Η Γαλλία είναι το σοσιαλιστικό μέλλον που πρέπει να αποφύγει η Αμερική

Η Γαλλία είναι το σοσιαλιστικό μέλλον που πρέπει να αποφύγει η Αμερική

Της Veronique de Rugy

Πολλή προσοχή και μελάνι έχει αφιερωθεί αυτές τις μέρες στην προσπάθεια να εξηγηθεί σε μια γενιά ψηφοφόρων γιατί ο σοσιαλισμός αποτυγχάνει πάντα. Όχι μόνο αποτυγχάνει πάντα να παραγάγει οικονομικά αγαθά αλλά και είναι πηγή μαζικής καταπίεσης και πόνου.

Καταλαβαίνω γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι αφιερώνουν τόση πολλή ενέργεια σ' αυτή την προσπάθεια. Πρώτον, πολιτικοι όπως ο Γερουσιαστής Bernie Sanders και η Βουλευτής Alexandria Ocasio-Cortez έχουν καταστήσει την ιδέα του σοσιαλισμού αποδεκτή σε κάποιους κύκλους, ή ακόμη και της μόδας. Ακόμη, σύμφωνα με μια έρευνα γνώμης από τον Αύγουστο, γι για πρώτη φορά από τότε που η Gallup θέτει το ερώτημα, περισσότεροι Δημοκρατικοί αποδέχονται τον σοσιαλισμό απ' ό,τι τον καπιταλισμό.

Αν όμως το μόνο που κάνουμε είναι να λέμε ότι η Βενεζουέλα είναι μια κόλαση και η Κούβα ένα απαίσιο μέρος, νομίζω ότι θα καταλήξουμε να θυμίζουμε τον Δον Κιχώτη να εφορμά στον ανεμόμυλο.

Το κουβανικό μοντέλο

Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά να κάνουμε για να βοηθήσουμε τους νεότερους Αμερικανούς να κατανοήσουν το πώς η Βενεζουέλα και η Κούβα κατέληξαν να είναι τόσο φρικτά μέρη (σε κάποιες περιπτώσεις, πρέπει εξηγήσουμε ακόμη και το ότι είναι όντως φρικτά μέρη). Μέχρι να φτάσει η Βενεζουέλα να προβάλλεται στις ειδήσεις σε συχνή βάση καθώς οι κάτοικοί της πλησιάζουν στη λιμοκτονία και λόγω της εκμετάλλευσης και της καθημερινής τυραννίας από το καθεστώς Τσάβες - Μαδούρο, υπήρχαν πολλοί διανοούμενοι που εξυμνούσαν το σύστημα. Και δεν πρέπει να ξεχάσουμε τους ύμνους ή την απουσία καταδίκης του καταπιεστικού καθεστώτος της Κούβας από πολλούς διεθνείς ηγέτες μετά τον θάνατο του Φιντέλ Κάστρο.

Οπότε, όντως έχουμε πολλή δουλειά ακόμη. Αν όμως κάνουμε μόνο αυτά για να απαντήσουμε στον Σάντερς και την Οκάζιο-Κόρτεζ οι οποίοι υπόσχονται στους Αμερικανούς πως ένα σοσιαλιστικό καθεστώς θα παραγάγει έναν κόσμο όπου όλοι θα εργάζονται  λιγότερο, θα κερδίζουν περισσότερα, θα έχουν δωρεάν υγεία και παιδεία και θα λαμβάνουν γενναιόδωρες επιδοτήσεις από το κράτος ακόμη και όταν αποφασίζουν να μην εργάζονται, κανείς απ' όσους σαγηνεύονται από τον σοσιαλισμό δεν θα μας ακούσουν.

Το σουηδικό μοντέλο

Κι αυτό γιατί όταν ο Σάντερς και οι συν αυτώ μιλούν για τον σοσιαλισμό, δεν μιλούν για την απαλλοτρίωση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, την εθνικοποίηση όλων των επιχειρήσεων, ή την κατάργηση όλων των τηλεοπτικών καναλιών εκτός ενός - του κρατικού. Δεν μιλούν για τη Βενεζουέλα ή την Κούβα. Αντιθέτως, μιλούν για τη Δανία και τη Σουηδία.

Είναι αλήθεια ότι ο Σάντερς και οι άνθρωποί του δεν καταλαβαίνουν ότι ο σοσιαλισμός εκτείνεται σε ένα φάσμα. Από τη μία πλευρά έχουμε τις δικτατορίες, ενώ από την άλλη έχουμε τις κοινωνικές δημοκρατίες. Και οι δύο πλευρές του φάσματος χρησιμοποιούν καταναγκασμό και υποχρεωτική φορολόγηση για να πετύχουν τους στόχους τους. Όμως ο βαθμός που το κάνουν αυτό ποικίλει σημαντικά.

Αυτή η ποικιλομορφία των σοσιαλιστικών μεθόδων εγείρει το θέμα της ποικιλομορφίας της νομιμοποίησης των διάφορων βαθμών του σοσιαλισμού. Κανείς δεν σκέφτεται ποτέ στα σοβαρά ότι ο Γάλλος Πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν είναι ένας τύραννος (μολονότι οι πολίτες του τον αποκαλούν έτσι τακτικά) παρά το γεγονός του γιγαντιαίου μεγέθους του γαλλικού κράτους και του τεράστιου όγκου των φόρων που εισπράττονται από το καθεστώς. Η μία πλευρά επιτρέπει τη διεξαγωγή εκλογών, ενώ η άλλη είτε τις απαγορεύει, είτε τις καθιστά παρωδία.

Παρ' όλα αυτά όμως, είναι επίσης αληθεια ότι όλες οι παραλλαγές του σοσιαλισμού αποτυγχάνουν στους στόχους τους για τον ίδιο λόγο: όλες επιχειρούν, στον έναν ή τον άλλο βαθμό, να αντικαταστήσουν τις αποφάσεις των ιδιωτών πολιτών που συναλλάσσονται σε ανταγωνιστικές αγορές με αποφάσεις των κρατικών σχεδιαστών.

Και κάνοντας αυτό, όλες οι παραλλαγές του σοσιαλισμού αντιμετωπίζουν το ανυπέρβλητο γνωσιακό πρόβλημα, όπως το κατέδειξε όμορφα ο εκλιπών οικονομολόγος Don Lavoie στο βιβλίο του National Economic Planning: What is Left? του 1985.

Ακόμη κι έτσι όμως, υπάρχει μια τεράστια διαφορά ανάμεσα ανάμεσα στη Βενεζουέλα και τη Δανία ως προς το βαθμό του ελέγχου που διεκδικούν οι σχεδιαστές της οικονομίας και κατά συνέπεια το ποσοστό της οικονομίας που καταστρέφουν. Ανησυχώ πως αν συνεχίσουμε να μιλάμε ως εάν οι Αμερικανοί Δημοκρατικοί οραματίζονται ελέγχους στην έκταση που αυτοί επιβάλλονται στη Βενεζουέλα, όσοι από μας προειδοποιούν για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στις προτάσεις του Σάντερς και της Οκάζιο-Κόρτεζ δεν θα εισακουστούν.

Το γαλλικό μοντέλο

Πέρα από αυτή τη δυσκολία υπάρχει και το γεγονός ότι ενώ ισχυρίζονται ότι μιλούν για τις σκανδιναβικές χώρες, αυτό που στην πραγματικότητα έχουν κατά νου είναι ένα καθεστώς που μοιάζει περισσότερο με το γαλλικό. Όταν η Σουηδία και η Δανία είχαν ένα καθεστώς που έμοιαζε με αυτό για το οποίο μιλά σήμερα ο Σάντερς, τα αποτελέσματα ήταν τόσο αρνητικά που οι δύο χώρες εφάρμοσαν δραματικές μεταρρυθμίσεις υπέρ της ελεύθερης αγοράς. Οι χώρες αυτές σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν φιλελεύθερους παράδεισους, αλλά χάρη στις μεγάλες περικοπές δαπανών και τη μείωση των φόρων, δεν βρίσκονται στη δύσκολη κατάσταση στην οποία κάποτε βρέθηκαν.

Η Γαλλία όμως βρίσκεται ακριβώς σε μια τέτοια κατάσταση. Κι αυτό καθώς υπάρχει μια συγκεκριμένη πτυχή που οι Σάντερς και οι Οκάζιο-Κόρτεζ αυτού του κόσμου αποφεύγουν να αναφέρουν στους οπαδούς τους όταν μιλούν για το σοσιαλιστικό όραμα: όλα τα καλούδια που πιστεύουν ότι οι Αμερικανοί δικαιούνται να λαμβάνουν παράγονται στην πραγματικότητα με μεγάλο κόστος - κι έτσι, ο μόνος τρόπος να πληρώνουμε γι' αυτά είναι μέσω καταναγκαστικούς και φθίνουσας απόδοσης φόρους (δηλαδή, φόρους που σωρεύονται στις πλάτες της μεσαίας τάξης και των φτωχών).

Η Γαλλία ήταν κάποτε υπόδειγμα του τι μπορεί να κάνει ένα μεγάλο κράτος για τους πολίτες του. Από τότε όμως που τα Κίτρινα Γιλέκα βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για τους παράλογους φόρους που πληρώνουν, οι υποστηρικτές του ντρέπονται να το επικαλεστούν. Οι διαμαρτυρόμενοι δεν ανήκουν στην ανώτερη τάξη. Είναι άνθρωποι που μέχρι σήμερα έχουν υποσστηρίξει τις πολιτικές που είναι αναπόφευκτες όταν έχεις το κράτος να παρέχει τόσες πολλές υπηρεσίες και να εμπλέκεται τόσο βαθιά σε τόσο μεγάλο μέρος της οικονομίας.

Μιλώντας για φόρους, η Wall Street Journal συνοψίζει εύστοχα την κατάσταση: “Ο ΟΟΣΑ δημοσίευσε αυτή την εβδομάδα την ετήσια έκθεσή του για τα Στατιστικά Εσόδων, και η Γαλλία βρίσκεται στην κορυφή με φόρους που ισοδυναμούν με το 46,2% του ΑΕΠ το 2017. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο της Δανίας (46%), της Σουηδίας (44%) και της Γερμανίας (37,5%) και πολύ μεγαλύτερο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (34,2%) ή το ποσοστό των ΗΠΑ (27,1% που περιλαμβάνει όλα τα επίπεδα του κράτους”.

Η Γαλλία δεν συλλέγει αυτά τα έσοδα με τον τρόπου θα φανταζόταν κανείς. Παρά το στερεότυπο της υψηλής φορολόγησης εισοδήματος στους πλουσίους στην Ευρώπη, το Παρίσι βασίζεται ασύμμετρα σε φόρους επί της κοινωνικής ασφάλισης, τις αμοιβές και την ιδιοκτησία. Οι κοινωνικοί φόροι αντιστοιχούν στο 37% των γαλλικών εσόδων, με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ να είναι 26%. Οι φόροι στις αμοιβές και την ιδιοκτησία συνεισφέρουν κατά 3% και 9%, με τους αντίστοιχους μέσους όρους του ΟΟΣΑ στο 1% και 6%.

Υπενθυμίζεται ότι o φόρος στις αμοιβές είναι έντονα φθίνων - καταναλώνει ένα μεγαλύτερο ποσοστό από τους χαμηλά και μεσαία αμειβόμενους απ' ό,τι από τους πλουσίους.

Επιπροσθέτως σε όλα αυτά, η Ευρώπη στη συνέχεια προσθέτει έναν φθίνοντα φόρο κατανάλωσης, τον ΦΠΑ. Στη Γαλλία, ο ΦΠΑ και οι λοιποί φόροι κατανάλωσης αντιστοιχούν στο 24% των εσόδων, και υπολείπονται σε σχέση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ που ανέρχεται στο 33%. Οι φόροι κατανάλωσης συχνά πλήττουν εντονότερα τους φτωχούς και τη μεσαία τάξη, που αφιερώνουν ένα μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους στην κατανάλωση.

Από την άλλη μεριά βεβαίως, και οι δαπάνες είναι πολύ πιο φθίνουσες στη Γαλλία καθώς το μεγαλύτερο μέρος τους πηγαίνει σε ανθρώπους με μεσαία και χαμηλά εισοδήματα. Είναι χαζό όμως το σύστημα όπου φορολογήσει μια ομάδα για να αναδιανείμεις στη συνέχεια στην ίδια.

Προσθέστε λοιπόν ακόμη μία αύξηση στον ήδη υψηλό (και φθίνοντα) φόρο στα καύσιμα στη Γαλλία στους ήδη υφιστάμενους 214 φόρους και τέλη, και ο κόσμος εξεμάνη. Οι Γάλλοι διαμαρτύρονται συνεχώς από τις 17 Νοεμβρίου του 2018. Δεν υιοθετώ τη βία, αλλά καταλαβαίνω γιατί οι διαμαρτυρόμενοι είναι τόσο εξοργισμένοι.

Στρατιωτικού τύπου έλεγχος της εργασίας

Ο θυμός τους υποδαυλίζεται περαιτέρω από την πολύ άκαμπτη αγορά εργασίας. Η Γαλλία εφαρμόζει κάθε είδους ρυθμίσεις στην εργασία: κάποιες εμποδίζουν τις εταιρίες να απολύσουν εργαζόμενους και έτσι δημιουργούν αντικίνητρα στις προσλήψεις. Κάποιες άλλες, όπως ο ελάχιστος μισθός, κάνουν το κόστος απασχόλησης τόσο υψηλό που οι εργοδότες δεν προσλαμβάνουν εργαζόμενους. Δεν προξενεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός ότι τόσα πολλά ταχυφαγεία στη Γαλλία έχουν αντικαταστήσει τους υπαλλήλους τους με ρομπότ.

Όπως και άλλες χώρες, οι Γαλλία έχει θεσπίσει κάθε είδους “γενναιόδωρους” φιλικούς προς την οικογένεια νόμους που εντέλει καταλήγουν να τιμωρούν τη γυναικεία απασχόληση. Ακόμη, το γαλλικό κράτος είναι πολύ γενναιόδωρο προς όσους δεν εργάζονται. Όλες αυτές οι πολιτικές κάνουν τις ζωές των ανθρώπων της χαμηλότερης και της μεσαίας τάξης δυσκολότερες, κρατούν χαμηλά την ανεργία (στο 24,5% για τους νέους Γάλλους), και την οικονομική ανάπτυξη αναιμική για δεκαετίες.

Εν κατακλείδι, όλοι όσοι στην Αμερική σαγηνεύονται από τη σοσιαλιστική σούπα που πουλά η Οκάζιο-Κόρτεζ και ο Σάντερς πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι αν το όνειρό τους γίνει πραγματικότητα, τότε οι ίδιοι - και όχι οι πλούσιοι, ούτε οι τραπεζίτες και οι πολιτικοί - θα είναι εκείνοι που θα υποφέρουν περισσότερο από την υψηλή φορολόγηση, την υψηλή ανεργία και τη χαμηλή ανάπτυξη που συμβαδίζουν με τα επίπεδα των δημοσίων δαπανών που υποστηρίζουν.

Όλοι βεβαίως θα υποφέρουν. Αλλά αυτοί που θα υποστούν τα χειρότερα είναι σίγουρα όσοι βρίσκονται στον πάτο.

--

Η Veronique de Rugy είναι ερευνήτρια στο Mercatus Center στο George Mason University.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 25 Μαρτίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.