Η εκεχειρία ΗΠΑ - ΕΕ στο εμπόριο δεν πείθει τις επιχειρήσεις

Η εκεχειρία ΗΠΑ - ΕΕ στο εμπόριο δεν πείθει τις επιχειρήσεις

Σχεδόν τρεις από τις τέσσερις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες αμφιβάλλουν ότι η εμπορική ανακωχή μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας, που επιτεύχθη τον περασμένο μήνα, θα οδηγήσει σε μια μακροχρόνια συμφωνία για μεγάλες περικοπές δασμών, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύεται την Τρίτη.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ συμφώνησε κατά τη διάρκεια συνάντησης με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ τον Ιούλιο να μην επιβάλει δασμούς στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα.

Η ενδιάμεση συμφωνία μείωσε τον κίνδυνο μιας πλήρους διατλαντικής εμπορικής διαμάχης, προκαλώντας ανακούφιση ειδικά για τους Γερμανούς κατασκευαστές αυτοκινήτων και άρση του επιχειρηματικής εμπιστοσύνης στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης τον Αύγουστο.

Μια έρευνα του Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου στη Γερμανία (AmCham) έδειξε, ωστόσο, ότι τα στελέχη επιχειρήσεων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού παραμένουν σκεπτικοί, ενώ το 71% αμφισβητεί εάν μπορεί να επιτευχθεί μόνιμη συμφωνία για μείωση των τιμολογίων.

Περισσότερο από το 40% των γερμανικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες δήλωσαν ότι η αγορά των Η.Π.Α. έχει καταστεί λιγότερο σημαντική για αυτούς εξαιτίας της κλιμάκωση της εμπορικής διαμάχης, σύμφωνα με την έρευνα, ενώ αντίστοιχα το 20% των αμερικανικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη Γερμανία δήλωσαν ότι η γερμανική αγορά είχε γίνει λιγότερο σημαντική για αυτούς.

Η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ και ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τράμπ συμφώνησαν κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής κλήσης τη Δευτέρα ότι υποστήριξαν σθεναρά τις συνεχιζόμενες συζητήσεις μεταξύ της Ουάσινγκτον και των Βρυξελλών για την άρση των φραγμών σε μια βαθύτερη εμπορική σχέση, ανέφερε ο Λευκός Οίκος.

Σημειώνεται, ότι η Ουάσινγκτον πιέζει την ΕΕ να επιταχύνει τις εμπορικές διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν μετά τη συνάντηση του περασμένου μήνα μεταξύ Τραμπ και Γιούνκερ, όπως επισήμαναν αξιωματούχοι της Γερμανίας και των ΗΠΑ στο Reuters.