Η Ελλάδα, το Μακάο και ο «κόφτης δαπανών»

Η Ελλάδα, το Μακάο και ο «κόφτης δαπανών»

Του Βασίλη Γεώργα

Αν το τρίτο μνημόνιο στέρησε σε σχέση με τα προηγούμενα δύο, ακόμη περισσότερες πτυχές από την περιβόητη «εθνική κυριαρχία», το πολυνομοσχέδιο με τον κόφτη δαπανών και με το υπερ-ταμείο ιδιωτικοποιήσεων, ήρθε να δώσει τη χαριστική βολή.

Για αρκετούς που διαβάζουν γραμμή προς γραμμή τις ρυθμίσεις που περιλαμβάνει, η εντύπωση είναι πως η Ελλάδα μετατρέπεται σε ένα υβριδικό αποικιοκρατικό κράτος τύπου Μακάο, όπου η κυβέρνηση έχει πλέον εξαιρετικά περιορισμένες δυνατότητες αποφάσεων. Ίσως ο παραλληλισμός να είναι υπερβολικός. Γεγονός, είναι όμως πως η εξουσία παραδίδεται τόσο στα μέτωπα των δαπανών και των εσόδων, χάνεται και στο μέτωπο κυριότητας και διαχείρισης της δημόσιας περιουσίας.

Εδώ που φτάσαμε με τις παρελκυστικές πολιτικές και τη διαχρονική αβελτηρία των κυβερνήσεων να χαράξουν οδικό χάρτη εφαρμογής των απαιτούμενων αλλαγών, δεν είναι εύκολο να απαντήσει κανείς είναι υπέρ ή κατά των συμφερόντων της χώρας και των πολιτών της που το τιμόνι μεταβιβάζεται πλέον τύποις και ουσία στους δανειστές.

Με τον περιβόητο μηχανισμό αυτόματης δημοσιονομικής προσαρμογής νομοθετείται για πρώτη φορά η υποχρέωση της ελληνικής διοίκησης να διαβουλεύεται με τους θεσμούς για τα μέτρα που θα λαμβάνει προκειμένου να  περικόπτει τα έξοδα του κράτους. Έγινε για πρώτη φορά νόμος του κράτους ότι θα απαιτείται εκ των προτέρων συμφωνία με τους δανειστές για κάθε μέτρο που θα λαμβάνεται. Επί της ουσίας αναγνωρίστηκε η άμεση υπεροχή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ΔΝΤ, του ESM και της ΕΚΤ στις αποφάσεις για τις περικοπές. Διότι μέχρι σήμερα συζητούσαμε, συμφωνούσαμε και ψηφίζαμε.

Τώρα η κυβέρνηση έρχεται «δεύτερη» αφού κάποιος άλλος θα αποφασίζει αντί αυτής και τούτο ακριβώς είναι το νόημα του μηχανισμού, ο οποίος ενδεχομένως σε λίγα χρόνια από σήμερα να μην αποτελεί αποκλειστικό «προνόμιο» της Ελλάδας. Η ίδια πρόβλεψη περί σύμφωνης γνώμης των θεσμών υπάρχει πλέον και στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για την «χαλάρωση» των capital controls.

Με τη νέα εταιρεία που συστήνεται για τις αποκρατικοποιήσεις και την «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας, το χτύπημα στην δυνατότητα άσκηση πολιτικής είναι ακόμη ισχυρότερο. Τα 99 χρόνια της διάρκειας ζωής του ταμείου αντιστοιχούν σε σχεδόν τέσσερις γενιές. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων η νέα εταιρεία υποτίθεται πως θα λειτουργεί σύμφωνα με τον νόμο υπέρ του δημοσίου συμφέροντος, αλλά ρητά ορίζεται πως  δεν θα ανήκει στο δημόσιο. Η έδρα θα είναι στην Ελλάδα, αλλά ο έλεγχος θα ανήκει ουσιαστικά στους δανειστές στους οποίους θα κατευθύνεται και το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων από πωλήσεις εταιρειών και μερίσματα επί των κερδών. Η παραχώρηση προς πώληση ή αξιοποίηση, των ακινήτων (ΕΤΑΔ), των δημόσιων υποδομών και των κρατικών εταιρειών (ΤΑΙΠΕΔ) και των τραπεζών (ΤΧΣ) στο νέο υπερ-ταμείο προκαλεί ήδη σφοδρές αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό της κυβέρνησης όσο και από την αντιπολίτευση.  

Όμως εφόσον η δημόσια περιουσία ζητήθηκε και συμφωνήθηκε να παραχωρηθεί ως εγγύηση στους δανειστές για το νέο δάνειο και την αποπληρωμή του χρέους, δύσκολα μπορεί κάτι να αλλάξει, όσο κι αν αυτές τις ώρες πασχίζει το οικονομικό επιτελείο να παίξει κρυφτούλι (http://www.liberal.gr/arthro/51295/oikonomia/2016/i-proika-ton-10-upodomon-pou-pernoun-sto-neo-uper-tameio.html) με τους βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για να τους αποπροσανατολίσει από τι καλούνται να ψηφίσουν.

Οι δύο παραπάνω αποφάσεις είναι πολιτικά ίσως οι σημαντικότερες που περιλαμβάνονται στο πολυνομοσχέδιο. Δεν έχουν τις άμεσες επιπτώσεις των φόρων και των επιβαρύνσεων και ως εκ τούτου δεν πυροδοτούν τις ίδιες αντιδράσεις. Εγκαινιάζουν, όμως, μια εποχή όπου η κυβέρνηση  σηκώνει τα χέρια ψηλά και επιλέγει να παραδώσει τις αποφασιστικές αρμοδιότητες σε τρίτους παρά να ασκήσει η ίδια την άβολη πολιτική που απαιτείται.