Markit: Στάσιμος ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής παραγωγής από τον Ιούνιο

Markit: Στάσιμος ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής παραγωγής από τον Ιούνιο

Αμετάβλητος διατηρήθηκε από τον Ιούνιο ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας, ενώ οι υψηλότερες τιμές πρώτων υλών εξακολούθησαν να ασκούν ανοδικές πιέσεις στο μέσο κόστος εισροών, το οποίο ορισμένες εταιρείες προσπάθησαν να μετριάσουν μέσω υψηλότερων τιμών πώλησης.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Markit, η παραγωγή και οι νέες παραγγελίες εξακολούθησαν να αυξάνονται, γεγονός το οποίο με τη σειρά του οδήγησε σε περαιτέρω έντονο γύρο δημιουργίας θέσεων εργασίας και αγοραστικής δραστηριότητας. 

Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers' Index ® – PMI ® ) –ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας– έκλεισε στις 53.5 μονάδες τον Ιούλιο, τιμή αμετάβλητη από την αντίστοιχη του Ιουνίου, και υπογράμμισε έντονη μηνιαία βελτίωση των επιχειρησιακών συνθηκών. Η υγεία του τομέα βελτιώνεται συνεχώς από τον Ιούνιο του 2017.

Οι Έλληνες κατασκευαστές κατέγραψαν αύξηση της παραγωγής κατά τη διάρκεια του Ιουλίου, επεκτείνοντας με αυτόν τον τρόπο την τρέχουσα περίοδο συνεχούς ανάπτυξης σε 14 μήνες. Ανεπιβεβαίωτα στοιχεία υπέδειξαν ότι η παραγωγή ενισχύθηκε από την έντονη άφιξη των τουριστών.

Η αυξημένη παραγωγή ήταν αποτέλεσμα μιας ακόμα αύξησης των νέων εργασιών – η δωδέκατη σε ισάριθμους μήνες. Κάθε ένας από τους τρεις επιμέρους τομείς που εξετάζονται κατέγραψε αύξηση των νέων παραγγελιών σε σύγκριση με τον Ιούνιο και κυρίως ο τομέας παραγωγής ενδιάμεσων αγαθών. Επιπροσθέτως, η ζήτηση των πελατών ήταν υψηλότερη τόσο στις αγορές του εσωτερικού όσο και του εξωτερικού, όπως αποδείχθηκε από την έντονη, μολονότι ασθενέστερη, αύξηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών. 

Κατ' αναλογία με την αυξημένη παραγωγή, οι παραγωγοί αγαθών στην Ελλάδα προσέλαβαν επιπλέον προσωπικό τον Ιούλιο, συνεχίζοντας την τάση που παρατηρείται από τον Μάιο του 2017. Επιπλέον, ο ρυθμός δημιουργίας θέσεων εργασίας επιταχύνθηκε από τον προηγούμενο μήνα και ήταν, σε γενικές γραμμές, σημαντικός. Η αύξηση της απασχόλησης συνέβαλε στην τέταρτη συνεχή υποχώρηση του όγκου αδιεκπεραίωτων εργασιών. Επιπλέον, ο ρυθμός μείωσης των ανεκτέλεστων εργασιών ήταν ο εντονότερος που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα από την αρχή του έτους.

Παράλληλα με τη βελτίωση της παραγωγικής ικανότητας, οι κατασκευαστές αύξησαν την αγοραστική τους δραστηριότητα τον Ιούλιο. Ο ρυθμός αύξησης παρέμεινε σημαντικός, ωστόσο εξασθένησε από το υψηλό τεσσάρων μηνών του Ιουνίου. Παρόλα αυτά, τα αποθέματα προμηθειών μειώθηκαν για πρώτη φορά από τον Δεκέμβριο του 2017.

Ως προς τις τιμές, το μέσο κόστος εισροών εξακολούθησε να αυξάνεται με δριμύ ρυθμό στο ξεκίνημα του τρίτου τριμήνου, λόγω των συνεχών αναφορών για υψηλότερο κόστος πρώτων υλών. 

Με σκοπό να αντισταθμίσουν τις υψηλότερες επιβαρύνσεις κόστους, ορισμένες εταιρείες ανταποκρίθηκαν αυξάνοντας τις τιμές χρέωσης.

Ο χρόνος παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκε και πάλι, με ταχύτερο ρυθμό από τον Ιούνιο. Ορισμένες εταιρείες ανέφεραν ότι τα προβλήματα στις μετακινήσεις προκάλεσαν καθυστερήσεις στις παραδόσεις προμηθειών.

Οι Έλληνες κατασκευαστές παρέμειναν αρκετά αισιόδοξοι ως προς την αύξηση της παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος.  Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη μειώθηκε ελαφρώς σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, παρέμεινε ωστόσο σε υψηλά επίπεδα λόγω των προσδοκιών για καλύτερες χρηματοοικονομικές συνθήκες.

Ο Alex Gill, οικονομολόγος της IHS Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI είπε: «Η ανάπτυξη του μεταποιητικού τομέα στην Ελλάδα παρέμεινε έντονη κατά τη διάρκεια του Ιουλίου, καθώς ο κύριος δείκτης PMI κατέγραψε τιμή αμετάβλητη από τις 53.5 μονάδες του Ιουνίου. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της παραγωγής και των νέων παραγγελιών εξασθένησαν, αντικατοπτρίζοντας εν μέρει την ασθενέστερη αύξηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών. Το κόστος εισροών εξακολούθησε να αυξάνεται με δριμύ ρυθμό, γεγονός που αποτελεί πιθανή απειλή για τη μελλοντική αύξηση των νέων παραγγελιών. Ωστόσο, η δριμεία και επιταχυνόμενη αύξηση των μέσων τιμών χρέωσης υποδεικνύει ότι η ζήτηση των πελατών για τα ελληνικά αγαθά παραμένει ισχυρή».