Πόσο δρόμο έχει μπροστά του το ράλι του ευρώ;

Πόσο δρόμο έχει μπροστά του το ράλι του ευρώ;

Παρά τις ανησυχίες αξιωματούχων της ζώνης του ευρώ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με την ενίσχυση της ισοτιμίας του ευρώ σε υψηλό 2,5 ετών σε σχέση με το δολάριο ΗΠΑ, η άνοδος του κοινού νομίσματος έχει ακόμη δρόμο, σύμφωνα με τους traders συναλλάγματος επενδυτικών οίκων.

Στην εκτίμηση αυτή συνηγορούν και θεμελιώδεις παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία των ισοτιμιών.

 Η πρόεδρος της ΕΚΤ Christine Lagarde παραδέχτηκε την περασμένη εβδομάδα ότι η νομισματική αρχή της ευρωζώνης παρακολουθεί στενά το ευρώ που ενισχύθηκε κατά 9% πέρυσι έναντι του δολαρίου πάνω από το επίπεδο του $1,23, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη του άνοδο έναντι του αμερικανικού νομίσματος τα τελευταία τέσσερα χρόνια.

Η ενδυνάμωση του ευρώ προκαλεί πονοκέφαλο στην ΕΚΤ που προσπαθεί να φέρει τον πληθωρισμό κοντά στο επιθυμητό επίπεδο του 2,0%, Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη, ωστόσο, παρέμεινε κάτω από το 0% τον Δεκέμβριο για πέμπτο συνεχή μήνα.

Η ενδυνάμωση του ευρώ προβληματίζει έντονα και τους εξαγωγείς. Στη Γερμανία για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στον χρηματιστηριακό δείκτη DAX αντλούν περίπου το 70% των πωλήσεων τους εκτός Ευρώπης.

Τα σχόλια της Lagarde, ότι η ΕΚΤ θα κάνει χρήση όλων των εργαλείων της ώστε να ωθήσει τον ρυθμό πληθωρισμού προς τον στόχο της,  ερμηνεύτηκαν από πολλούς στην αγορά ως προειδοποίηση.

Το μήνυμα που διάβασαν στις δηλώσεις της ήταν ότι αν οι traders δεν σταματήσουν να σπρώχνουν την ισοτιμία του ευρώ σε επίπεδα πάνω από την περιοχή που ικανοποιεί την κεντρική τράπεζα, η ΕΚΤ μπορεί να αντιδράσει μειώνοντας τα επιτόκια, ακόμη και κάτω από το τρέχον -0,5%.

 «Η ΕΚΤ συμβαδίζει με άλλες κεντρικές τράπεζες που, αντιλαμβανόμενες πλέον ότι τα εργαλεία νομισματικής τείνουν να εξαντληθούν στο εσωτερικό, ανακαλύπτουν την ισοτιμία ως εργαλείο νομισματικής πολιτικής», σχολιάζει η Commerzbank σε έκθεση της.

Στην πραγματικότητα όμως η όλη συζήτηση περί της ισχύος του ευρώ φαίνεται κάπως παρατραβηγμένη και τα περιθώρια ελιγμών της ΕΚΤ περιορισμένα. Πολλοί αναλυτές βλέπουν το ευρώ να ενισχύεται περαιτέρω προς τα 1,25 ανά δολάριο έως το τέλος της φετινής χρονιάς.

Σύμφωνα με τον Βασίλη Γκιωνάκη, επικεφαλής στρατηγικής συναλλάγματος στην ελβετική τράπεζα Lombard Odier, η ισοτιμία του ευρώ αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω προς τα 1,27 έναντι του δολαρίου. Και όσο για το αν το κοινό νόμισμα έχει ενισχυθεί σημαντικά, η άποψη του είναι ότι τα πρόσφατα κέρδη του ευρώ ήταν κυρίως έναντι του δολαρίου.

Πηγή: TradingView

Ένας ευρύτερος δείκτης που μετράει την ισοτιμία του ευρώ έναντι 42 νομισμάτων και παρακολουθείται στενά από την ΕΚΤ δείχνει ότι όντως το νόμισμα της ευρωζώνης βρίσκεται κοντά σε υψηλό 10ετίας, αλλά επίσης ότι η άνοδος του έχει επιβραδυνθεί από τον περασμένο Αύγουστο καθώς ανέκαμψαν τα νομίσματα των αναδυόμενων οικονομιών μαζί με το κινεζικό. Την ίδια περίοδο το ευρώ ενισχύθηκε κατά 6% έναντι του δολαρίου.

 Ένας άλλος παράγοντας που στηρίζει την ισοτιμία του ευρώ είναι η διαφορά των 10ετών πραγματικών επιτοκίων ανάμεσα στην ευρωζώνη και τις ΗΠΑ, αφαιρουμένου του πληθωρισμού.

Η επιτοκιακή αυτή διαφορά βρίσκεται σε επίπεδα που τελευταία φορά παρατηρήθηκαν στις αρχές του 2014, όταν η ισοτιμία του ευρώ ήταν στα 1,37 δολάρια.

Το ενδεχόμενο υψηλότερων επιτοκιακών αποδόσεων στις ΗΠΑ θα μπορούσε να περιορίσει τη διαφορά αυτή, αλλά τα τελευταία σχόλια των αξιωματούχων της της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, προϊδεάζουν ότι στην τρέχουσα συγκυρία η νομισματική αρχή δεν θα επιτρέψει στο κόστος δανεισμού να κινηθεί ανοδικά, ακόμη και αν ενισχυθούν οι πληθωριστικές προσδοκίες στην αμερικανική οικονομία.

Όσο για το αν η ΕΚΤ θα μπορούσε να αντιδράσει με μια μείωση επιτοκίων, οι απόψεις στην αγορά διίστανται. Με τις τράπεζες της ευρωζώνης να αντιμετωπίζουν αυξανόμενους όγκους κόκκινων δανείων εξαιτίας της πανδημίας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα δίσταζε να πλήξει τον τραπεζικό τομέα με ακόμη χαμηλότερα επιτόκια.

 «Πολύ απλά, ο πήχυς για περαιτέρω νομισματική χαλάρωση από πλευράς ΕΚΤ για να συγκρατηθεί η άνοδος του ευρώ είναι πολύ υψηλός», εκτιμά ο Βασίλης Γκιωνάκης στην Lombard Odier.