Χρ. Μεγάλου: Το πλάνο κεφαλαιακής ενίσχυσης της Τρ. Πειραιώς αποδίδει ήδη

Χρ. Μεγάλου: Το πλάνο κεφαλαιακής ενίσχυσης της Τρ. Πειραιώς αποδίδει ήδη

Το πλάνο κεφαλαιακής ενίσχυσης που τρέχει η Τράπεζα Πειραιώς αποδίδει ήδη καρπούς, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της τράπεζας, Χρήστο Μεγάλου, ο οποίος μίλησε σήμερα στην ετήσια γενική συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας Πειραιώς.

Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο κ. Μεγάλου, τα συνολικά ίδια κεφάλαια του Ομίλου Πειραιώς ανήλθαν στα 10 δισ. ευρώ στα τέλη του 2017 περίπου όσο και το 2016. O δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας κοινών μετοχών κατηγορίας Ι διαμορφώθηκε στο 15,1% στο τέλος του 2017 και στο επίπεδο του 14,0% το πρώτο τρίμηνο του 2018 μετά την εφαρμογή του προτύπου IFRS9, υψηλότερα της κεφαλαιακής απαίτησης για την Τράπεζα που κοινοποίησε η ΕΚΤ με βάση τη διαδικασία SREP που είναι στο 13,625%. Η υλοποίηση του πλάνου κεφαλαιακής ενίσχυσης της Τράπεζας έχει ήδη ενισχύσει τον δείκτη στο επίπεδο του 14,4%.

Παράλληλα, ο κ. Μεγάλου είπε ότι η τράπεζα Πειραιώς στο τέλος του 2020 θα έχει περίπου 65-70 δισ. ευρώ ενεργητικό, θα είναι κεφαλαιακά ισχυρή, κερδοφόρος και θα παραμένει η μεγαλύτερη τράπεζα στην Ελλάδα. Στόχος είναι δε να αυξάνουν κάθε χρόνο τις χρηματοδοτήσεις και να φθάσει στο τέλος του 2020, τα 5 δισ. ευρώ ετησίως από τα 2,7 δισ. ευρώ που ήταν το 2017 και 2 δισ. ευρώ του 2016.

Για το 2018 ενημέρωσε ότι ο στόχος είναι νέες χρηματοδοτήσεις άνω των €3δις, οι οποίες θα στηρίξουν την οικονομία και θα ενισχύσουν τα έσοδα της Τράπεζας αποφασιστικά. Στόχος, επιπλέον, είναι η επανεστίαση και ο επαναπροσδιορισμός δραστηριοτήτων, με σκοπό να μεγιστοποιηθούν οι πόροι στους τομείς που η Τράπεζα Πειραιώς έχει ιστορικά δεσπόζουσα θέση, πρόσθεσε.

Οι καταθέσεις πελατών του Ομίλου ενημέρωσε ότι διαμορφώθηκαν σε 43 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο 2017, αυξημένες κατά 1,6 δισ. ευρώ στην Ελλάδα σε ετήσια βάση. Η αύξηση προήλθε κυρίως από το δεύτερο εξάμηνο του έτους, οπότε και καταγράφηκε αύξηση 7% των καταθέσεων από τους πελάτες μας.

Η χρήση ρευστότητας μέσω Ευρωσυστήματος περιορίσθηκε σημαντικά το 2017, στα 10 δισ. ευρώ το 2017 από 21 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016. Η χρηματοδότηση από τον μηχανισμό ELA μειώθηκε στα 5,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2017 από 12 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016. Η εξάρτηση από το ELA μειώνεται με ταχύ ρυθμό και το 2018, και διαμορφώνεται πλέον σε επίπεδο χαμηλότερο του 1 δισ. ευρώ.

Τα δάνεια προ προβλέψεων του Ομίλου στο τέλος Δεκεμβρίου 2017 διαμορφώθηκαν σε 60 δισ. ευρώ από 67 δισ. ευρώ στο τέλος του 2016, ενώ στην Ελλάδα σε 58 δισ. ευρώ από 63 δισ. ευρώ αντίστοιχα. Ανά πελατειακή κατηγορία, το σύνολο του επιχειρηματικού χαρτοφυλακίου του Ομίλου αντιπροσωπεύει το 65% του συνόλου, και τα δάνεια προς ιδιώτες το 35%.

Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις του Ομίλου Πειραιώς διαμορφώθηκε στο 101% στο τέλος του 2017 και υποχώρησε περαιτέρω κάτω από 100% το πρώτο τρίμηνο του 2018, από 110% στο τέλος του 2016.

Όσον αφορά την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου, ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών υποχώρησε στο 35,3% έναντι 37,5% στο τέλος Δεκεμβρίου 2016. Τα δάνεια σε καθυστέρηση μειώθηκαν αντίστοιχα σε 21 δισ. ευρώ σε σχέση με 24 δισ. ευρώ του τέλους 2016.

Ο δείκτης κάλυψης των καθυστερήσεων άνω των 90 ημερών από σωρευμένες προβλέψεις διαμορφώθηκε στο 83% από 70%, συνεπικουρούμενος από την πρώτη εφαρμογή του λογιστικού προτύπου IFRS9.

O κ. Μεγάλου σημείωσε ακόμα ότι οι στόχοι για μείωση των υπολοίπων NPLs και NPEs  σε επίπεδο μητρικής που έχει υποβάλει η Τράπεζα Πειραιώς προς τον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας (SSM) επιτεύχθηκαν στο σύνολο του έτους.

Σε σχέση με την παρουσία της Τράπεζας Πειραιώς ανέφερε το δίκτυο καταστημάτων στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα 620 καταστήματα στο τέλος του 2017 από  660 ένα χρόνο πριν. Ο εξορθολογισμός του δικτύου συνεχίζεται και το 2018 και σήμερα αριθμεί 574 καταστήματα. Ο αριθμός προσωπικού στην Ελλάδα επίσης μειώθηκε στους 13,250 εργαζόμενους από 14.500 το 2016.

Σχετικά με τον χρηματοοικονομικό απολογισμό του Ομίλου για το 2017, είπε πως συνεχίζεται η διαδικασία αποεπένδυσης της τράπεζας από τις διεθνείς δραστηριότητες, οι οποίες στο τέλος του 2017 αποτελούσαν πια μόνο το 5% του ενεργητικού, σε ευθυγράμμιση με το Σχέδιο Αναδιάρθρωσης της Τράπεζας.