Άνοιξαν κερκόπορτα για απολύσεις χωρίς αποζημίωση

Άνοιξαν κερκόπορτα για απολύσεις χωρίς αποζημίωση

Του Θανάση Παπαδή

Το υπουργείο Εργασίας υπερηφανεύεται ότι οι απολύσεις των εργαζόμενων στο εξής θα πρέπει αφενός να είναι αιτιολογημένες και αφετέρου αυτό να μπορεί να αποδειχθεί στο δικαστήριο.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Οι εργοδοτικές οργανώσεις (ΣΕΒ και ΣΕΛΠΕ) αντέδρασαν και θεωρούν ότι η κίνηση αυτή πυροδοτεί την εργασιακή ειρήνη που υπάρχει εδώ και καιρό, αυξάνει το κόστος λειτουργίας της επιχείρησης, ενώ πλέον αναπόφευκτα βάζει στο τραπέζι την ανάγκη αλλαγής τους τρόπου που δίνονται μέχρι σήμερα οι αποζημιώσεις.

Το μέχρι σήμερα καθεστώς προέβλεπε ότι ο εργοδότης έχει τη δυνατότητα να απολύει αναιτιολόγητα έναν εργαζόμενο, αποδίδοντάς του την νόμιμη αποζημίωση. Ωστόσο και σήμερα ο εργαζόμενος είχε δικαιώματα να προσφύγει στην δικαιοσύνη και να ζητήσει να κριθεί καταχρηστική η απόλυσή του (π.χ. εκδικητική).

Οι εργοδότες πλέον λένε ότι εφόσον αλλάζει το καθεστώς και θα πρέπει να αιτιολογήσουν την απόλυση, εφόσον αυτή κριθεί και στο δικαστήριο ως επαρκής θα πρέπει να υπάρχει το δικαίωμα της μη καταβολής ή της μειωμένης, αποζημίωσης. Χαρακτηριστικά αναφέρουν. Αν αποδειχθεί ότι ο τάδε εργαζόμενος, είναι ανεπαρκής στο έργο που ανέλαβε ή δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης, τότε να υπάρχει το δικαίωμα της μη καταβολή αποζημίωσης.

ΣΕΒ

Οι βιομηχανικοί σύνδεσμοι ασκούν κριτική στη διάταξη για την αιτιολόγηση των απολύσεων, επισημαίνοντας ότι «επιχειρεί να επιβάλει στους εργοδότες διπλή υποχρέωση της δικαιολογίας / αιτιολόγησης της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του μισθωτού και να καταβάλουν ταυτόχρονα αποζημίωση, ακόμα και αν η καταγγελία οφείλεται σε σοβαρό λόγο – σε υπαιτιότητα του εργαζομένου, γεγονός που δημιουργεί υπέρμετρα και αδικαιολόγητα κόστη στις επιχειρήσεις και αποτελεί αντικίνητρο στους εργοδότες που επιθυμούν να πραγματοποιήσουν νέες θέσεις εργασίας, και οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε ένα ήδη δύσκαμπτο και μη φιλικό προς νέες επενδύσεις επιχειρηματικό περιβάλλον».

Οι σύνδεσμοι της βιομηχανίας αναφέρουν ότι στην ελληνική αγορά εργασίας γίνονται περίπου 100.000 – 120.000 απολύσεις το μήνα, μεγάλο ποσοστό εκ των οποίων δημιουργούν μια τεράστια ανεκτέλεστη παραγγελία ως δικαστικές υποθέσεις, καθώς ήδη με τον υφιστάμενο νόμο προβλεπόταν τρίμηνο για να προσφύγει για την ακυρότητα ο εργαζόμενος και εξάμηνο προκειμένου να προσφύγει για την αποζημίωση.

«Με τη νέα διάταξη», προστίθεται, «όλες αυτές οι υποθέσεις θα καταλήξουν στη Δικαιοσύνη, αναστέλλεται αυτή η αποσβεστική προθεσμία και γίνεται αόριστη διότι, με τη νέα ρύθμιση, παρεμβάλλεται το ΣΕΠΕ που πρέπει να διατυπώσει γνώμη επί της διαφοράς και στη συνέχεια αρχίζει η αποσβεστική προθεσμία». 

«Αν ανατρέξουμε στις διαδικασίες του ΣΕΠΕ και των εργατικών δικαστηρίων, μια απόλυση για να τελεσιδικήσει παίρνει και 2 και 3 χρόνια, με αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό της ανασφάλειας δικαίου και, παράλληλα, του διοικητικού βάρους για τις επιχειρήσεις και της αποδοτικότητας της αγοράς εργασίας». 

«Παράλληλα, η νέα διάταξη επιβάλλει την γραπτή αιτιολόγηση του λόγου απόλυσης, η οποία θα δημιουργήσει τεράστιο αριθμό δικαστικών διενέξεων είτε μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων, είτε εργαζομένων μεταξύ τους, που θα αφορούν τόσο το κύρος της καταγγελίας όσο και αυτονοήτως ζητήματα συκοφαντικής δυσφήμισης, προσβολής προσωπικότητας και ενδεχομένως παραβίαση προσωπικών δεδομένων».

ΣΕΛΠΕ

Από την πλευρά του ο ΣΕΛΠΕ (πολυκαταστήματα) αναφέρει, ότι η πλειονότητα εργαζόμενων και εργοδοτών θα καταφεύγει στη Δικαιοσύνη, προκειμένου να διαπιστωθεί η βασιμότητα των λόγων της εκάστοτε απόλυσης και υποστηρίζει πως η αιτιολογημένη απόλυση δεν μπορεί να συνυπάρξει ομαλώς και νομικά παραδεκτός με την αποζημίωση απόλυσης.

«Το προαναφερόμενο νομοσχέδιο σωρεύει τα δύο δικαιώματα δημιουργώντας σύγχυση και σοβαρά προβλήματα στην αγορά εργασίας επιβαρύνοντας το επενδυτικό κλίμα. Αλλά και επιβαρύνοντας περαιτέρω τις συνθήκες στην αγορά εργασίας, σε βάρος της αύξησης της απασχόλησης και μάλιστα αυτής των νέων και μακροχρόνια ανέργων. Ο Σύνδεσμος μας πιστεύει ακράδαντα ότι το ανθρώπινο δυναμικό των επιχειρήσεων είναι το σημαντικότερο στοιχείο αυτών και είναι εκείνο κυρίως που διασφαλίζει την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα. Ως εκ τούτου οτιδήποτε διαταράσσει, χωρίς αιτία, την ομαλή συνεργασία των εμπλεκομένων μερών, θεωρούμε ότι δημιουργεί σοβαρό προβληματισμό σχετικά με τις προοπτικές οικονομικής ανάκαμψης της χώρας», προσθέτει ο ΣΕΛΠE.