Γ. Στουρνάρας: Μείωση φόρων και μεταρρυθμίσεις για διατηρήσιμη ανάπτυξη

Γ. Στουρνάρας: Μείωση φόρων και μεταρρυθμίσεις για διατηρήσιμη ανάπτυξη

Τις πέντε βασικές προϋποθέσεις για να υπάρξει μια διατηρήσιμη ανάπτυξη και επιστροφή στις αγορές με βιώσιμους όρους  για τη χώρα μας ανέπτυξε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας σε ομιλία του στο Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος υπογραμμίζοντας την ανάγκη της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της ανακατανομής της δημόσιας δαπάνης προς εκείνες τις κατηγορίες που επιφέρουν μόνιμο αναπτυξιακό αποτέλεσμα, όπως για παράδειγμα οι δημόσιες επενδύσεις.

Μεταξύ άλλων, ιδιαίτερη έμφαση έδωσε ο κ. Στουρνάρας στη συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων προκειμένου να ενισχυθούν η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια της οικονομίας ενώ εξίσου σημαντική έκρινε και την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, με την άρση σημαντικών αντικινήτρων, όπως η γραφειοκρατία.

Αναλυτικά, ο κ. Στουρνάρας προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, να διασφαλιστεί η τακτική και με βιώσιμους όρους χρηματοδότηση του Δημοσίου από τις αγορές και να επιτευχθεί ένα βιώσιμο και εξωστρεφές πρότυπο ανάπτυξης, προτείνει τις ακόλουθες παρεμβάσεις πολιτικής:

  • Ταχεία αποκλιμάκωση του υψηλού ποσοστού των ΜΕΔ με ενεργοποίηση των σχεδίων της Τράπεζας της Ελλάδος και του Υπουργείου Οικονομικών.
  • Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής προς την κατεύθυνση της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και της ανακατανομής της δημόσιας δαπάνης προς εκείνες τις κατηγορίες που επιφέρουν μόνιμο αναπτυξιακό αποτέλεσμα, όπως για παράδειγμα οι δημόσιες επενδύσεις.
  • Συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποιήσεων (με ενίσχυση των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στις επενδύσεις, στην κοινωνική ασφάλιση και την υγεία), και ενθάρρυνση της στενής συνεργασίας επιχειρήσεων και ερευνητικών κέντρων (με ενδυνάμωση του τριγώνου γνώσης: εκπαίδευση – έρευνα - καινοτομία) προκειμένου να ενισχυθούν η διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια της οικονομίας.
  • Προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων, με την άρση σημαντικών αντικινήτρων, όπως η γραφειοκρατία, η ασάφεια του νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου, ιδιαίτερα στις χρήσεις γης, οι καθυστερήσεις στη δικαστική επίλυση των διαφορών, καθώς και οι εναπομείναντες περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων.
  • Διατήρηση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας, υποστήριξη των μακροχρόνια ανέργων, ώστε να διασφαλιστούν τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας, αλλά και η αύξηση της απασχόλησης, από την επίπονη μεταρρυθμιστική προσπάθεια που ξεκίνησε το 2010.

Επιπλέον, ο Γ. Στουρνάρας υπογράμμισε τις σημαντικές, όπως τόνισε, προκλήσεις που συνεχίζει να αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, οι οποίες οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για το 2019 να επισημάνει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες.

Συγκεκριμένα, ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο υψηλό δημόσιο χρέος αλλά και στην υψηλή ανεργία, η οποία, όπως δήλωσε, «δημιουργεί ανισότητες θέτοντας σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή, και αυξάνει τον κίνδυνο απαξίωσης του ανθρώπινου κεφαλαίου».

Αναλυτικά, τόνισε τα εξής:

  • στο υψηλό δημόσιο χρέος (του οποίου όμως η βιωσιμότητα έχει βελτιωθεί σημαντικά μεσοπρόθεσμα με τα μέτρα που υιοθέτησε το Eurogroup τον Ιούνιο του 2018), 
  • στο υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων το οποίο απέχει πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (το ποσοστό των ΜΕΔ στο σύνολο των δανείων των ελληνικών τραπεζών το Δεκέμβριο του 2018 ήταν 45,4% έναντι 3,2% του ευρωπαϊκού μέσου όρου) και περιορίζει την πιστοδοτική ικανότητα των τραπεζών και την ανάκαμψη των επενδύσεων, 
  • στην αρνητική καθαρή διεθνή επενδυτική θέση της χώρας και το αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, 
  • στην υψηλή ανεργία, η οποία δημιουργεί ανισότητες θέτοντας σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή, και αυξάνει τον κίνδυνο απαξίωσης του ανθρώπινου κεφαλαίου και 
  • στο χαμηλό δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης εξαιτίας της απώλειας ανθρώπινου και φυσικού κεφαλαίου λόγω της μετανάστευσης εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού κατά τη διάρκεια της κρίσης σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού και τις χαμηλές επενδύσεις. 

Όπως αναφέρει, στα παραπάνω θα πρέπει επίσης να προστεθεί ότι το επιχειρηματικό περιβάλλον δεν θεωρείται ακόμη αρκετά φιλικό προς τις ιδιωτικές επενδύσεις, καθώς χαρακτηρίζεται από υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, εκτεταμένη γραφειοκρατία, περιορισμένη πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση και καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης.

«Επίσης, η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο (π.χ. 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022) επιδρά αρνητικά στην ανάπτυξη, αλλά και στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους. Η περιοριστική επίδραση των μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων είναι σχετικά εντονότερη, επειδή συνοδεύεται από σχετικά υψηλή φορολογία», σημείωσε.

Ακόμη, ο κ. Στουρνάρας επισήμανε πως «λαμβάνοντας υπόψη ότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν περίπου 180% στο τέλος του 2018, προκύπτει ότι μια επιπλέον ποσοστιαία μονάδα οικονομικής ανάπτυξης είναι 1,8 φορές πιο πολύτιμη για τη μείωση του δημόσιου χρέους από μια επιπλέον ποσοστιαία μονάδα πρωτογενούς πλεονάσματος».

Τέλος, ο διοικητής της ΤτΕ στην ομιλία του αναφέρθηκε και στη βελτίωση της συνεργασίας των κρατών-μελών, της λειτουργίας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) προτείνοντας ορισμένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις στην αρχιτεκτονική της ΟΝΕ, που θα ενδυναμώσουν τη νομισματική ένωση και θα ενισχύσουν την πραγματική σύγκλιση στη ζώνη του ευρώ, η οποία έχει υποχωρήσει από το 2010 και μετά.

Ειδικότερα, ο κ. Στουρνάρας στο πλαίσιο αυτό συνέστησε μεταξύ άλλων την έκδοση ευρωπαϊκών «ασφαλών» ομολόγων (ESBies) και τελικά ευρωομολόγων από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. 

Φωτογραφία intime news