Αισιόδοξοι οι επικεφαλής των επιχειρήσεων για την ανάκαμψη στην Ευρώπη
Μελέτη Accenture

Αισιόδοξοι οι επικεφαλής των επιχειρήσεων για την ανάκαμψη στην Ευρώπη

Παρότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σχεδιάζουν να επιταχύνουν τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, τυχόν καθυστερήσεις σε επίπεδο επενδύσεων καινοτομίας πιθανότατα θα τις εμποδίσει να καλύψουν την απόσταση σε σχέση με τους εταίρους τους σε ΗΠΑ και Κίνα

Σύμφωνα με νέα μελέτη της Accenture, 66% των ηγετικών στελεχών επιχειρήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο είναι αισιόδοξοι ότι η ευρωπαϊκή αγορά θα σημειώσει μια σχετικά γρήγορη ανάκαμψη από την οικονομική ύφεση που προκλήθηκε λόγω της πανδημίας.

Η μελέτη με τίτλο «Bold Moves in Tough Times», βασιζόμενη σε μια έρευνα ~500 ανωτάτων στελεχών στην Ευρώπη, τη Β. Αμερική και την Ασία από 15 διαφορετικούς κλάδους, ανέδειξε ότι 29% των ερωτηθέντων αναμένουν μια αρκετά γρήγορη ανάκαμψη στην Ευρώπη (σχήματος V), ενώ 37% αναμένουν μια πιο αργή, αλλά σταθερή ανάκαμψη (σχήματος U) τους επόμενους 12 μήνες.

Ο κλάδος που εμφανίζεται πιο αισιόδοξος είναι αυτός της φαρμακευτικής/ βιοτεχνολογίας/ βιοεπιστημών, με 34% των επικεφαλής του κλάδου να αναμένουν αυξημένη ζήτηση στην Ευρώπη ως αποτέλεσμα της πανδημίας. Ο δεύτερος πιο αισιόδοξος κλάδος είναι οι τηλεπικοινωνίες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και η ψυχαγωγία, με το 52% των ερωτηθέντων να αναμένουν ανάκαμψη σε "σχήμα V" στις ευρωπαϊκές αγορές τους, ενώ ακολουθεί ο κλάδος της ασφάλισης, στο 47%. Στον αντίποδα βρίσκονται οι κλάδοι της αυτοκινητοβιομηχανίας και των αεροπορικών εταιρειών/ταξιδίων/μεταφορών, με μόλις 7% και 12% των ερωτηθέντων αντίστοιχα να αναμένουν ταχεία ανάκαμψη.

Η μελέτη αποκαλύπτει επίσης ότι τα στελέχη αναμένουν ότι οι γερμανικές, σκανδιναβικές και βρετανικές οικονομίες θα ανακάμψουν ταχύτερα από την ύφεση, ενώ θα ακολουθήσουν οι οικονομίες της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Ιταλίας. Επιπλέον, οι ηγέτες των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων είναι αισιόδοξοι σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, καθώς 39% πιστεύουν ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες θα είναι πιο ανταγωνιστικές έναντι των αμερικανικών συγκριτικά με την κατάσταση προ κρίσης, και ακόμη περισσότεροι (43%) έναντι των κινεζικών.

«Η εμπιστοσύνη είναι καθοριστικός παράγοντας στο τρέχον οικονομικό περιβάλλον, το οποίο παραμένει ασταθές και αβέβαιο», δήλωσε ο Jean-Marc Ollagnier, Διευθύνων Σύμβουλος της Accenture στην Ευρώπη. «Η αισιοδοξία σχετικά με την οικονομική ανάκαμψη και την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης προσφέρει στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις μια μοναδική ευκαιρία να ενισχύσουν την ηγεσία τους και να καλύψουν το χάσμα με τους Αμερικανούς και Ασιάτες ανταγωνιστές τους. Ωστόσο, αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο εύστοχα θα μεταφράσουν την αισιοδοξία τους σε τολμηρές κινήσεις και πρωτοβουλίες. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι οι ευρωπαίοι επικεφαλής επιχειρήσεων παραμένουν υπερβολικά εξαρτημένοι από την κυβερνητική στήριξη, διατηρούν αμυντική στάση και υπο-επενδύουν στην καινοτομία, ενώ παράλληλα ο παγκόσμιος ανταγωνισμός συνεχίζεται».

Επιπροσθέτως, η μελέτη της Accenture καταδεικνύει ότι υπάρχει ο κίνδυνος τα στελέχη εταιρειών στην Ευρώπη να είναι υπερβολικά προσεκτικά και επιφυλακτικά όσον αφορά τον τρόπο προετοιμασίας τους για την ανάκαμψη, σε σύγκριση με εκείνα της Β. Αμερικής και της Ασίας. Συγκεκριμένα, τα στελέχη στην Ευρώπη φαίνεται να:

- Εστιάζουν στη σταδιακή παρά στην ριζική καινοτομία: 53% των ευρωπαίων στελεχών δήλωσαν ότι επιβραδύνουν τις επενδύσεις στην καινοτομία, ενώ δε θα ξεκινήσουν νέες πρωτοβουλίες τους επόμενους έξι μήνες, σε σύγκριση με 33% στη Β. Αμερική και 49% στην Ασία.

- Επενδύουν λιγότερο στο μέλλον των επιχειρήσεων τους: Στην Ευρώπη, μόλις 16% των εταιρειών επενδύει σε πρωτοβουλίες για την προετοιμασία της ανάκαμψης, σε σύγκριση με 25% στην Ασία και 34% στη Β. Αμερική.

- Είναι λιγότερο πιθανό να συνεργαστούν: Οι επικεφαλής των επιχειρήσεων στην Ευρώπη είναι λιγότερο πιθανό, συγκριτικά με εκείνους της Β. Αμερικής και της Ασίας, να συνεργαστούν με άλλες εταιρείες για να μετριάσουν τον αντίκτυπο της κρίσης και να ανακάμψουν γρηγορότερα (48% στην Ευρώπη, σε σύγκριση με 53% στη Β. Αμερική και 55% στην Ασία).

«Οι επιχειρήσεις στην Ευρώπη οφείλουν να αναθεωρήσουν άμεσα το ρόλο τους για την ‘post-COVID’ εποχή», δήλωσε ο Μάριος Λημνιός, Επικεφαλής του τομέα Strategy & Consulting στην Ελλάδα. «Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να σκεφτούμε και να δράσουμε διαφορετικά ούτως ώστε να οικοδομήσουμε μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα και να επικαιροποιήσουμε τα μοντέλα ανάπτυξης που θα μας βοηθήσουν να προσαρμοστούμε στον κόσμο του ‘never normal’».

Η μελέτη επίσης επισημαίνει τους κρίσιμους τομείς στους οποίους πρέπει να επικεντρωθούν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις για να καλύψουν το χάσμα ανταγωνιστικότητας με τους εταίρους τους από τη Β. Αμερική και την Ασία. Συγκεκριμένα, απαιτείται:

- Αύξηση του ρυθμού και του εύρους του ψηφιακού μετασχηματισμού: Οι εταιρείες που αποδείχθηκαν ανθεκτικότερες στη διάρκεια της πανδημίας έχουν τις πιο προηγμένες ψηφιακές δυνατότητες, επιτρέποντάς τους να εξοπλίσουν κατάλληλα το εργατικό δυναμικό τους για την τηλεργασία, να προσαρμόσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους και να ανταποκριθούν σε νέους τρόπους αγοράς - γρήγορα και σε μαζική κλίμακα. Τα ευρωπαϊκά στελέχη βλέπουν πλέον ξεκάθαρα την ανάγκη ψηφιακής επιτάχυνσης, καθώς το 63% δήλωσε ότι οι εταιρείες τους θα επιταχύνουν τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του cloud.

- Δημιουργία εμπειριών για ολοένα και πιο υπεύθυνους καταναλωτές: Οι καταναλωτικές συνήθειες που αναδύθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας -με τους καταναλωτές να κάνουν πιο υπεύθυνες αγορές και να μετατοπίζονται μαζικά σε διαδικτυακά κανάλια- θα παραμείνουν ίδιες και μετά το πέρας αυτής. Επομένως, οι εταιρείες θα πρέπει να προσφέρουν στους πελάτες ολοκληρωμένες εμπειρίες, σε όλο το μήκος της «πορείας» του καταναλωτή. Μάλιστα, το 62% των ευρωπαίων στελεχών, που ανήκουν σε κλάδους σχετικούς με καταναλωτές, διαβλέπουν ευκαιρίες αναφορικά με αγοραστικές συνήθειες και συμπεριφορές που επηρεάζονται ολοένα και περισσότερο από κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια.

- Αξιοποίηση της τεχνολογίας για την επανεφεύρεση του βιομηχανικού τομέα: Η πανδημία πυροδότησε συζητήσεις σχετικά με την ανάγκη των επιχειρήσεων να επαναφέρουν τις δραστηριότητές τους στις χώρες βάσης τους. Ωστόσο, ο «επαναπατρισμός» ενδέχεται να μην αποτελεί πανάκεια για την ευρωπαϊκή «βιομηχανική αναγέννηση». Για την οικοδόμηση μιας μακροπρόθεσμης λειτουργικής ανθεκτικότητας, για την επανεφεύρεση των επιχειρηματικών τους μοντέλων και την ανάπτυξη νέων πηγών εσόδων, οι επιχειρήσεις πρέπει να αξιοποιήσουν τις προηγμένες ψηφιακές τεχνολογίες, όπως η ανάπτυξη μοντέλων πρόγνωσης (predictive modelling), τα ψηφιακά δίδυμα (digital twins), edge computing κ.ά. Με το 42% των ευρωπαίων στελεχών στον βιομηχανικό τομέα να σχεδιάζουν να επιταχύνουν τις επενδύσεις τους στον ψηφιακό μετασχηματισμό, σε σύγκριση με μόλις το 32% και το 30% στη Β. Αμερική και την Ασία αντίστοιχα, αναδύεται η ευκαιρία για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να αναλάβουν το σχετικό προβάδισμα.

«Η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι επικεφαλής των επιχειρήσεων μπορούν είτε να συνεχίσουν να βαδίζουν στις γνώριμες και δοκιμασμένες στρατηγικές και επιχειρησιακές διαδρομές είτε να εξερευνήσουν έναν νέο μονοπάτι για το μέλλον, βασισμένο στην καινοτομία και την τεχνολογία υψηλών προδιαγραφών που συνδυάζεται με τα παραδοσιακά πλεονεκτήματα βιωσιμότητας, αλληλεγγύης και σκοπού της Ευρώπης», δήλωσε ο Δρ. Κυριάκος Σαμπατακάκης, Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος της Accenture. «Παρόλο που η πανδημία επέφερε σημαντικές προκλήσεις, βλέπουμε να αναδύονται σημαντικές ευκαιρίες – ιδίως στον βιομηχανικό τομέα και σε θέματα μετάβασης ενέργειας. Ήρθε η ώρα για την Ευρώπη να κάνει τολμηρές κινήσεις και να αξιοποιήσει αυτές τις ευκαιρίες, γεφυρώνοντας το κενό ανταγωνιστικότητάς της.»

Σχετικά με τη μελέτη

Η μελέτη βασίζεται σε μια έρευνα 478 ανωτάτων στελεχών σε 15 χώρες και κλάδους. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το Μάιο του 2020 και καλύπτει εταιρείες με ετήσια έσοδα άνω των $500 εκατ. Οι κλάδοι που εκπροσωπούνται περιλαμβάνουν: αεροπορικές εταιρείες, αυτοκινητοβιομηχανίες, τράπεζες, τηλεπικοινωνίες, επιχειρήσεις ενέργειας, υψηλής τεχνολογίας, βιομηχανικά προϊόντα και εξοπλισμό, ασφάλειες, φαρμακευτικές/ βιοτεχνολογίες/ βιοεπιστήμες, δημόσιες υπηρεσίες, λιανεμπόριο κ.ά. Στην έρευνα συμμετείχαν οι παρακάτω χώρες: Αυστραλία, Αυστρία, Βέλγιο, Καναδάς, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Λουξεμβούργο, Ισπανία, Ελβετία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ηνωμένες Πολιτείες.