Καμπανάκι ΤτΕ για «σαλπάρισμα» ναυτιλιακών από την Ελλάδα

Καμπανάκι ΤτΕ για «σαλπάρισμα» ναυτιλιακών από την Ελλάδα

Ανησυχητικές είναι οι προειδοποιήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για τον κίνδυνο φυγής ναυτιλιακών εταιρειών από την Ελλάδα μετά τις πρώτες διαπιστώσεις ότι ήδη ο κλάδος μεταφέρει σωρηδόν τα κεφάλαια του στο εξωτερικό εξαιτίας των capital controls.

Στην έκθεσή της για την ελληνική οικονομία, η ΤτΕ εκτιμά σε 3 δισ. ευρώ ή 1,7% του ΑΕΠ τη μείωση των καθαρών εισπράξεων από το διαμετακομιστικό εμπόριο των θαλάσσιων μεταφορών, αποδίδοντας τη μεγάλη υποχώρηση στο γεγονός πως οι ναυτιλιακές εταιρείες αποφεύγουν πλέον να εισαγάγουν έσοδα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, προκειμένου να ξεπεράσουν τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν μέσω της τραπεζικής αργίας και των capital controls στη διαχείριση των κεφαλαίων τους.

Εκτιμά συγκεκριμένα πως, ενώ, λόγω των πολύ ευνοϊκών συνθηκών (άνοδος παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου, ναύλοι κλπ), οι εισπράξεις υπολογίζεται πως θα έπρεπε να διαμορφωθούν σε 11,064 δισ. ευρώ και οι καθαρές εισπράξεις σε 9,076 δισ. ευρώ, αντ' αυτού οι διαμορφώθηκαν σε 8,026 δισ. ευρώ (-27,4%) και 6,038 δισ. ευρώ (-33,4%), αντίστοιχα. «Η συνολικά θετική πορεία των ναύλων το 2015 σε συνδυασµό µε το µέγεθος του ελληνόκτητου στόλου συνεπάγονταν ευνοϊκές προοπτικές για τις εισπράξεις από θαλάσσιες µεταφορές στο σύνολο του έτους, καθώς η Ελλάδα συνεχίζει να κατέχει την πρώτη θέση στην παγκόσµια ναυτιλιακή αγορά, ελέγχοντας το 16,11% της παγκόσμιας χωρητικότητας (5.211 πλοία, με ολική χωρητικότητα 195,9 εκατ. κ.ο.χ).

Προκύπτει λοιπόν ότι η επίπτωση των κεφαλαιακών ελέγχων στις καθαρές εισπράξεις υπολογίζεται στο ποσό των 3,037 δισ. ευρώ ή στο 1,7% του ονομαστικού ΑΕΠ του 2015», σημειώνεται στην έκθεση της ΤτΕ και επισημαίνεται πως ενώ δεν μπορεί να εκτιμηθεί κατά πόσον η τάση αυτή είναι παροδική ή θα αποτελέσει μακροπρόθεσμο φαινόμενο, εντούτοις συνεχίζεται και τους πρώτους μήνες του 2016.

Σύμφωνα πάντα με την ΤτΕ, οι ενδείξεις αυτές δηµιουργούν ανησυχίες για την καθιέρωση µιας νέας στρατηγικής εκ µέρους των ναυτιλιακών επιχειρήσεων, κατά την οποία το µεγαλύτερο µέρος των εσόδων τους θα κρατείται στο εξωτερικό, ενώ στην Ελλάδα θα εισάγονται µόνο όσες εισπράξεις είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους εντός της χώρας. Επιπλέον, λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων της ναυτιλίας, όπου το µεταφορικό έργο εκτελείται σε διεθνή ύδατα µακριά από τα γραφεία διαχείρισης, η µεταφορά της έδρας ή των γραφείων των ναυτιλιακών υπηρεσιών είναι σχετικά εύκολη, µε δυνητικά περισσότερο µακροπρόθεσµες επιπτώσεις στα έσοδα που καταγράφονται στο ελληνικό ισοζύγιο υπηρεσιών στο µέλλον.

Η μείωση συνεχίζεται και το 2016

Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, στο α'' τρίμηνο του 2016 οι εισπράξεις από τις θαλάσσιες µεταφορές (εκ των οποίων σχεδόν το 95% αποτελείται από τις εισπράξεις υπηρεσιών διαµετακοµιστικού εµπορίου) ανήλθαν σε 1,4 δισ. ευρώ, κατά πολύ χαµηλότερες από τα 2,8 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2015, αλλά σε παρόµοια επίπεδα µε τα δύο τελευταία τρίµηνα του 2015. Οι εισπράξεις από θαλάσσιες µεταφορές επηρεάζουν σηµαντικά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, καθώς αποτελούν το 42,2% (ετήσιος µέσος όρος της περιόδου 2010-2014) των συνολικών εξαγωγών υπηρεσιών.

?στόσο, οι δραστηριότητες της ναυτιλίας επηρεάζουν το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και µέσω άλλων συναλλαγών που δεν καταγράφονται στις υπηρεσίες, όπως εισπράξεις και πληρωµές προς και από ναυτιλιακές εταιρείες για αγοροπωλησίες πλοίων, επισκευές, καύσιµα, µισθοδοσίες ναυτικών, ενοίκια, δάνεια και τόκους ξένων τραπεζών και ασφάλιστρα.

Αν και µέσα στο δεύτερο εξάµηνο του 2015 οι συνολικές εισπράξεις που αφορούν τις δραστηριότητες της ναυτιλίας µειώθηκαν σηµαντικά, ταυτόχρονα παρατηρήθηκε περιορισµός των πληρωµών, µεγάλο µέρος των οποίων δεν καταγράφεται στις υπηρεσίες. Συνεπώς σύμφωνα με την ΤτΕ, οι καθαρές εισπράξεις για τις δραστηριότητες της ναυτιλίας συνολικά ήταν κατά περίπου 25% µικρότερες το δεύτερο εξάµηνο του 2015 έναντι του πρώτου εξαµήνου του 2015, σε σύγκριση µε τις καθαρές εισπράξεις αποκλειστικά των υπηρεσιών θαλάσσιων µεταφορών, που ήταν μειωμένες κατά περίπου 46%.

Η τάση για συρρίκνωση των καθαρών εισπράξεων υπηρεσιών θαλάσσιων µεταφορών συνεχίζεται το 2016: το α' τρίµηνο εµφανίζονται µειωµένες κατά 43% σε σχέση µε το α' τρίµηνο του 2015, επηρεαζόµενες τόσο από τους περιορισµούς στην κίνηση κεφαλαίων, όσο και από την καθοδική πορεία του δείκτη ClarkSea.

?στόσο, το ίδιο διάστηµα οι καθαρές συνολικές εισπράξεις της ναυτιλίας μειώθηκαν κατά πολύ λιγότερο, δηλαδή κατά 8% σε σχέση µε το α' τρίµηνο του 2015. Το συμπέρασμα της μελέτης είναι πως η επίδραση των capital controls αναφορικά µε τη ναυτιλία ήταν µεν εξαιρετικά σηµαντική όσον αφορά τις εισπράξεις από τις υπηρεσίες θαλάσσιων µεταφορών (δηλαδή στις εισπράξεις από ναύλους), αλλά ήταν κατά πολύ µικρότερη συνολικά, ως αποτέλεσµα χαµηλότερων καταγραφόµενων πληρωµών, οι οποίες είτε περιορίστηκαν, είτε εκτελέστηκαν εκτός του ελληνικού τραπεζικού συστήµατος.

Τα ανοιχτά θέματα της ναυτιλίας

Εκτός από τη διατήρηση των περιορισµών στην κίνηση κεφαλαίων, µια σειρά επιπρόσθετων παραγόντων συνηγορούν, σύμφωνα με την ΤτΕ, στο ότι οι παραπάνω τάσεις ενδέχεται να εξακολουθήσουν να ασκούνται µακροπρόθεσµα:

  • πρώτον, η ενδεχόµενη αλλαγή βασικών διατάξεων του ειδικού φορολογικού καθεστώτος που διέπει τη ναυτιλιακή βιοµηχανία και τις επιχειρήσεις της ναυτιλιακής συστάδας (cluster). Η σηµασία ενός σταθερού και ευνοϊκού θεσµικού και φορολογικού περιβάλλοντος για την προσέλκυση ναυτιλιακών εταιρειών έχει επισηµανθεί στο παρελθόν, ενώ η απουσία του φόρου χωρητικότητας (tonnage tax) στη φορολόγηση της ευρωπαϊκής ναυτιλίας εκτιµάται ότι θα είχε σηµαντικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονοµία.
  • δεύτερον, οι πιθανές αλλαγές του φορολογικού καθεστώτος στον ευρύτερο ναυτιλιακό τοµέα µετά την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που ζητά την τροποποίηση διατάξεων του θεσµικού πλαισίου της ναυτιλίας επικαλούµενη µη συµβατότητά του µε τις κατευθυντήριες γραµµές για τις κρατικές ενισχύσεις και
  • τρίτον, η περιορισµένη δυνατότητα εύρεσης χρηµατοδότησης, η οποία αναµένεται να συνεχιστεί το 2016, καθώς οι τράπεζες που χορηγούν ναυτιλιακά δάνεια, και ειδικά οι ευρωπαϊκές, βρίσκονται σε διαδικασία αποµόχλευσης και ενίσχυσης της ποιότητας των χαρτοφυλακίων τους, εµφανίζοντας µειωµένη έκθεση σε δανεισµό για ναυτιλιακές δραστηριότητες.