Το μεγάλο στοίχημα της «νέας» Εθνικής Τράπεζας

Το μεγάλο στοίχημα της «νέας» Εθνικής Τράπεζας

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Να αξιοποιήσει την εντυπωσιακή βελτίωση του κλίματος στην ελληνική οικονομία και τις προοπτικές που ανοίγονται επιδιώκει ο Παύλος Μυλωνάς, θέτοντας αυστηρούς στόχους που αν επιτευχθούν θα αλλάξουν προς το καλύτερο το μέλλον της Εθνικής Τράπεζας. Ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας μετά από τον πρώτο χρόνο στο τιμόνι της έχει καταλήξει στις κατάλληλες παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες που θα μετασχηματίσουν την Εθνική σε μία τράπεζα απαλλαγμένη από τα «κόκκινα» δάνεια αλλά και από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος.

«Κόκκινα» δάνεια πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ψηφιακές υπηρεσίες βγαλμένες από το μέλλον και ένα σύγχρονο μοντέλο διακυβέρνησης που θα επιτρέψει στην ΕΤΕ να αλλάξει επίπεδο, είναι τα κύρια χαρακτηριστικά του φιλόδοξου σχεδίου της νέας διοικητικής ομάδας της ιστορικής τράπεζας.

Η προχθεσινή ανακοίνωση του προγράμματος ανταμοιβής των συνεπών δανειοληπτών μόνο τυχαία δεν ήταν. Η Εθνική θέλει να ξαναγίνει η τράπεζα που γνωρίζουν και πάνω απ' όλα εμπιστεύονται οι Έλληνες και γι' αυτό είναι η πρώτη που προχωρά στην επιβράβευση όσων δεν ακολούθησαν το «τσουνάμι» των «στρατηγικών κακοπληρωτών», εκμεταλλευόμενοι στην ουσία την οικονομική συγκυρία. Οι συνεπείς δανειολήπτες ήταν αυτοί που κράτησαν όρθιο το σύστημα και ενώ παγκοσμίως δεν υπάρχει μέριμνα για την επιβράβευσή τους - αφού η εξυπηρέτηση των δανείων θεωρείται κάτι το αυτονόητο - η ΕΤΕ προσφέρει επιστροφές τόκων και χρημάτων από αγορές, σε μία κίνηση με ουσιαστικό κοινωνικό χαρακτήρα.

Η τράπεζα που ακόμη και στα χρόνια της βαθιάς κρίσης διέθετε τον χαμηλότερο λόγο δανείων προς καταθέσεις, σήμερα κατέχει μερίδιο αγοράς στις καταθέσεις που ξεπερνά το 36%, σε μία ένδειξη της μεγάλης εμπιστοσύνης των Ελλήνων καταθετών. Αυτή είναι η βάση στην οποία θέλει να χτίσει η διοίκηση, σε συνδυασμό με το ισχυρό χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων και να κάνει το μεγάλο άλμα στο μέλλον.

Το μεγάλο στοίχημα που καλείται να κερδίσει ο Παύλος Μυλωνάς για να είναι η «νέα Εθνική» η κορυφαία επιλογή των πολιτών, είναι σύνθετο και περιλαμβάνει την υπερκάλυψη των στόχων για τα «κόκκινα» δάνεια και τον πραγματικό ψηφιακό μετασχηματισμό της τράπεζας. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, ο CEO της τράπεζας στη χθεσινή γενική συνέλευση των μετόχων επανέλαβε ότι στόχος είναι η μείωση των μη εξυπηρετούμων ανοιγμάτων στο 5% στο τέλος του 2022, πολύ κοντά δηλαδή στον ευρωπαϊκό μέσο όρο και χαμηλότερα από τον σημερινό μέσο όρο των τραπεζών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία μεγέθους με τις ελληνικές τράπεζες.

Με τον δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας να ξεπερνά μετά την έκδοση του Tier II ομολόγου το 17% και την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής να εισέρχεται ξανά σε φάση διαγωνισμού με ορίζοντα το 2020, ο κ. Μυλωνάς είναι πεπεισμένος ότι η κεφαλαιακή ισχύς είναι τέτοια που θα επιτρέψει την υπερκάλυψη των στόχων. Η Εθνική, όπως και οι υπόλοιπες τράπεζες, θέλει να μπει στα stress tests του 2020 με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις και μέσα στους επόμενους μήνες θα ανεβάσει ταχύτητα σε όλα τα επίπεδα.

Μία ακόμη μάχη θα είναι με τη δυσκαμψία ενός οργανισμού που σε ορισμένα θέματα κινδυνεύει να μείνει δεκαετίες πίσω. Η μετεξέλιξη του κανονισμού εργασίας έχει ως στόχο τον εκσυγχρονισμό της τράπεζας ώστε να έχουν τη δυνατότητα όσοι εργαζόμενοι ξεχωρίζουν να αναγνωρίζονται πιο νωρίς στην καριέρα τους. Παράλληλα, ο Π. Μυλωνάς θέλει να «τρέχει» μία τράπεζα που θα παρέχει τη δυνατότητα στο προσωπικό να καλλιεργεί τις δεξιότητές του με σκοπό να αναλαμβάνει θέσεις ευθύνης, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα πολύτιμο φυτώριο για τη μελλοντική ηγεσία της τράπεζας. Στο ίδιο πλαίσιο , επιχειρείται με τον νέο κανονισμό να εξαλειφθούν οι διαφορετικές ταχύτητες εργαζόμενων που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Εθνική και να καταργηθούν οι δυσκαμψίες στην κινητικότητα εντός του οργανισμού.

Οι βάσεις έχουν μπει, όμως οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για την επίτευξη των στόχων της διοίκησης καθώς εκτός από το εγχώριο περιβάλλον και την ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα με την οποία θα κινηθούν τα στελέχη της τράπεζας, πολλά θα εξαρτηθούν και από το διεθνές περιβάλλον.