Η ΕΚΤ βλέπει αδυναμίες στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές

Η ΕΚΤ βλέπει αδυναμίες στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές

Χαμηλός παρέμεινε ο συστημικός κίνδυνος για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωζώνης τους περασμένους έξι μήνες, με τη συμβολή των βελτιωμένων προοπτικών ανάπτυξης, τόσο εκτός όσο και εντός της Ευρωζώνης, αναφέρει στην εξαμηνιαία έκθεσή της (Financial Stability Review) η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Σημειώνει, ωστόσο, ότι οι παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές εμφανίζουν αδυναμίες, τονίζοντας ότι η αύξηση της μεταβλητότητας στα χρηματιστήρια των ΗΠΑ στις αρχές Φεβρουαρίου ανέδειξε το εύθραυστο κλίμα στην αγορά αυτή την περίοδο.

Η κερδοφορία των τραπεζών της Ευρωζώνης βελτιώθηκε, λόγω της ανοδικής φάσης της οικονομίας. Ωστόσο, το επίπεδο της κερδοφορίας είναι ακόμα χαμηλό, αντανακλώντας τα παραμένοντα διαρθρωτικά προβλήματα, λέει η ΕΚΤ. Τα μεγαλύτερα κεφαλαιακά «μαξιλάρια» έκαναν πιο ανθεκτικές τις τράπεζες, οι οποίες δεν ενίσχυσαν την ανάληψη κινδύνου για να αυξήσουν τα έσοδά τους, σημειώνει η έκθεση.

«Ο δημόσιος τομέας της Ευρωζώνης έγινε, επίσης, πιο ανθεκτικός, χάρη στις βελτιωμένες μακροοικονομικές προοπτικές, βοηθώντας στη διατήρηση χαμηλού κόστους χρηματοδότησης σε ορισμένες χώρες. Τα δημοσιονομικά ισοζύγια και το χρέος των χωρών της Ευρωζώνης αναμένεται να βελτιωθούν τα επόμενα χρόνια, στηριζόμενα από τις πλεονεκτικές κυκλικές συνθήκες.

Ωστόσο, μία επιδείνωση του αναπτυξιακού περιβάλλοντος ή μία χαλάρωση της δημοσιονομικής στάσης στις χώρες με υψηλό χρέος θα μπορούσαν να έχουν επίπτωση στις δημοσιονομικές προοπτικές και, κατ'' επέκταση, στο κλίμα της αγοράς έναντι κάποιων εκδοτών κρατικού χρέους», σημειώνει η ΕΚΤ.

Η έκθεση διαπιστώνει τέσσερις βασικούς κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρωζώνη την επόμενη διετία. Ο πρώτος κίνδυνος αφορά στις επιπτώσεις «από έναν αποδιαρθρωτικό επανακαθορισμό των ασφάλιστρων κινδύνου στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές». Ο δεύτερος σχετίζεται με μία ενδεχόμενη παρεμπόδιση της δυνατότητας των τραπεζών να διαμεσολαβούν, εν μέσω μίας αδύναμης οικονομικής επίδοσής τους που θα διογκωθεί από τα διαρθρωτικά προβλήματα.

Ο τρίτος κίνδυνος σχετίζεται με τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους, εν μέσω ιστορικά υψηλών επιπέδων χρέους. Τέλος, ο τέταρτος κίνδυνος αφορά στους κινδύνους ρευστότητας που θα μπορούσαν να προκύψουν στον μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό τομέα, με μετάδοση στο ευρύτερο σύστημα.

«Όλοι αυτοί οι κίνδυνοι αλληλοσυνδέονται και ο κάθε ένας από αυτούς θα μπορούσε να προκαλέσει τους άλλους», σημειώνει η έκθεση.

Τα «κόκκινα» δάνεια

Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) μειώθηκε το 2017, αλλά παραμένει επίμονα υψηλό σε ορισμένες χώρες, αναφέρει η ΕΚΤ. Η αγορά για τα NPLs στην Ευρώπη έγινε πιο ενεργή τα τελευταία χρόνια. Το συνολικό ποσό και ο συνολικός όγκος των πωλήσεων «κόκκινων» δανείων αυξάνεται συνεχώς την τελευταία τριετία.

Το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων αντιστοιχεί στην Ιταλία και την Ισπανία. «Ωστόσο, η γεωγραφική έκταση των αγορών NPLs στην Ευρωζώνη διευρύνθηκε, επίσης, με τις συναλλαγές να ξεκινούν στην Ελλάδα το 2017 και στην Κύπρο το 2018».

Οι αγορές κατοικίας

Ενισχυμένες από τα χαμηλά επιτόκια και τη συνεχιζόμενη εύρωστη οικονομική ανάπτυξη, οι αγορές κατοικίας της Ευρωζώνης αναπτύχθηκαν με τον υψηλότερο ρυθμό από τα μέσα του 2007 στο δεύτερο εξάμηνο του 2017. Όλες οι χώρες της Ευρωζώνης, με εξαίρεση την Ελλάδα και την Ιταλία, σημείωσαν αυξήσεις των τιμών των ακινήτων.

«Οι τιμές των κατοικιών στην Ευρωζώνη εκτιμάται ότι είναι συνολικά ελαφρά υπερτιμημένες», σημειώνει η έκθεση.