Ο Ντόναλντ Τραμπ ανεβοκατεβάζει τις αγορές

Ο Ντόναλντ Τραμπ ανεβοκατεβάζει τις αγορές

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Για πολλοστή φορά ο Ντόναλντ Τραμπ... ανεβοκατεβάζει τις αγορές με απειλές για νέους δασμούς και κινήσεις όπως η χθεσινή που μετριάζουν τις ανησυχίες, προκαλώντας παράκρουση στους επενδυτές οι οποίοι καθημερινά πλέον δεν ξέρουν τι τους ξημερώνει.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι στις αρχές Αυγούστου οι παγκόσμιες αγορές έπεσαν θύμα ενός σοβαρού sell-off το οποίο αποδίδεται στην κυριαρχία του προστατευτισμού. Και μπορεί να "πάγωσαν" κάποιοι δασμοί έως τις 15 Δεκεμβρίου, όμως σύμφωνα με την Goldman Sachs, δεν πρόκειται να υπάρξει συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας για τον τερματισμό των «εχθροπραξιών» πριν τις προεδρικές εκλογές του 2020 και ταυτόχρονα αυξάνεται ο κίνδυνος ύφεσης για την αμερικανική οικονομία.

Μάλιστα, η αμερικανική τράπεζα εκτιμά ότι ο εμπορικός πόλεμος θα αφαιρέσει 0,6 ποσοστιαίες μονάδες από την ανάπτυξη των ΗΠΑ, συνυπολογίζοντας πλέον τη ραγδαία επιδείνωση που έχει προκαλέσει στο επιχειρηματικό και επενδυτικό κλίμα.

Τι είναι όμως αυτό που πραγματικά συμβαίνει στο διεθνές εμπόριο και στις σχέσεις μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου; Μήπως ο πλανήτης πρέπει να αρχίσει να συνηθίζει σε μία «διαφορετική» πραγματικότητα από την παγκοσμιοποίηση των τελευταίων δεκαετιών και πόσο πρέπει να μας ανησυχεί μία τέτοια εξέλιξη;

Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά προσπαθεί να δώσει σε πρόσφατη έκθεση ο επικεφαλής αναλυτής της Capital Economics, Νιλ Σίρινγκ, εκτιμώντας ότι οι πιθανότητες κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου είναι αισθητά μεγαλύτερες από τις πιθανότητες εξομάλυνσης των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας. Ο ίδιος επισημαίνει μία πιο ουσιώδη ανησυχία η οποία σχετίζεται με το τέλος της παγκοσμιοποίησης, καθώς στην περίπτωση που διακοπεί η αυξανόμενη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών, κεφαλαίων και ανθρώπων, που χαρακτηρίζει την παγκόσμια οικονομία τα τελευταία 20 χρόνια, θα υπάρξουν σημαντικές μακροοικονομικές επιπτώσεις.

Όπως αναφέρει ο Σίρινγκ, επικαλούμενος τον Γερμανό κοινωνιολόγο και ιστορικό Αντρέ Γκούντερ Φρανκ, η ανθρώπινη ιστορία εμφανίζει αρκετές περιόδους παγκοσμιοποίησης, με την πρώτη να τοποθετείται τον τρίτο αιώνα π.Χ., όταν ενισχύθηκε το εμπόριο μεταξύ των Σουμέριων και των κατοίκων της κοιλάδας του Ινδού. Οι πρώτες εμπορικές διαδρομές μεταξύ Κίνας και Ευρώπης αναπτύχθηκαν κατά την περίοδο της Ελληνιστικής Εποχής έως το 31 π.Χ., ενώ ο περιορισμός του κόστους μεταφοράς οδήγησε σε μία περίοδο παγκόσμιας ενοποίησης κατά τον 16ο αιώνα.

Πιο πρόσφατα, εντοπίζονται τρία κύματα παγκοσμιοποίησης στη σύγχρονη εποχή. Το πρώτο διήρκεσε μεταξύ 1870 και 1914 και χαρακτηρίστηκε από την αύξηση του υπερατλαντικού εμπορίου αλλά και μεταξύ της Ευρώπης και των αποικιών της. Το δεύτερο κύμα εντοπίζεται μεταξύ 1950 και 1971 όταν είδε περαιτέρω άνθηση το εμπόριο στην Ευρώπη αλλά και μεταξύ Ευρώπης-Αμερικής.

Το πιο πρόσφατο κύμα ξεκίνησε τη δεκαετία του '90 και χαρακτηρίστηκε από την αύξηση του εμπορίου μεταξύ αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων αγορών και από τη σημαντική αύξηση των διασυνοριακών κεφαλαιακών ροών. Ήταν το πιο εκτεταμένο κύμα καθώς επηρέασε τις ζωές ασύγκριτα περισσότερων ανθρώπων και παράλληλα είχε πολύ μεγαλύτερο οικονομικό αντίκτυπο αφού εκτός από την παγκοσμιοποίηση της παραγωγής σημειώθηκε και παγκοσμιοποίηση των αγορών και του χρήματος.

Το γεγονός ότι υπάρχουν ξεχωριστές περίοδοι παγκοσμιοποίησης συνεπάγεται ότι κάποια στιγμή και λόγω διαφορετικών κάθε φορά συγκυριών έφτασαν στο τέλος τους. Συνεπώς, δεν θα πρέπει να μας προξενήσει έκπληξη το ενδεχόμενο να δούμε και την τρέχουσα περίοδο να ολοκληρώνεται. Μία περίοδος που δεν αποκλείεται να έχει ήδη φτάσει στο αποκορύφωμά της. Είναι ενδεικτικό ότι οι παγκόσμιες εμπορικές ροές ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια όπως και οι ροές άμεσων ξένων επενδύσεων. Αυτό ίσως συμβαίνει λόγω των επιπτώσεων της παγκόσμιας κρίσης του 2008 όμως και πάλι, δείχνει ότι η παγκοσμιοποίηση – τουλάχιστον όπως την ξέραμε – ίσως πλησιάζει στο τέλος της.

Ένα σενάριο είναι ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα ήπιο τέλος της παγκοσμιοποίησης το οποίο οφείλεται κατά κύριο στην τεχνολογική αλλαγή. Νέες τεχνολογίες, όπως η ρομποτική και η τεχνητή νοημοσύνη, ενδέχεται να καταστήσουν φθηνότερο για τις επιχειρήσεις να παράγουν σε μία τοποθεσία αντί να έχουν συγκριτικά ακριβές προμηθευτικές αλυσίδες. Αντίστοιχα, στις περιπτώσεις που η τεχνολογία έχει διευκολύνει στο παρελθόν την παγκοσμιοποίηση είναι πιθανό τώρα να οδηγήσει σε αναδιαμόρφωση της οικονομικής δραστηριότητας. Όμως αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό διότι συνεπάγεται ότι οι επιχειρήσεις θα αναζητούν πιο αποτελεσματικούς τρόπους λειτουργίας.

Στον αντίποδα, το τέλος της παγκοσμιοποίησης θα μπορούσε να οφείλεται στην εκούσια ανέγερση εμποδίων από τους πολιτικούς, που προφανώς μόνο κακό μπορεί να κάνει στην οικονομία. Οι επιπτώσεις για την παγκόσμια οικονομία θα μπορούσαν να περιοριστούν στην περίπτωση που ο εμπορικός πόλεμος δεν γενικευτεί. Όπως και να' χει, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος ο υφιστάμενος εμπορικός πόλεμος να οδηγήσει σε αποσύνθεση του φιλελεύθερου συστήματος στο οποίο βασίζονται οι διασυνοριακές συναλλαγές, οι ροές κεφαλαίων και η διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών τα τελευταία 70 χρόνια.

Θα μπορούσε τέλος να οδηγήσει στην Βαλκανοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, με τις ΗΠΑ και την Κίνα να αποτελούν τις δύο βασικές σφαίρες επιρροής, οι οποίες θα διαθέτουν διαφορετικά συστήματα συναλλαγών, διαφορετικούς ρυθμιστικούς κανόνες και τεχνολογικές πλατφόρμες. Μία τέτοια εξέλιξη θα αποτελέσει το τέλος του κόσμου έτσι όπως τον ξέρουμε…