Τα βαρίδια της επόμενης κυβέρνησης και οι δανειστές

Τα βαρίδια της επόμενης κυβέρνησης και οι δανειστές

Του Προκόπη Χατζηνικολάου 

Καυτό φθινόπωρο θα περάσει ο νέος υπουργός Οικονομικών ο οποίος θα πρέπει να δώσει εξηγήσεις για τα καμώματα της προηγούμενης κυβέρνησης αλλά και για το προεκλογικό πακέτο παροχών, το οποίο θα εφαρμοστεί από το 2020.  Και δεν είναι μόνο οι παροχές καθώς όπως φαίνεται η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων δεν είναι τόσο σίγουρη όσο άλλες χρονιές. Σημειώνεται ότι το Πρόγραμμα Σταθερότητας και οι εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2019 δεν περιλαμβάνουν τα νέα μόνιμα μέτρα που ανακοινώθηκαν και εγκρίθηκαν λίγο μετά την ημερομηνία υποβολής και την καταληκτική ημερομηνία, αντιστοίχως. Η Επιτροπή εκτιμά ότι ο δημοσιονομικός αντίκτυπος των εν λόγω μέτρων θα υπερβεί το 1,0 % του ΑΕΠ το 2019 και τα επόμενα έτη. Εκτιμάται επίσης ότι η έγκριση αυτών των νέων μέτρων θέτει σε κίνδυνο την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα.

Και σαν μην έφταναν αυτά η νέα κυβέρνηση θα παραλάβει έναν μακρύ κατάλογο για παραλείψεις στα συμφωνηθέντα. Συγκεκριμένα ο κατάλογος που θα παραλάβει ο νέος υπουργός Οικονομικών αναφέρει τα εξής:

Παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις, το ελληνικό δικαστικό σύστημα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις και ανεπάρκειες, καθώς ο χρόνος για την έκδοση μιας απόφασης είναι συχνά υπερβολικά μεγάλος και οι εκκρεμείς υποθέσεις επηρεάζουν την παραγωγικότητα των δικαστηρίων. Ως εκ τούτου, η περαιτέρω στοχευμένη δράση στον τομέα αυτόν έχει καθοριστική σημασία, τόσο για να διευκολύνει την ομαλή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος όσο και για να συντελέσει στην απελευθέρωση του επενδυτικού δυναμικού της οικονομίας.

Η αύξηση των επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση είναι κρίσιμης σημασίας για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς στην Ελλάδα, καθώς και για την άρση των αναπτυξιακών φραγμών σε καινοτόμους τομείς. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αντιμετωπίζει διάφορες προκλήσεις λόγω ανεπαρκών πόρων, χαμηλής αυτονομίας, μειωμένων επιδόσεων σε βασικές δεξιότητες (συμπεριλαμβανομένων των ψηφιακών) και εμμενουσών αναντιστοιχιών σε δεξιότητες. Σε όλα τα επίπεδα, υπάρχει εν γένει έλλειψη λογοδοσίας και παρακολούθησης, που είναι απαραίτητες για τη βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος. Η προώθηση της ποιοτικής και χωρίς αποκλεισμούς εκπαίδευσης και κατάρτισης, με μεγαλύτερη συσχέτιση μεταξύ της εκπαίδευσης και των αναγκών της αγοράς εργασίας, η βελτίωση της ελκυστικότητας της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και η αύξηση της συμμετοχής στη διά βίου μάθηση είναι σημαντικές για τη στήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης.

Το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων, που αντιπροσώπευαν το 70 % των ανέργων στην Ελλάδα το 2018, είναι πολύ υψηλό, ενώ η υψηλή ανεργία των νέων και η χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας αποτελούν επίσης πηγή ανησυχίας.

Η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από υψηλή εισοδηματική ανισότητα και οι κοινωνικές μεταβιβάσεις έχουν τον χαμηλότερο αντίκτυπο στη μείωση του κινδύνου φτώχειας στην ΕΕ (15,83 % το 2017 έναντι μέσου όρου 33,98 % στην ΕΕ). Οι επενδύσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν στη βελτίωση της πρόσβασης σε οικονομικά προσιτές και υψηλής ποιότητας κοινωνικές υπηρεσίες χωρίς αποκλεισμούς, καθώς και στην ανάπτυξη κέντρων ημερήσιας φροντίδας. Η στήριξη των απόρων και η προώθηση της κοινωνικής ένταξης των παιδιών που κινδυνεύουν από τη φτώχεια, των ατόμων με αναπηρία, των μεταναστών και των προσφύγων, με παράλληλη μέριμνα για την εξομάλυνση των γεωγραφικών ανισοτήτων, θα βελτιώσουν την κοινωνική ένταξη στην Ελλάδα.

Η εκτεταμένη μεταρρύθμιση του συστήματος πρωτοβάθμιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που δρομολογήθηκε από την Ελλάδα το 2017 είναι ζωτικής σημασίας για την εξασφάλιση της πρόσβασης και είναι απαραίτητη η συνέχιση των επενδύσεων στον τομέα αυτόν μέσω της ανάπτυξης Τοπικών Μονάδων Υγείας (των αποκαλούμενων ΤΟΜΥ).

Το ελληνικό σύστημα μεταφορών αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις. Στηρίζεται κατά κύριο λόγο στο οδικό δίκτυο και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πετρέλαιο, ενώ όλες οι κύριες συνδέσεις περιστρέφονται γύρω από τον άξονα Αθήνας-Θεσσαλονίκης. Το κόστος μεταφοράς εξακολουθεί να είναι υψηλό, ενώ η ποιότητα των υπηρεσιών, τα πρότυπα ασφαλείας και η διείσδυση των ευφυών συστημάτων μεταφορών παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα.

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας και της κοινωνίας εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση, λόγω της χαμηλής πρόσβασης σε ευρυζωνικό δίκτυο υψηλής ταχύτητας και των ψηφιακών δεξιοτήτων που βρίσκονται πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η Ελλάδα πρέπει ιδίως να επενδύσει στην τεχνολογία της πληροφορίας και της επικοινωνίας, προκειμένου να καλύψει επίσης την αποεπένδυση που παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η ανεπαρκής ευρυζωνική συνδεσιμότητα υψηλότερης ταχύτητας δημιουργεί σημαντικά εμπόδια για τις δυναμικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό προσανατολισμό. Η επένδυση στην καινοτομία και στις δεξιότητες του πληθυσμού δεν επαρκεί για να προωθηθεί η αύξηση της παραγωγικότητας, και η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων στο σύνολο του πληθυσμού αποτελεί τροχοπέδη για την εξεύρεση εργασίας και εμποδίζει την ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρήσεων.

Όπως προαναφέρθηκε στο επίκεντρο αναμένεται να βρεθεί και η φορολογική πολιτική της επόμενης ημέρας με τους δανειστές να φαίνεται να κρατούν αποστάσεις στο θέμα με το αφορολόγητο όριο. Εκτος από το αφορολόγητο θ συζητηθούν οι προτάσεις για τους μειωμένους φορολογικούς συντελεστές, η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών, ο μειωμένος ΕΝΦΙΑ.