Πότε θα πιάσουν οι μετοχές των τραπεζών, τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου;

Πότε θα πιάσουν οι μετοχές των τραπεζών, τις τιμές των αυξήσεων κεφαλαίου;

Με τις τιμές των τραπεζικών μετοχών να υπολείπονται αισθητά των τιμών που είχαν κατά τη διάρκεια των Αυξήσεων Μετοχικού Κεφαλαίου (ΑΜΚ) του 2021, δεν είναι λίγοι οι επενδυτές που δελεάζονται, από αυτό το «discount». Διότι όταν οι μεγάλοι θεσμικοί είναι τοποθετημένοι στις τραπεζικές μετοχές, σε τιμές κατά τουλάχιστον 15-20% υψηλότερες από τις τρέχουσες, γιατί να μην τοποθετηθούν οι ιδιώτες επενδυτές σε αυτά τα επίπεδα; Ειδικά, όταν οι στόχοι που έχουν θέσει οι χρηματιστηριακοί αναλυτές είναι αισθητά υψηλότεροι από τις σημερινές τιμές.

Τι λένε τα αριθμητικά δεδομένα;

Ότι η μετοχή της Alpha Bank στην ΑΜΚ βρισκόταν στο 1,00 ευρώ, σήμερα κινείται στο εύρος των 0,84 - 0,87 ευρώ και η τιμή στόχος που έχει τεθεί είναι στο 1,31 έως 1,42 ευρώ.

Για την μετοχή της Τραπέζης Πειραιώς, τα στοιχεία δείχνουν ότι στην ΑΜΚ βρισκόταν στο 1,15 ευρώ, σήμερα κινείται στο εύρος των 0,97 – 1,00 ευρώ, με τη τιμή στόχο να βρίσκεται στο 1,74 έως 1,80 ευρώ.

Αρκούν όμως αυτά τα χρηματιστηριακά δεδομένα, για να εμφανιστούν μαζικοί αγοραστές στο ταμπλό, με βάση τα τρέχοντα discounts αλλά και τα περιθώρια των δυνητικών υπεραξιών; Αρκούν κάποια τεχνικά διαγράμματα, που απεικονίζουν τις ευκαιρίες από την υποχώρηση των τιμών, για να δελεάσουν τους επενδυτές; Όχι!

Οι διοικήσεις των τραπεζών, εμφανίζονται ιδιαίτερα αισιόδοξες παρά το γενικότερο αρνητικό οικονομικό και επιχειρηματικό κλίμα. Η πορεία εκκαθάρισης των τραπεζικών λογιστικών καταστάσεων, η συνεχιζόμενη αύξηση των εσόδων από προμήθειες, το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων, η χρηματοδότηση σημαντικών έργων, η μείωση του λειτουργικού κόστους και η πιστωτική επέκταση στο χώρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, αποτελούν σύμφωνα τις διοικήσεις των τραπεζών, τις βάσεις πάνω στις οποίες μπορεί να στηριχθεί η περαιτέρω ανάπτυξη των συστημικών τραπεζών.

Μελετώντας τα δημοσιευμένα στοιχεία, που αφορούν το Q1, βλέπουμε ότι τα έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν για την Alpha Bank κατά 30% από 83 εκατ. ευρώ σε 108 εκατ. ευρώ και για την Τράπεζα Πειραιώς κατά 37% από 83 εκατ. ευρώ σε 114 εκατ. ευρώ.

Τα χρηματοοικονομικά αποτελέσματα αυξήθηκαν για την Alpha Βank κατά 70% από 61 εκατ. ευρώ σε 103 εκατ. ευρώ και για την Τράπεζα Πειραιώς κατά 203% από 193 εκατ. ευρώ σε 585 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο το μεγάλο στοίχημα για τις τράπεζες, είναι η αύξηση των βασικών τραπεζικών εσόδων, που είναι ουσιαστικά τα έσοδα από τις δανειοδοτήσεις, δηλαδή τα έσοδα από τα επιτόκια των χορηγήσεων. Και εδώ το δείγμα από το Q1 δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό. Τα έσοδα της Alpha Bank μειώθηκαν κατά 28% από 396 εκατ. ευρώ σε 283 εκατ. ευρώ και της Τράπεζας Πειραιώς κατά 10% από 318 εκατ. ευρώ σε 286 εκατ. ευρώ.

Η επενδυτική κοινότητα, εμφανίζεται περισσότερο προσγειωμένη στα τρέχοντα δεδομένα και στα απόνερα από την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό, που θα ταράξουν την πραγματική οικονομία.

Ανησυχεί για το μείγμα των εσόδων των τραπεζών, τα οποία θα πρέπει να μετακινηθούν από την πλευρά των μη επαναλαμβανόμενων στα επαναλαμβανόμενα, δηλαδή κυρίως στα έσοδα από τόκους. Οπότε ρίχνει το βάρος της, στην ποιότητα των εξυπηρετούμενων δανείων, στην ποιότητα των αναδιαρθρωμένων δανείων, καθώς και στην εκταμίευση νέων δανείων.

Ανησυχεί για την μη επίλυση του προβλήματος της αναβαλλόμενης φορολογίας, που επιδρά αρνητικά στην κεφαλαιακή δομή των τραπεζών, αναμένοντας μια «συστημική λύση» από την πλευρά του Δημοσίου, όπως συστήνει τόσο η Moody’s όσο και η Fitch Ratings.

Τέλος ανησυχούν για το ενδεχόμενο μη προσέλκυσης ξένων θεσμικών επενδυτών, στη μετοχική βάση των τραπεζών. Διότι αν δεν εμφανιστούν σημαντικοί αγοραστές από το εξωτερικό, θα είναι δύσκολο για τις μετοχές να κινηθούν ανοδικά. Οι ξένοι επενδυτές στέκονται σήμερα μακριά από τις τράπεζες, σε αντίθεση με την περίοδο των ΑΜΚ, προ έτους. Την περίοδο των ΑΜΚ υπήρχαν τα placements (ιδιωτικές τοποθετήσεις), οι προμήθειες συμμετοχής, οι έξτρα αμοιβές και το θετικό ανοδικό κλίμα. Όμως τώρα, οι θεσμικοί επενδυτές έχουν συγκεντρώσει την προσοχή τους, στα μητροπολιτικά χρηματιστήρια, ενώ παραμένουν σταθεροί οι «παθητικοί επενδυτές» που ακολουθούν τους δείκτες.

Και ναι. Οι τιμές των δυο τραπεζών δείχνουν να έχουν περιθώρια ανοδικών κινήσεων, αν λάβουμε υπ’ όψιν μας τις τιμές των ΑΜΚ και των τιμών στόχων. Αυτά όμως τα περιθώρια απαιτούν κανονικές και ομαλές χρηματιστηριακές συνθήκες. Τις έχουμε;