Το τέλος του τραπεζικού δανεισμού για τις ΜμΕ

Το τέλος του τραπεζικού δανεισμού για τις ΜμΕ

Στην Ελλάδα είναι πλέον μία καθημερινότητα που «γονατίζει» την οικονομία, ωστόσο η τάση φαίνεται πως αποκτά παγκόσμιες διαστάσεις: οι τράπεζες... κόβουν τους δεσμούς με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αναζητώντας πιο ασφαλή ανοίγματα.

Την ίδια ώρα, ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις παραμένουν, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι πιο «ανικανοποίητες» στην Ευρωζώνη, τόσο λόγω του περιορισμένου τραπεζικού δανεισμού όσο και εξαιτίας της μειωμένης πρόσβασης σε κρατικά χρηματοδοτικά εργαλεία. Μόλις το 25% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων δηλώνουν ότι τα χρήματα που βρίσκουν για να χρηματοδοτήσουν δραστηριότητες και επενδύσεις επαρκούν.

Συνδυάζοντας τα παραπάνω με τις εκτιμήσεις αναλυτών που αναφέρουν ότι σταδιακά θα επέλθει το... τέλος της σχέσης ΜμΕ-τραπεζών, με τις πρώτες να καταφεύγουν σε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης και «εξωτραπεζικό δανεισμό», στελέχη της αγοράς προειδοποιούν πως αν «ξυπνήσουμε» καθυστερημένα από την κρίση ενδέχεται να συνειδητοποιήσουμε έκπληκτοι ότι ο τραπεζικός δανεισμός για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι παρελθόν.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου οι εκτός τραπεζικού κλάδου εταιρείες που δανείζουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν αυξήσει τα τελευταία χρόνια το μερίδιο τους στην αγορά στο 26% από 10%. Επιπλέον, μέσα στο 2015 οι τράπεζες έχουν χορηγήσει μόλις το 43% των επιχειρηματικών δανείων ύψους έως 1 εκατ. δολαρίων.

Αποτέλεσμα είναι οι μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ να χορηγούν σήμερα 40% λιγότερα δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, σε σύγκριση με πριν μία δεκαετία. Στη Μ. Βρετανία, οι πιστωτικοί όμιλοι μειώνουν τις πιστωτικές γραμμές και τα όρια υπεραναλήψεων προς τις ΜμΕ κατά 5 εκατ. στερλίνες την ημέρα!

Και δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ, η Μ. Βρετανία και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες, αφού ακόμη και οι ισλαμικές τράπεζες (οι οποίες διαθέτουν assets 2 τρισ. δολαρίων) θεωρούν τη χρηματοδότηση των ΜμΕ ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των επόμενων ετών.

Γιατί πολύ απλά, ο δανεισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων  από τις τράπεζες αντιτίθεται σε δύο πολύ σημαντικές «μεταλλάξεις» που βρίσκονται σε εξέλιξη: Στο ότι οι τράπεζες είναι  αναγκασμένες να ενισχύσουν τις πρακτικές διαχείρισης κινδύνων - υπό το στενό μαρκάρισμα των ρυθμιστικών Αρχών - και στο γεγονός ότι η γενικότερη τάση θέλει τη μετάβαση των επιχειρήσεων από την εποχή του υπερβολικού τραπεζικού δανεισμού στην εποχή της «συμμετοχικής» χρηματοδότησης και στην κάλυψη αναγκών με ιδία μέσα.

Παράλληλα, οι πιστωτικοί όμιλοι επιθυμούν να διαχειρίζονται όσο το δυνατόν λιγότερα επισφαλή ανοίγματα και να δεσμεύουν λιγότερα κεφάλαια ενόψει της συνεχούς αυστηροποίησης του κανονιστικού πλαισίου.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι προβλέψεις των ειδικών θέλουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να υιοθετούν σε λίγα χρόνια πρακτικές ανάλογες με αυτές των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, να βρίσκουν δηλαδή επενδυτές και εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία, αν θέλουν να σταθούν στα πόδια τους. Η μετάλλαξη αυτή εκτιμάται πως θα προκαλέσει ένα τεράστιο κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων, πριν επέλθει σταθεροποίηση, αφού για να χρησιμοποιηθούν τα εν λόγω εργαλεία χρειάζονται μεγαλύτερα επιχειρηματικά σχήματα.

Ο αντίκτυπος για την Ελλάδα

Οι επιπτώσεις του φαινομένου αναμένεται να είναι ακόμη μεγαλύτερες στη ελληνική αγορά, όπου ο κλάδος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων βρίσκεται ήδη σε πολύ δεινή θέση. Η πρωτοφανής οικονομική κρίση έχει «μηδενίσει» τους δείκτες φερεγγυότητας των περισσότερων εταιρειών του κλάδου, την ώρα που οι τράπεζες έχουν αυστηροποιήσει τα κριτήρια των δανειοδοτήσεων.

Κατά συνέπεια, οι εγχώριες ΜμΕ έχουν αποκοπεί πλήρως από τον τραπεζικό δανεισμό και η σχέση τους με τις τράπεζες περιορίζεται στη ρύθμιση οφειλών, με τα αρμόδια τμήματα δανειοδοτήσεων να λειτουργούν σήμερα σαν τμήματα διαχείρισης ληξιπρόθεσμων.

Οι τράπεζες, οι οποίες έτσι κι αλλιώς δεν καίγονται, στην παρούσα φάση, να αποκτήσουν νέα ανοίγματα, περνούν από... ιερά εξέταση τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αναζητούν «οξυγόνο», ενώ ακόμη και στις περιπτώσεις «καθαρών» εταιρειών, οι δανειοδοτήσεις γίνονται είτε με το σταγονόμετρο είτε με τις μεγαλύτερες δυνατές εξασφαλίσεις.

Στο εξής, ακόμη κι αν υποθέσουμε πως η ελληνική οικονομία θα αρχίσει να αναπτύσσεται και οι τράπεζες ξεφύγουν από τη στενωπό των capital controls και της έλλειψης καταθέσεων, τα δάνεια που θα δίνονται δεν θα αφορούν τους «μικρομεσαίους», αλλά μεγάλα έργα και επιχειρήσεις σημαντικού διαμετρήματος.

Γιατί η ανάπτυξη, όταν… με το καλό έρθει και από τους αριθμούς αρχίσει να γίνεται αισθητή στην πραγματική οικονομία, πηγαίνει από… πάνω προς τα κάτω. Ξεκινά δηλαδή από σημαντικές επενδύσεις και την ανάκαμψη των κερδών των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων για να γίνει στο τέλος αισθητή στα χαμηλότερα επιχειρηματικά και κοινωνικά στρώματα.

Σε αυτήν, ωστόσο, την «αλυσίδα» οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι πολύ πιθανό να αποτελέσουν τον αδύναμο κρίκο. Γιατί, δεν είναι καθόλου εύκολο να μάθουν να ζουν σε ένα τόσο διαφορετικό χρηματοδοτικό περιβάλλον, όταν μάλιστα προέρχονται από δεκαετίες εύκολου δανεισμού αλλά και τουλάχιστον μία πενταετία με κλειστές τις στρόφιγγες των τραπεζών.