«Είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα»
Στ. Πέτσας

«Είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα»

Για τη Συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου, τα ελληνοτουρκικά αλλά και τον κορονοϊό και την εισροή πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης μιλά σε συνέντευξή του στη «Βραδυνή της Κυριακής», ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας.

Αναλυτικότερα, μιλώντας στην «Βραδυνή της Κυριακής», σχετικά με την υπογραφή της συμφωνίας για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, ο Στέλιος Πέτσας τόνισε πως «Για τόσο σημαντικά ζητήματα όπως ο καθορισμός ΑΟΖ, δεν κάνουμε σχόλια, βάζουμε υπογραφές όταν είμαστε έτοιμοι. Και βάλαμε, όπως κάναμε με την Ιταλία και τώρα με την Αίγυπτο. Σε κάθε περίπτωση το μνημόνιο της Άγκυρας με τη διοίκηση της Τρίπολης είναι παράνομο, άκυρο και νομικά ανυπόστατο. Είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Ενεργοποιήσαμε τις διεθνείς μας συμμαχίες και αναδείξαμε τις προκλητικές τουρκικές ενέργειες ως παράγοντα αποσταθεροποίησης στην Ανατολική Μεσόγειο.

Εν συνεχεία, απαντώντας σε ερώτηση για το κατά πόσον η συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου ακυρώνει το τουρκολυβικό σύμφωνο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επισήμανε πως «Το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο έχει καταγγελθεί από την ΕΕ, τις μεγάλες, αλλά και τις γειτονικές χώρες και δεν παράγει έννομα αποτελέσματα». 

Παράλληλα, κ. Πέτσας υπογράμμισε πως «θέλουμε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με τη γειτονική χώρα σε μόνιμη βάση, κι ακόμη περισσότερο σε περιόδους έντασης, έτσι ώστε να υπάρχει μια βαλβίδα εκτόνωσης. Έχουμε πει ότι θέλουμε το διάλογο, αλλά με σεβασμό στις αρχές καλής γειτονίας και στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, βασική πτυχή του οποίου αποτελεί η Σύμβαση των Η.Ε. για το Δίκαιο της Θάλασσας. Πραγματοποιούνται, ήδη, συζητήσεις για την επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών που διακόπηκαν το 2016, με υπαιτιότητα της Τουρκίας. Η Ελλάδα είναι έτοιμη να ξαναπιάσει το νήμα των διερευνητικών επαφών από εκεί που το αφήσαμε, ανά πάσα στιγμή».

Μεταξύ άλλων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχετικά με την ατζέντα του ελληνοτουρκικού διαλόγου τόνισε ότι «ένα ζήτημα παραμένει σε εκκρεμότητα και είναι αντικείμενο προς συζήτηση και επίλυση: η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μεταξύ των δύο χωρών». Διευκρινίζει επίσης ότι «η πρόοδος στις διερευνητικές επαφές Ελλάδας-Τουρκίας μπορεί να έχει θετικές επιπτώσεις στο Κυπριακό και, αντιστρόφως, η πρόοδος στο Κυπριακό μπορεί να βελτιώνει το κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Λογικές παζαριού, όμως, που θέλουν τα πάντα στο ίδιο καλάθι, δεν γίνονται δεκτές».

Σε ερώτηση σχετικά με την ελληνική οικονομία ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε πως θετικό στοιχείο είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει κερδίσει αξιοπιστία. Επίσης ότι «πέραν των μέτρων ύψους 24 δισ. ευρώ που ήδη εφαρμόζουμε, φροντίσαμε να διατηρήσουμε "πολεμοφόδια" στο Ταμείο του Κράτους, για να στηρίξουμε τις δουλειές και το εισόδημα των Ελλήνων στην εξαιρετικά δύσκολη φετινή συγκυρία. Και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε, με σχέδιο και αποφασιστικότητα, για να βγούμε όρθιοι και από αυτή την κρίση».

Παράλληλα, ο κ. Πέτσας τόνισε πως φέτος είναι πολύ διαφορετική η κατάσταση σε όλα τα επίπεδα λόγω της κρίσης του κορονοϊού αλλά η κυβέρνηση είναι έτοιμη να λάβει «πρόσθετα μέτρα, αν χρειαστεί, για τη στήριξη του κόσμου της εργασίας και τη διατήρηση του παραγωγικού ιστού στη θέση του. Η μείωση των φόρων και ασφαλιστικών εισφορών αποτελεί κεντρικό στρατηγικό άξονα του Ελληνικού Σχεδίου για το Ταμείο Ανάκαμψης».

«Ακούμε τους ειδικούς και παίρνουμε όποια μέτρα χρειάζεται κάθε φορά»

Ειδικότερα για την υγειονομική διάσταση της κρίσης ο κ. Πέτσας επισήμανε πως: «παρακολουθούμε διαρκώς την επιδημιολογική κατάσταση, ακούμε τους ειδικούς και παίρνουμε όποια μέτρα χρειάζεται κάθε φορά. Εδώ και εβδομάδες χτυπούμε καμπάνα κινδύνου. Τώρα είναι ανάγκη να χτυπήσει ακόμη πιο δυνατά. Αυτό το στόχο είχε και η έκτακτη παρέμβαση του κ. Τσιόδρα. Τα κρούσματα, άλλωστε, αυξάνονται όχι τόσο εξαιτίας των εισαγομένων από το εξωτερικό, όσο, κυρίως, λόγω της χαλάρωσης στο εσωτερικό. Ο εχθρός λέγεται εφησυχασμός. Έχουμε εντοπίσει τρεις εστίες ανησυχίας. Πρώτον, τις συχνές διελεύσεις Ελλήνων, ομογενών και όσων έχουν άδεια παραμονής στην Ελλάδα από τις χώρες της Βαλκανικής. Δεύτερον, τις συναθροίσεις στα μπαρ, στους γάμους, τις βαπτίσεις και άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις. Και τρίτον, τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Σε αυτές τις εστίες δίνουμε τώρα το βάρος. Όμως, ο αριθμός των κρουσμάτων δεν είναι ο μόνος δείκτης που παρακολουθούμε. Κρίσιμο είναι να παρακολουθούμε αν τα αυξημένα κρούσματα οδηγούν στην εισαγωγή περισσότερων ασθενών στα νοσοκομεία μας, και ιδίως αν αυξάνει ο αριθμός διασωληνομένων και εισαγωγών στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας».

Προσθέτει ακόμη πως «η προστασία της δημόσιας υγείας και της ανθρώπινης ζωής δεν μπαίνει σε καμία ζυγαριά» και τονίζει ότι πρέπει να «διαλύσουμε, την πλάνη πως ο κορονοϊός δεν μας αφορά. Ας τηρούμε τους κανόνες ατομικής υγιεινής και τις αποστάσεις και ας φοράμε τις μάσκες, όπου συνιστούν οι ειδικοί».

«Η μείωση φόρων και εισφορών, κεντρικός στρατηγικός άξονας»

Όσον αφορά την εισροή πόρων στη χώρα μας από το Ταμείο Ανάκαμψης ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επισημαίνει πως «η Ελλάδα μπορεί να χρησιμοποιήσει πόρους του Ταμείου για να καλύψει δαπάνες και εντός του 2020, καθώς αποφασίστηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο η αναδρομική επιλεξιμότητα από την 1η Φεβρουαρίου. Η διάρκεια του Ταμείου εκτείνεται σε τρία χρόνια για τις δεσμεύσεις των ποσών και σε ακόμα τρία για τις εκταμιεύσεις. Θα αξιοποιήσουμε την οικονομική δύναμη πυρός -τα περίπου 72 δισ. που παρέχουν το Ταμείο Ανάκαμψης και το Δημοσιονομικό Πλαίσιο της νέας Προγραμματικής Περιόδου- με το συνεκτικό Εθνικό Σχέδιο που θα καταθέσουμε τον Οκτώβριο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Κομβικό ρόλο στο Ελληνικό Σχέδιο έχει η ενίσχυση του κόσμου της εργασίας, μέσω της μείωσης των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, που έβαζαν φρένο στην πραγματική οικονομία και τροφοδοτούσαν την παραοικονομία. Επαναλαμβάνω λοιπόν, ότι η μείωση των φόρων και εισφορών που επιβαρύνουν τον κόσμο της εργασίας, αποτελεί κεντρικό στρατηγικό άξονα του σχεδίου αυτού, όπως αποτυπώνεται και στην ενδιάμεση έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, η οποία δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα και μπήκε σε διαβούλευση».