Ο Τζόνι Ντεπ σκηνοθετεί τον «καταραμένο» Μοντιλιάνι

Ο Τζόνι Ντεπ σκηνοθετεί τον «καταραμένο» Μοντιλιάνι

Έχουν γραφτεί αναρίθμητες βιογραφίες, ενώ σύγχρονοι δραματουργοί θέλησαν να τη ζωντανέψουν πάνω στο θεατρικό σανίδι. Η ζωή του Αμαντέο Μοντιλιάνι τα είχε όλα στη σύντομη διάρκειά της: γυναίκες, αλκοόλ, ναρκωτικά, όλα όσα πυροδοτούν τη φαντασία γύρω από έναν «καταραμένο καλλιτέχνη». Άλλωστε, κι ο ίδιος το γύρεψε. Έκοψε το όνομά του σε Μοντί (όπου στα γαλλικά σημαίνει καταραμένος) και μπήκε στην μποέμικη ζωή των καλλιτεχνών, όπως την εννοούσαν και τη ζούσαν στο Παρίσι του μεσοπολέμου, με όπιο, αψέντι και κρασί.

Μια νέα απόπειρα να φωτιστεί ο πολυτάραχος βίος του Μοντιλιάνι, τούτη τη φορά κινηματογραφική, μας έρχεται από τον Τζόνι Ντεπ σε ρόλο έκπληξη. Σύμφωνα με το Hollywood Reporter, ο ηθοποιός πρόκειται να καθίσει πίσω από τις κάμερες, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της σκηνοθεσίας. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ντεπ σκηνοθετεί. Πριν από 25 χρόνια καθοδήγησε και συμπρωταγωνίστησε με το θηρίο Μάρλον Μπράντο σε ένα γουέστερν, που, παρά το βαρύ καστ, δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία («The Brave», 1995). Πιο ώριμος σήμερα κάθεται ξανά στη σκηνοθετική καρέκλα, έχοντας στο πλευρό ως συμπαραγωγό τον κοσμαγάπητο Αλ Πατσίνο. Δεν αποκλείεται μάλιστα η ιδέα της ταινίας να είναι του Πατσίνο, καθώς τη δεκαετία του '80 προσπάθησε ανεπιτυχώς να γυρίσει το φιλμ για τον ζωγράφο με σκηνοθέτη τον Μάρτιν Σκορτσέζε.

Σε δήλωσή του, ο Ντεπ αναφέρει σχετικά: «Το έπος της ζωής του Μοντιλιάνι είναι κάτι που με τιμή και σεβασμό θα φέρω στη μεγάλη οθόνη. Είχε μία ζωή με ασύλληπτα μεγάλες δυσκολίες, όπου τελικά κατόρθωσε να θριαμβεύσει. Πρόκειται για μία οικουμενική ανθρώπινη ιστορία με την οποία όλοι οι θεατές μπορούν να ταυτιστούν». Δεν ξέρουμε κατά πόσο οι θεατές μπορούν να συνδεθούν με τον καλλιτέχνη. Και δεν είμαστε καθόλου βέβαιοι ότι πρόκειται για ιστορία οικουμενική, εκτός κι αν εννοεί ότι θα συγκινήσει τα πλήθη. Το βέβαιο είναι ότι μετά το άκρως επεισοδιακό διαζύγιο του Ντεπ με την Άμπερ Χερντ και τις καθόλου κολακευτικές φωτογραφίες του υπό την επήρεια ουσιών, μπορεί κανείς να δει μια προβολική ταύτιση του ηθοποιού με τον καλλιτέχνη. Και πάλι, αυτή η σχέση είναι εξεζητημένη, αν αναλογιστούμε τις στερήσεις που γνώρισε ο Μοντιλιάνι.

Τέταρτο και τελευταίο παιδί της Εουτζένια και του Φλαμίνιο, Εβραίων αστών, ο Αμεντέο γεννήθηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας το 1884. Ο ερχομός του στη ζωή συνέπεσε με τη χρεωκοπία της οικογενειακής επιχείρησης ξυλείας και κάρβουνου και τον οικονομικό μαρασμό των γονιών του. Η μητέρα του αποφάσισε τότε να συνεισφέρει στον προϋπολογισμό του σπιτιού μεταφράζοντας ποιήματα και παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα. Χάρη στα πνευματικά της ενδιαφέροντα, ο Μοντιλιάνι γνώρισε από νωρίς τον κόσμο της τέχνης και γοητεύθηκε.

Σε ηλικία μόλις 12 ετών ξεκίνησε να κάνει μαθήματα ζωγραφικής και όλη μέρα ήταν κλεισμένος στο δωμάτιό του, ζωγραφίζοντας. Στα 16 του διαγνώστηκε με φυματίωση, ενώ είχε περάσει σοβαρές κρίσεις πλευρίτιδας και τύφου. Αν και φιλάσθενος, η αγάπη του για την τέχνη τον έφερε, αρχικά στη Φλωρεντία, και κατόπιν στη Βενετία. Αλλά δεν έμεινε εκεί. Όπως κάθε νέος, φιλόδοξος καλλιτέχνης του καιρού του, έφυγε για το Παρίσι. Εγκαταστάθηκε στη Μονμάρτρη, όπου έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής, χάρη στην ευφυΐα και την ομορφιά του. «Υπάρχει μόνο ένας άνθρωπος που ξέρει να ντυθεί στο Παρίσι κι αυτός είναι ο Μοντιλιάνι», έλεγε ο Πικάσο, ίσως και με κρυφή δόση ζήλειας. Ο Μοντιλιάνι παρά τα θέματα υγείας, τραβούσε τα βλέμματα ανδρών και γυναικών.

Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όλα άλλαξαν στη γαλλική πρωτεύουσα: μετανάστευση, στράτευση, θάνατος διέλυσαν το κλίμα καλλιτεχνικής ευφορίας. Ο Μοντιλιάνι δήλωσε εθελοντής ανυπομονώντας να φτάσει στο μέτωπο αλλά απορρίφθηκε για λόγους υγείας. Παρέμενε φιλάσθενος και εξαιρετικά αδύναμος. Άρχισε ξανά να ζωγραφίζει. Στις 3 Δεκεμβρίου 1917, στην γκαλερί Berthe Weill έγιναν τα εγκαίνια της πρώτης - και μόνης - ατομικής του έκθεσης. Οι επισκέπτες σκανδαλίστηκαν από τα γυμνά πορτρέτα και η αστυνομία απαγόρευσε την έκθεση!

Το 1918, τέταρτη χρονιά του πολέμου, η ζωή στο Παρίσι ήταν δύσκολη. Τα τρόφιμα είχαν γίνει δυσεύρετα, το ηλεκτρικό ρεύμα παρεχόταν με δελτίο και οι κάτοικοι ζούσαν με τον φόβο των αεροπορικών επιδρομών. Ο Μοντιλιάνι, που είχε χωρίσει από την Αγγλίδα ποιήτρια Μπίατρις Χάστινγκς, έκρινε ότι ήταν προτιμότερο να φύγει μαζί με τη νέα αγαπημένη του, τη νεαρή σπουδάστρια τέχνης Ζαν Εμπιτέρν. Εκείνος ήταν 33 ετών κι εκείνη 19.

Στο λαμπερό φως της Κυανής Ακτής, όπου κατέφυγαν, ζωγράφισε τους πίνακες που έμελλε να γίνουν δημοφιλείς και ακριβοπληρωμένοι. Και, φυσικά, η Ζαν υπήρχε παντού. Τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του έφτιαξε 25 πορτρέτα της! Τη ζωγράφιζε ντροπαλή, ντελικάτη, μελαγχολική, χαμένη στις σκέψεις της και πάντα πανέμορφη. Δεν έχει σωθεί σχεδόν κανένα γραπτό ντοκουμέντο για το χρονικό διάστημα που το ζευγάρι πέρασε στη νότια Γαλλία. Ξέρουμε μόνον ότι το 1918 μετακόμισαν στη Νίκαια (απ’ όπου και η φωτογραφία του ζωγράφου).

Εκεί, στις 29 Νοεμβρίου, η Ζαν γέννησε την κόρη τους, που πήρε το όνομά της, όχι όμως και το επίθετο του πατέρα της. Υπάρχει μόνον ένα έγγραφο στο οποίο ο Μοντιλιάνι υπόσχεται να παντρευτεί την Εμπιτέρν. Δεν πρόλαβε. Πέθανε στις 24 Ιανουαρίου 1920, στο Παρίσι, από επιπλοκές της φυματίωσης που τον βασάνιζε. Στην κηδεία του ήταν όλοι, από τον Πικάσο μέχρι τον Κονσταντίν Μπρανκούζι. Όχι όμως και η Ζαν. Είχε αυτοκτονήσει την επομένη του θανάτου του, πέφτοντας από το παράθυρο του διαμερίσματός τους στον πέμπτο όροφο, εννέα μηνών έγκυος στο δεύτερο παιδί τους. Παρόλο που η ταινία διαδραματίζεται στα τελευταία, δύσκολα χρόνια της ζωής του καλλιτέχνη, είναι μάλλον δύσκολο να δούμε σε κεντρικό ρόλο τον 59χρονο Τζόνι Ντεπ. Αναμένουμε, λοιπόν, περισσότερα να ανακοινωθούν για το casting της ταινίας.