρενέργειες, αυξάνουν και το κόστος. 

Στην ερώτηση «εφόσον αυτά τα φάρμακα θα αποζημιώνονται πλήρως από το κράτος για αυτούς που θα δίδονται, γιατί εμένα τον πολίτη να με απασχολεί το κόστος» η απάντηση προερχόμενη τόσο από την αναπληρώτρια υπουργό υγείας, Μίνα Γκάγκα, όσο και από ανθρώπους που ασχολούνται με την πολιτική υγείας όπως τον καθηγητή πολιτικής Υγείας του LSE, Ηλία Μόσιαλο είναι η εξής:

Κανένα κράτος στον κόσμο ακόμα και τα πιο εύπορα δεν έχουν ανεξάντλητους πόρους και υποδομές για την υγεία. Όλα  τα συστήματα υγείας στον κόσμο είναι πεπερασμένα έχουν συγκεκριμένες δυνατότητες τόσο σε υποδομές και εξοπλισμό, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό και αν εξαντλήσουμε τους πόρους του συστήματος, τότε άλλοι χρόνιοι ασθενείς, με εγκεφαλικά, εμφράγματα, καρκίνους κι άλλα  σοβαρά προβλήματα υγείας θα μείνουν ξεκρέμαστοι…