Η σκοτεινή πλευρά των αρνητικών επιτοκίων

Η σκοτεινή πλευρά των αρνητικών επιτοκίων

Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου

Η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων αρχίζει να εξαπλώνεται σε όλη την ευρωζώνη, σκορπίζοντας προς το παρόν κύματα ενθουσιασμού στις κυβερνήσεις που διαγκωνίζονται μεταξύ τους για το ποια θα δανειστεί με τα πλέον αρνητικά επιτόκια. Και είναι φυσικό οι πολιτικοί να είναι ευτυχείς, αφού το δωρεάν χρήμα τούς είναι χρήσιμο στην άσκηση της πολιτικής τους και την ικανοποίηση των ψηφοφόρων τους. Ομως είναι πράγματι ευεργετικά τα αρνητικά επιτόκια για την οικονομία;

Η νέα ηγέτιδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κ. Λαγκάρντ, ακολουθώντας κατά γράμμα την πολιτική που χάραξε ο προκάτοχός της, υπεραμύνεται της επιλογής των αρνητικών επιτοκίων, ως βασικού μοχλού ανάπτυξης της οικονομίας. Οποτε μάλιστα βρεθεί μπροστά στο κλασικό ερώτημα του αδιεξόδου, στο οποίο οδηγούνται οι αποταμιευτές, απαντά ότι το ενδιαφέρον της εστιάζεται στην αύξηση της απασχόλησης. Την ενδιαφέρουν, όπως δηλώνει, οι άνεργοι και η ανάπτυξη και όχι στα προβλήματα των αποταμιευτών και των μακροπρόθεσμων συντηρητικών επενδυτών, που μπορεί να είναι είτε ιδιώτες, είτε νομικά πρόσωπα, όπως συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικοί οργανισμοί.

Στην επιχειρηματολογία όσων εκτιμούν ότι τα αρνητικά επιτόκια θα έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία και θα οδηγήσουν σε επικίνδυνο τέλμα την ευρωζώνη, η κυρία Λαγκάρντ απαντά ότι τα πράγματα στην Ε.Ε. θα ήταν δυσχερέστερα, αν δεν είχε ακολουθηθεί η πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, που οδήγησε ακολούθως στα μηδενικά επιτόκια.

Αναρωτήθηκε πρόσφατα σε συνέντευξή της για το ποια θα ήταν η εικόνα της ευρωζώνης σήμερα χωρίς την εφαρμογή της πολιτικής Ντράγκι, απαντώντας ταυτόχρονα ότι θα ήταν μια Ευρώπη με μεγαλύτερη ανεργία και χαμηλότερη ανάπτυξη. Τέλος, κατέληξε ότι αποτελεί ορθή επιλογή η προτεραιότητα της ΕΚΤ να εστιάζει την προσοχή της στην καταπολέμηση της ανεργίας και όχι στις αποδόσεις των τραπεζικών και χρηματοοικονομικών προϊόντων σταθερού εισοδήματος. Τα δεδομένα της ευρωζώνης δείχνουν ότι η ανεργία υποχώρησε από το 12% του 2013, στο 8,2% το 2018. Ομως η ανάπτυξη δεν φαίνεται να συγκινείται ούτε από τα χαμηλά, αλλά ούτε και από τα αρνητικά επιτόκια, υποχωρώντας από το 2,4% του 2017, στο 1,8% του 2018, καταλήγοντας στο 1,1% το 2019.

Αν η ανάπτυξη ήταν θέμα μόνο της νομισματικής πολιτικής, τα πράγματα θα ήταν εξαιρετικά πιο εύκολο να αντιμετωπιστούν. Ομως στην ευρωζώνη τα προβλήματα είναι διαρθρωτικά, θεσμικά και αγγίζουν ένα πυρήνα που δεν επιθυμεί την αλλαγή. Μέσα σε αυτή τη λογική της αντιμετώπισης των μεγάλων εσωτερικών προβλημάτων της ευρωζώνης, η Κ. Λαγκάρντ πιέζει τη γερμανική και ολλανδική κυβέρνηση να εγκαταλείψουν τις πολιτικές των πλεονασμάτων και να κινηθούν επενδυτικά, χρηματοδοτώντας έργα υποδομών, ενισχύοντας την εκπαίδευση και την καινοτομία. Τους συστήνει να χαλαρώσουν και τις σφιχτές δημοσιονομικές πολιτικές τους. Δεν φαίνεται, όμως, ότι κάτι τέτοιο είναι εφικτό, οπότε η ΕΚΤ εμμένει στα αρνητικά επιτόκια.

Ας παρακολουθήσουμε την οπτική μέσω της οποίας τοποθετούνται απέναντι στο ζήτημα σημαντικοί παράγοντες από μεγάλους επενδυτικούς οίκους και κεντρικές τράπεζες.

Ο CEO της Morgan Stanley, Τζέιμς Γκόρμαν, εκτιμά ότι το περιβάλλον των αρνητικών επιτοκίων αποτελεί μια λανθασμένη επιλογή. Μια επιλογή που θα ζημιώσει όχι μόνο τον χρηματοοικονομικό κλάδο, αλλά και την ευρύτερη οικονομία, αφού δεν έχει επιτύχει μέχρι τώρα να της δώσει μια ανοδική ώθηση. Υποστηρίζει παράλληλα ότι τα χαμηλά επιτόκια αποτελούν μεν ένα όπλο των κεντρικών τραπεζών, το οποίο όμως δεν είναι καλό να χρησιμοποιείται χωρίς φειδώ.

Ο CEO της Goldman Sachs, Ντέιβιντ Σόλομον, πιστεύει ότι το πείραμα των αρνητικών επιτοκίων δεν θα στεφθεί με επιτυχία. Μπορεί οι κεντρικοί τραπεζίτες να στηρίζουν με τον τρόπο αυτό τα δημόσια οικονομικά, όμως καταστρέφουν την αποταμίευση, κακοποιούν το επενδυτικό κλίμα και υποβάλουν σε μεγάλο στρες τις κεφαλαιαγορές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Ο CEO της JPMorgan, Τζέιμι Ντίμον, δικαιολογεί εν μέρει την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων της EKT, την οποία είχε επιλέξει στην προσπάθειά της να αποφύγει τη διάλυση της ευρωζώνης. Ομως πιστεύει ότι θα υπάρξουν δυσάρεστες επιπτώσεις στους αποταμιευτές, στους μικροκαταθέτες, στους πολίτες με χαμηλά εισοδήματα, στους επενδυτές, στα συνταξιοδοτικά ταμεία, στους ασφαλιστικούς οργανισμούς και τις κεφαλαιαγορές. Ο ίδιος δηλώνει ότι δεν θα αγόραζε ποτέ έναν τίτλο χρέους, δηλαδή ένα έντοκο γραμμάτιο ή ένα ομόλογο, με αρνητική απόδοση, διότι αυτό θα ήταν έξω από κάθε λογική. Σημειώνει ότι οι αγορές έχουν συνηθίσει να λειτουργούν με θετικές προσδοκίες και αναζήτηση θετικών αποδόσεων, οπότε τώρα είμαστε ταξιδιώτες σε μια εντελώς αχαρτογράφητη περιοχή, με θεμελιώδεις αρνητικές αποδόσεις.

Ο διευθυντής του ΔΝΤ, υπεύθυνος για τις κεφαλαιαγορές Tομπάιας Aντριαν, επισημαίνει ότι το σύνολο των κρατικών ομολόγων και των εταιρικών ομολογιακών δανείων, σε όλον τον κόσμο, που προσφέρουν αρνητικές αποδόσεις, υπερβαίνει πλέον τα 15 τρισεκατομμύρια δολ. Οι αγορές αναμένουν ότι τουλάχιστον το 20% των κρατικών ομολόγων θα κινείται σε αρνητικά επίπεδα αποδόσεων, τουλάχιστον για την επόμενη τριετία. Ο ίδιος εκτιμά πως ενώ μέχρι τώρα η πολιτική αυτή δείχνει να έχει συμβάλει στη διατήρηση της ισορροπίας στις αγορές, στην αποκατάσταση της ηρεμίας στην ευρωζώνη και τη στήριξη της παγκόσμιας ανάπτυξης, ελλοχεύει ο κίνδυνος να ανατραπούν όλα αυτά, καθώς οι αρνητικές αποδόσεις, υποστηρίζουν την αναγκαιότητα λήψης μεγαλύτερου ρίσκου από τους διαχειριστές κεφαλαίων. Και αυτό, διότι επιζητούν να επιτύχουν υψηλές αποδόσεις για τους πελάτες τους.

Ο COO της JPMorgan, Ντάνιελ Πίντο, σε ομιλία του στο Institute of International Finance, ανέφερε πως η αποδοτικότητα του μέτρου των αρνητικών επιτοκίων δεν έχει την ίδια ισχύ με την αντίστοιχη που είχε πριν από χρόνια. Πιστεύει πως οι κραδασμοί από τα αρνητικά επιτόκια απορροφώνται σήμερα πιο εύκολα από τις οικονομίες και τις κοινωνίες. Αυτό βέβαια δεν ισχύει για τις ασφαλιστικές εταιρείες και τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Εδώ τα αρνητικά επιτόκια ανατρέπουν πλήρως τους σχεδιασμούς και τις χρηματοροές σε βάθος χρόνου, δημιουργώντας ένα κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας για τη βιωσιμότητα των συστημάτων συνταξιοδότησης, που βασίζονται σχεδόν ολοκληρωτικά στις αποδόσεις των συντηρητικών τίτλων σταθερού εισοδήματος.

Ο ιδρυτής της Bridgewater Associates, Ρέι Ντάλιο, εκτιμά πως σε ένα περιβάλλον χαμηλών και αρνητικών επιτοκίων, δεν θα είναι λίγοι οι δανειολήπτες που θα αθετούν πλέον με ιδιαίτερη ευκολία τις δανειακές υποχρεώσεις τους, αφού δεν θα επιβαρύνονται και ενδεχομένως να υιοθετηθεί σε μεγάλο βαθμό η πολιτική της μετακύλισης των δανεικών λήξεων. Θεωρεί γενικότερα ότι έχουμε εισέλθει σε ένα περιβάλλον παραδοξότητας και τρέλας.

Ο Ρόμπερτ Χόλτσμαν, που είναι ο Αυστριακός εκπρόσωπος στην ομάδα σχεδιασμού της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, πιστεύει ότι η μακροχρόνια χρήση του εργαλείου των αρνητικών επιτοκίων θα προκαλέσει προβλήματα στον χρηματοοικονομικό που δεν θα μπορέσει να τα απορροφήσει. Θέτει κι αυτός το ερώτημα της βιωσιμότητας των ασφαλιστικών οργανισμών και των συνταξιοδοτικών ταμείων, που από τη μία πλευρά θα αδυνατούν να έχουν τις χαμηλές και σταθερές αποδόσεις που επιδιώκουν, και από την άλλη δεν θα μπορούν να αυξήσουν το ρίσκο τους επιλέγοντας άλλες επενδυτικές ομάδες προϊόντων, διακινδυνεύοντας με αυτόν τον τρόπο τις συνταξιοδοτικές εισφορές των δυνητικών συνταξιούχων. Ο Χόλτσμαν θεωρεί ότι πολλές χώρες θα αναγκαστούν να επιδοτούν μέσω έκτακτης φορολογίας τις μελλοντικές συντάξεις.

Ο διοικητής της Reserve bank of Australia, Φίλιπ Λόου, αναφέρει πως η επιβολή των αρνητικών επιτοκίων σε βάθος χρόνου δεν θα βοηθήσει, ούτε τον πληθωρισμό, ούτε την απασχόληση, ούτε την ανάπτυξη. Θα αποτρέψει μάλιστα τις επενδύσεις και θα δυσκολέψει τις κεφαλαιαγορές. Σε ερώτηση για το αν θα υιοθετούσε πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης και αρνητικών επιτοκίων στην Αυστραλία, απάντησε ότι το θεωρεί απίθανο.
Στην Ελλάδα ακούγονται πανηγυρισμοί για τα χαμηλά επιτόκια που απολαμβάνουν πλέον οι κρατικές εκδόσεις χρέους. Δεν ακούγονται όμως ανησυχίες για την πορεία του ήδη εκτροχιασμένου και μη βιώσιμου συνταξιοδοτικού συστήματος. Δεν ακούγονται ούτε ανησυχίες για την πορεία των τραπεζών που χάνουν έσοδα από τις μηδενικές αποδόσεις των εντόκων γραμματίων του Δημοσίου. Δεν ακούγονται προβληματισμοί, για το αν και κατά πόσο τα σχεδόν μηδενικά εγχώρια επιτόκια και τα αρνητικά επιτόκια των ξένων τίτλων χρέους θα βοηθήσουν περαιτέρω την εθνική οικονομία ή θα την επιβαρύνουν.

Το περιεχόμενο της στήλης είναι καθαρά ενημερωτικό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Τα επενδυτικά προϊόντα και εργαλεία που περιγράφονται και αναλύονται ενέχουν κινδύνους και μπορεί να είναι ακατάλληλα για επενδυτές, με βάση τα επενδυτικά χαρακτηριστικά τους, τους στόχους τους και την οικονομική τους κατάσταση. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.

*Ο Κωνσταντίνος Χαροκόπος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στον σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών

Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Παρασκευής 8 Νοεμβρίου