Φθηνό χρήμα έως το 2023 - «Πλημμυρίζουν» 4,5 τρισ. την Ευρώπη

Φθηνό χρήμα έως το 2023 - «Πλημμυρίζουν» 4,5 τρισ. την Ευρώπη

Ήταν 13 Ιουλίου του 2011 όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε για τελευταία φορά στην αύξηση των επιτοκίων στο 1,5% από 1,25%. Λίγους μήνες αργότερα, ο Ζαν Κλωντ Τρισέ έδωσε τη σκυτάλη στον Μάριο Ντράγκι. Η πρώτη, στην κυριολεξία, δουλειά που έκανε ο Ιταλός ήταν να κόψει τα επιτόκια στην παρθενική εβδομάδα της θητείας του, ξεκινώντας έτσι μία πτωτική πορεία μέχρι το μηδέν όπου βρίσκονται από το 2016.

Σε έναν κόσμο που όλα θα κυλούσαν ομαλά και η ανθρωπότητα θα αντιμετώπιζε επιτυχώς την πανδημία, οι πρώτες αυξήσεις επιτοκίων θα σημειώνονταν το καλοκαίρι του 2023 ή σε τρία χρόνια από σήμερα. Τότε εκτιμάται ότι θα έχει αυξηθεί σε τόσο ικανοποιητικό βαθμό ο πληθωρισμός που θα… δίνει το δικαίωμα στην Κριστίν Λαγκάρντ να προχωρήσει στην πρώτη αύξηση επιτοκίων μετά από 12 ολόκληρα χρόνια. Με τα σημερινά δεδομένα, λοιπόν, οι αγορές έχουν μπροστά τους έναν αρκετά μακρινό ορίζοντα φθηνού χρήματος, που συνεπάγεται άπλετη ρευστότητα στο σύστημα και σημαντικές ευκαιρίες επενδυτικών τοποθετήσεων.

Είναι ίσως η πρώτη φορά στην ιστορία που οι επενδυτές γνωρίζουν ότι έχουν μπροστά τους μία τόσο μεγάλη, σε ορμή, διάρκεια, ισχύ και εύρος, περίοδο αδιάλειπτης παροχής ρευστότητας. Διότι την προηγούμενη φορά που συνέβη κάτι αντίστοιχο, ήτοι μετά το 2009, οι συνθήκες ήταν πολύ διαφορετικές, με την Κεντρική Τράπεζα των Κεντρικών Τραπεζών (Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών - BIS) να επισημαίνει σε χθεσινή της έκθεση ότι τα πακέτα στήριξης της οικονομίας είναι πολύ μεγαλύτερα από την παγκόσμια κρίση του 2008-09.

Πριν από λίγες ημέρες, η Λαγκάρντ χρησιμοποίησε τη φράση του Αβραάμ Λίνκολν, «ο καλύτερος τρόπος να προβλέψεις το μέλλον είναι να το δημιουργήσεις», για να περιγράψει τα μέτρα παροχής ρευστότητας. Στην περίπτωση της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ προσπαθεί να… δημιουργήσει ένα μέλλον με καλύτερες συνθήκες, δίνοντας ένα ξεκάθαρο μονοπάτι τριετίας στους επενδυτές, τουλάχιστον μέχρι το 2023.

Δεσμεύτηκε, λοιπόν, για ακόμη μία φορά να ρίξει η ΕΚΤ στην αγορά πακτωλό χρημάτων ύψους 4,5 τρις. ευρώ. Τα 1,3 τρις. μέσω του QE Πανδημίας, τα 200 δισ. μέσω του «κανονικού» QE και 3 τρις. ευρώ μέσω των φθηνών δανείων TLTRO που διατίθενται στις τράπεζες που δανείζουν την πραγματική οικονομία. Ταυτόχρονα τόνισε ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν όταν ο πληθωρισμός θα αρχίσει να πλησιάζει προς τον στόχο της ΕΚΤ.

Η Oxford Economics προβλέπει ότι ο πληθωρισμός δεν θα συγκλίνει με τον στόχο της ΕΚΤ πριν τα τέλη του 2023. Σύμφωνα με τον οίκο, ο πληθωρισμός θα μείνει κολλημένος σε υπερβολικά χαμηλά επίπεδα τόσο λόγω της υποτονικής ζήτησης όσο και εξαιτίας των αδύναμων τιμών της ενέργειας, ενώ σημαντικό ρόλο θα παίξει η γενικευμένη καθίζηση της οικονομικής δραστηριότητας, πάντοτε υπό το φόβο νέων lockdown.

Τα στοιχεία για τον πληθωρισμό που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας. Έδειξαν ότι το μήνα Μάιο οι τιμές στην Ευρωζώνη παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητες (+0,1%) υπό το βάρος της ενέργειας. Οι περισσότερες χώρες (20 από τις 27) λειτούργησαν σε καθεστώς αποπληθωρισμού, με τη μεγαλύτερη πτώση να παρατηρείται στην Εσθονία (-1,8%) ενώ στην Ελλάδα τα στοιχεία έδειξαν -0,7%. Ακόμη και ο δομικός πληθωρισμός που εξαιρεί τις ευμετάβλητες κατηγορίες (όπως της ενέργειας) διαμορφώθηκε στο +0,9% στην Ευρωζώνη, υποδεικνύοντας ότι η ανάκαμψη έχει δρόμο.

Για να γίνουν αντιληπτές οι επιπτώσεις της πανδημίας αρκεί να πούμε ότι ενώ σήμερα είναι η Ευρωζώνη παλεύει με τον αποπληθωρισμό, πριν από ακριβώς ένα χρόνο ο πληθωρισμός «έγραφε» 1,2% και πάλι εκφράζονταν ανησυχίες για την πορεία της οικονομίας, ενώ ο στόχος της ΕΚΤ (κοντά αλλά λίγο κάτω από 2%) έμοιαζε και τότε δύσκολο να επιτευχθεί σύντομα.