Ινστιτούτο DIW: Tα στοιχεία για την ιδιωτική οικονομία στην Ελλάδα είναι πολύ ανησυχητικά

Ινστιτούτο DIW: Tα στοιχεία για την ιδιωτική οικονομία στην Ελλάδα είναι πολύ ανησυχητικά

«Τα στοιχεία για την ιδιωτική οικονομία είναι πολύ ανησυχητικά, αν και δεν είναι πάντα εύκολο να συγκεντρωθούν στοιχεία για την Ελλάδα. Η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 40%, αλλά γιατί; Τι συνέβη; Οι μεν μεγάλες επιχειρήσεις έχουν φτάσει το 80% του επιπέδου τους προ κρίσεως, αλλά αυτό που συνέβη στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις είναι δραματικό. Οι μικρές επιχειρήσεις έφτασαν μόνο στο 40%-60% . Επλήγησαν άρα περισσότερο και σταμάτησαν τελικά να παράγουν λόγω της υψηλής φορολογίας, διότι δεν συμφέρει να έχει κανείς μια τέτοια επιχείρηση».

Την δραματική διαπίστωση για την κατάσταση του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα έκανε ο Aλέξανδρος Kρητικός, διευθυντής του τμήματος επιχειρηματικότητας του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) του Βερολίνου, μιλώντας στην ημερίδα που διοργάνωσε το προσκείμενο στο Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα της Βαυαρίας (CSU) Ιδρυμα Χάννς Ζάιντελ, στην Αθήνα.»

Ο Ελληνογερμανός οικονομολόγος, συνέχισε λέγοντας ότι «η ιδιωτική οικονομία επλήγη πολύ και με εξαίρεση της αγορά εργασίας, όπου έγιναν τεράστιες μεταρρυθμίσεις, δεν έχουμε αντιμετωπίσει τα κακώς κείμενα. Πρέπει, επομένως, να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις, διότι η ιδιωτική οικονομία έχει τεράστιες δυνατότητες».

«Θα ήθελα να χαιρετίσω το γεγονός ότι οι παρευρισκόμενοι κ. Πιτσιόρλας και Χατζηδάκης συνομιλούν, για τα θέματα αυτά», συνέχισε ο κ. Κρητικός, «διότι είναι θεμελιώδες να υπάρχει συναίνεση σε βασικά ζητήματα τα οποία εξακολουθούν να αποτελούν εμπόδια στην οικονομική ανάπτυξη», πρόσθεσε.

«Αντίθετα από άλλες χώρες που πέρασαν οικονομική κρίση, όπως η Κύπρος και η Πορτογαλία, οι οποίες κατάφεραν να επανέλθουν στα προ κρίσης επίπεδα, η Ελλάδα δεν το κατάφερε. Η ανεργία ανέρχεται μάλιστα στο 20%, ποσοστό που είναι τεράστιο και δεν γνωρίζω εάν σε αυτό συμπεριλαμβάνονται μόνο όσοι παίρνουν επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ ή είναι μεγαλύτερο», όπως είπε.

 τόνισε ο κ. Κρητικός.

Αναφερόμενος σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας είπε: «Τη μεγαλύτερη πτώση είχε το λιανικό εμπόριο (-60%) και η οικοδομή που απεδείχθη φούσκα όπως και στην Ισπανία. Η πτώση της τελευταίας έχει να κάνει με τον ΕΝΦΙΑ. Επίσης, μειώσεις βλέπουμε σε logistics και μεταφορές. Ορισμένοι κλάδοι όπως εκείνοι των τροφίμων και των φαρμακευτικών προϊόντων τα πήγαν καλά. Τα φαρμακευτικά μάλιστα είχαν αύξηση 9%. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αύξηση στον τομέα της πληροφορικής κατά 10% και των λεγόμενων υπηρεσιών έντασης (+27%), ενώ το 2010 η αύξηση ανέρχονταν σε 20%, είναι όμως σχετική αφού βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο».

Κατά τον κ. Κρητικό μπορούμε να αισιοδοξούμε για τον κλάδο των λεγόμενων επιχειρήσεων υψηλής ανάπτυξης: «Με την πρώτη ματιά θα νόμιζε κανείς ότι δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στην Ελλάδα της κρίσης, αλλά υφίσταται στον τομέα των μεταφορών, των logistics και των υπηρεσιών πληροφορικής (ΙΤ). Αυτές οι επιχειρήσεις δημιουργούν ελπίδα για την Ελλάδα διότι μπορούν να παραγάγουν εξαγώγιμες υπηρεσίες και προϊόντα», όπως τόνισε.

Ο κ. Κρητικός αναφέρθηκε και στη σημασία που έχει για τους επενδυτές να υπάρχει σταθερότητα σε μια χώρα. «Η καινοτομία δεν είναι ούτε δεξιά ούτε αριστερή, είναι απλώς καινοτομία και δεν πρέπει να υπάρχει φορολογική προβλεψιμότητα μόνο για 4 χρόνια αλλά να ξεπερνά μια κοινοβουλευτική περίοδο. Πρέπει να υπάρχει θεσμική μνήμη», είπε.

Τομέας στον οποίο όμως χωλαίνει ακόμα η Ελλάδα είναι η μεταφορά της γνώσης στην πράξη. «Παρά την διαρροή υψηλού επιπέδου Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό, αποτελούν το 90%, οι στατιστικές λένε ότι οι ερευνητές στην Ελλάδα παράγουν μεν επιστημονικό έργο υψηλού επιπέδου, αυτό συνάγεται από τις επιστημονικές τους δημοσιεύσεις, αλλά η γνώση αυτή μένει αναξιοποίητη, είναι ανύπαρκτη, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας είναι μηδενικά. Οι διαρροές επιστημόνων είχαν ξεκινήσει ήδη από το 2003, σε μια περίοδο δηλαδή που θεωρητικά η χώρα τα πήγαινε καλά. Το ερώτημα, λοιπό,ν είναι αφενός πως θα επιστρέψουν οι επιστήμονες αυτοί και αφετέρου πώς θα αξιοποιηθεί η γνώση που παράγουν ώστε να αναπτυχθεί η οικονομία πάνω από το 1-2%».

Τέλος, αναφερόμενος στις επενδύσεις είπε ότι «oι επενδυτές εξετάζουν το ρυθμιστικό πλαίσιο. Η ελληνική δημόσια διοίκηση είναι όμως ακόμα αναποτελεσματική, η γραφειοκρατία μεγάλη, η απονομή δικαιοσύνης βραδεία, προβλήματα παραμένουν η υπερρύθμιση της αγοράς και το μη προβλέψιμο φορολογικό σύστημα... Ολα αυτά ενδιαφέρουν τους επενδυτές και αν δεν βελτιωθούν δεν θα έρθουν. Θα περίμενε κανείς ότι τα θέματα αυτά θα είχαν αντιμετωπισθεί κατά τα χρόνια των μεταρρυθμίσεων, αλλά αν δούμε τα αποτελέσματα θα διαπιστώσουμε ότι η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Η δημόσια διοίκηση εξακολουθεί να είναι αναποτελεσματική, το δε δικαστικό σύστημα έχει γίνει ακόμα χειρότερο. Σύμφωνα μάλιστα με την Παγκόσμια Τράπεζα μια απόφαση η οποία χρειάζονταν πριν 2 χρόνια για να εκδοθεί, τώρα χρειάζεται 4 χρόνια. Επίσης, οι φόροι είναι υπερβολικοί. Κάτι το οποίο μεταρρυθμίστηκε καλά ήταν η αγορά εργασίας, αλλά αυτό δεν αντικατοπτρίζεται στα υπόλοιπα, αφού εκείνα δεν λειτουργούν καλά. Επίσης, το σύστημα της καινοτομίας δεν λειτουργεί ακόμα καλά και φυσικά υπάρχουν και τα κόκκινα δάνεια που είναι πολλά, ενώ εξακολουθεί να μην υπάρχει κοινωνική ασφάλιση για τους μακροχρόνια άνεργους».

Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ